Πώς καταφέρνει μια γυναίκα να ανταπεξέρχεται σε πολλαπλές υποχρεώσεις και ευθύνες καθημερινά, χωρίς να κουράζεται και να εξουθενώνεται; Τι γίνεται όταν ο πόνος εισβάλει στην καθημερινότητά της; Ενας πονοκέφαλος, ένας πυρετός, ένας μυϊκός πόνος ή ένας πόνος στις αρθρώσεις, οι πόνοι περιόδου μπορούν να της χαλάσουν την ημέρα και να την αποδυναμώσουν.
Γράφει ο Άρης Γκόβας, Γενικός Ιατρός
Πονοκέφαλος: Έρευνες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς στον πονοκέφαλο, πιο έντονα, συχνότερα από τους άνδρες και με μεγαλύτερη διάρκεια.
Πυρετός:. Ο πυρετός μπορεί να προκαλεί δυσφορία παρόλα αυτά τις περισσότερες φορές δεν αποτελεί αιτία ανησυχίας. Αντίθετα βοηθά στην αντιμετώπιση των λοιμώξεων.Τα καλά νέα είναι ότι τις περισσότερες φορές ο πυρετός θα βελτιωθεί εντός μερικών ημερών και δεν χρειάζεται καμία σοβαρή αντιμετώπιση.
Πόνοι περιόδου: Σύμφωνα με έρευνα, η δυσμηνόρροια, έχει περιγραφεί ως εξίσου επώδυνη με μια καρδιακή προσβολή. Οι πόνοι κατά τη διάρκεια της περιόδου παρεμποδίζουν τις καθημερινές δραστηριότητες για 1 στις 5 γυναίκες.
Για να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στην αντιμετώπιση του πόνου, τα παυσίπονα πρέπει να λαμβάνονται με τα πρώτα συμπτώματα και στη χαμηλότερη αλλά συνάμα αποτελεσματική δόση.
Επιλέγοντας το σωστό φάρμακο για τον πόνο
Η σωστή επιλογή φαρμάκου για εσάς, επσημαίνει ο κ. Γκόβας, εξαρτάται από:
την εντόπιση, την ένταση, τη διάρκεια και το είδος του πόνου
οποιεσδήποτε δραστηριότητες που ανακουφίζουν ή επιδεινώνουν τον πόνο
τον αντίκτυπο που έχει ο πόνος στον τρόπο ζωής σας, πχ πώς επηρεάζει την όρεξή σας ή την ποιότητα του ύπνου σας
άλλα φάρμακα που παίρνετε.
Συζητήστε τα με το γιατρό σας ή τον φαρμακοποιό σας, ώστε να επιλέξετε την ασφαλέστερη και αποτελεσματικότερη επιλογή ανακούφισης από τον πόνο.
Προφυλάξεις κατά τη λήψη αναλγητικών
Μην παίρνετε μόνες σας, χωρίς να συζητήσετε με τον γιατρό σας, παυσίπονα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης – μερικά μπορεί να φτάσουν στο έμβρυο μέσω του πλακούντα και ενδεχομένως να προκαλέσουν βλάβη.
Οι ηλικιωμένοι έχουν αυξημένο κίνδυνο παρενεργειών από τη λήψη παυσιπόνων. Για παράδειγμα, η τακτική λήψη ασπιρίνης για χρόνιο πόνο (όπως η αρθρίτιδα) μπορεί να προκαλέσει ένα επικίνδυνο αιμορραγικό έλκος στομάχου.
Όταν αγοράζετε παυσίπονα χωρίς ιατρική συνταγή, μιλήστε με έναν φαρμακοποιό σχετικά με τυχόν συνταγογραφούμενα και συμπληρωματικά φάρμακα που παίρνετε, ώστε να σας βοηθήσει να επιλέξετε ένα παυσίπονο που είναι ασφαλές για εσάς.
Μην παίρνετε περισσότερα από ένα φάρμακα χωρίς ιατρική συνταγή τη φορά χωρίς να συμβουλευτείτε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας. Είναι ευκολότερο από ό,τι νομίζετε να πάρετε ακούσια υπερβολική δόση. Για παράδειγμα, πολλά φάρμακα για το κρυολόγημα και τη γρίπη περιέχουν παρακεταμόλη, επομένως είναι σημαντικό να μην παίρνετε κανένα άλλο φάρμακο που περιέχει παρακεταμόλη ταυτόχρονα.
Επισκεφθείτε τον γιατρό ή τον επαγγελματία υγείας για την κατάλληλη θεραπεία για αθλητικούς τραυματισμούς.
Συμβουλευτείτε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας προτού χρησιμοποιήσετε οποιοδήποτε φάρμακο χωρίς ιατρική συνταγή, εάν έχετε μια χρόνια (συνεχιζόμενη) φυσική κατάσταση, όπως καρδιακή νόσο ή διαβήτη.
Μην παίρνετε φάρμακα επειδή σας το σύστησε ο φίλος σας.
Τα μάτια παρέχουν πολλές πληροφορίες για την υγεία και τη συναισθηματική μας κατάσταση. Τι μπορεί να συμβαίνει όταν το άσπρο του ματιού αποκτά άλλο χρώμα;
«Το φυσιολογικό χρώμα του σκληρού χιτώνα είναι το λευκό, αλλά αρκετά νοσήματα και διαταραχές μπορούν να το επηρεάσουν. Το ίδιο ισχύει και για ορισμένα φάρμακα», εξηγεί ο Χειρουργός-Οφθαλμίατρος Δρ Αναστάσιος Ι. Κανελλόπουλος, MD, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision και Καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (NYU Medical School).
Όταν, λ.χ., ολόκληρο το άσπρο τμήμα του ματιού αποκτά κίτρινη χροιά, συχνή αιτία είναι ο ίκτερος.«Στις πιθανές αιτίες που μπορεί να οδηγήσουν στον ίκτερο συμπεριλαμβάνονται η ηπατίτιδα, η χολολιθίαση (πέτρες στη χολή), η υπερκατανάλωση αλκοόλ, ακόμα και η λήψη ορισμένων φαρμάκων όπως η ακεταμινοφαίνη, η πενικιλίνη, τα στεροειδή, ορισμένα αντισυλληπτικά και ορισμένα φάρμακα που χορηγούνται για την αντιμετώπιση προβλημάτων ψυχικής υγείας», λέει ο κ. Κανελλόπουλος. «Άλλες πιθανές αιτίες ίκτερου είναι η δρεπανοκυτταρική αναιμία, η κίρρωση του ήπατος, καθώς και το “λίπος στο συκώτι”, δηλαδή η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος. Ακόμα και ορισμένες μορφές καρκίνου μπορεί να προκαλέσουν ίκτερο. Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία αν κάποιος δει κίτρινη χροιά στο σκληρό χιτώνα, να συμβουλευθεί αμέσως τον οφθαλμίατρό του».
Αν το κιτρίνισμα δεν αφορά ολόκληρο το άσπρο του ματιού, αλλά ένα τμήμα που προεξέχει, μπορεί να είναι στεάτιο. «Πρόκειται για ένα οζίδιο που στην πραγματικότητα αναπτύσσεται πάνω στον επιπεφυκότα, τη διαφανή στοιβάδα που επιστρώνει τον σκληρό χιτώνα», εξηγεί ο καθηγητής. «Το στεάτιο συνήθως δημιουργείται ως αντίδραση στην έντονη έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου, σε συνδυασμό με τις βλάβες που προκαλούν ο άνεμος ή η σκόνη».
Μερικές φορές, το οζίδιο αναπτύσσει φλεγμονή και αποκτά κοκκινωπή χροιά. Αν αφεθεί χωρίς θεραπεία, μπορεί να εξελιχθεί σε πτερύγιο, ένα μεγαλύτερο μόρφωμα με σχήμα τριγωνικό που επεκτείνεται στον κερατοειδή χιτώνα και μπορεί να παρεμποδίζει την όραση.
Ο σκληρός χιτώνας μπορεί να αποκτήσει κόκκινη χροιά και για πολλούς άλλους λόγους, γι’ αυτό πρέπει να ελέγχεται αμέσως από έναν οφθαλμίατρο, ιδιαίτερα εάν συνοδεύεται από θόλωμα της όρασης, πόνο, έκκριμα ή έντονη ευαισθησία στο φως, τονίζει ο ειδικός.
Όταν, λ.χ., το άσπρο του ματιού είναι κατακόκκινο σε ολόκληρη την επιφάνειά του, η αιτία συνήθως είναι η διαστολή των μικροσκοπικών αιμοφόρων αγγείων του επιπεφυκότα. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε πολλούς λόγους, όπως π.χ. ότι είστε κουρασμένοι, έχετε αλλεργία ή ξηροφθαλμία, έχετε μείνει πολλή ώρα σε περιβάλλον γεμάτο με καπνό τσιγάρων, έχουν ερεθίσει τα μάτια σας οι φακοί επαφής που φοράτε ή ακόμα έχετε κάνει υπερκατανάλωση αλκοόλ. Η επιπεφυκίτιδα, δηλαδή η λοίμωξη του επιπεφυκότα, επίσης μπορεί να προκαλέσει κοκκίνισμα του σκληρού χιτώνα.
Αντίστοιχα, αν το κοκκίνισμα εμφανιστεί σε ένα συγκεκριμένο σημείο στο άσπρο του ματιού, μπορεί να αποτελεί ένδειξη υποεπιπεφυκοτικής αιμορραγίας (λέγεται και υπόσφαγμα). Με τον όρο αυτό περιγράφεται η ρήξη ενός αιμοφόρου αγγείου που αιμορραγεί ανάμεσα στον επιπεφυκότα και στον σκληρό χιτώνα. Η υποεπιπεφυκοτική αιμορραγία ακούγεται (και δείχνει) πολύ απειλητική, αλλά συνήθως είναι ανώδυνη, χωρίς συνέπειες στην όραση και υποχωρεί χωρίς θεραπεία μέσα σε περίπου δύο εβδομάδες. Στις πιθανές αιτίες της συμπεριλαμβάνονται τραυματισμός, απότομη αύξηση της αρτηριακής πίεσης, λήψη ορισμένων αντιπηκτικών φαρμάκων και εγχειρήσεις στα μάτια.
Ο σκληρός χιτώνας των ματιών μπορεί επίσης να αποκτήσει μπλε ή γκριζωπή χροιά λόγω της μακροχρόνιας λήψης ορισμένων φαρμάκων. Η μακροχρόνια λήψη του αντιβιοτικού μινοκυκλίνη, π.χ., μπορεί να έχει αυτή τη δράση, όχι μόνο στο άσπρο του ματιού, αλλά και στο δέρμα, τα αυτιά, τα δόντια ή τα νύχια.
Μπλε χροιά μπορεί να έχει ο σκληρός χιτώνας και όταν είναι πιο λεπτός από το φυσιολογικό, λόγω κάποιας γενετικής διαταραχής, όπως συμβαίνει στους πάσχοντες από ατελή οστεογένεση (ή οστεοψαθύρωση) ή σύνδρομο Μάρφαν. Η λέπτυνση του σκληρού χιτώνα μπορεί επίσης να παρατηρηθεί σε πάσχοντες από ανεπάρκεια σιδήρου (σιδηροπενία) ή αναιμία.
Μερικές φορές, το άσπρο του ματιού αποκτά καφετί κηλίδες λόγω των αυξημένων επιπέδων της φυσικής χρωστικής του οργανισμού, της μελανίνης. Μία άλλη πιθανή αιτία είναι η πρωτοπαθής επίκτητη μελάνωση, μία προκαρκινική κατάσταση που αρχίζει με μία ανώδυνη, καφέ, επίπεδη κηλίδα πάνω στον σκληρό χιτώνα. Η κηλίδα αυτή αλλάζει σταδιακά με το πέρασμα του χρόνου. Τυπικά αναπτύσσεται στη μέση ηλικία και στο ένα μάτι. Αν όμως δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως, μπορεί να εξελιχθεί σε καρκίνο.
«Επειδή οι πιθανές αιτίες του αποχρωματισμού του σκληρού χιτώνα είναι πολλές και εμπλέκουν πολλές ιατρικές ειδικότητες, είναι σημαντικό κάθε αλλαγή στην εμφάνιση του άσπρου τμήματος του ματιού να αξιολογείται από τον οφθαλμίατρο», εξηγεί. «Εκείνος θα εκτιμήσει την κατάσταση και, αν παραστεί ανάγκη, θα παραπέμψει τον ασθενή για περαιτέρω έλεγχο».
Τα στενά γυναικεία παπούτσια, έχουν συχνά αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των ποδιών, αλλά και των νυχιών τους. Εκτός από το γνωστό κότσι, τα ακατάλληλα υποδήματα και συγκεκριμένα εκείνα που είναι πολύ στενά στα ακροδάκτυλα ή μικρότερα από το μέγεθος του ποδιού γίνονται αιτία είσφρυση ονύχων μιας επώδυνης και δυνητικά επικίνδυνης για την υγεία κατάστασης.
«Παρότι τα στενά παπούτσια είναι ο νούμερο ένα λόγος της ονυχοκρύπτωσης, ανεξάρτητα από το ύψος του τακουνιού, οι ψηλοτάκουνες γόβες που προκαλούν ολίσθηση του πέλματος προς τη μύτη του παπουτσιού, είναι ιδιαίτερα επιβλαβείς. Αυξημένος κίνδυνος υπάρχει βέβαια κι όταν τα παπούτσια είναι μικρά. Αυτό συμβαίνει συχνά στα παιδιά και στους εφήβους. Η ταχύτατη ανάπτυξη του σώματός τους και φυσικά των ποδιών τους μπορεί να καταστήσει τα παπούτσια τους μικρά πολύ γρήγορα. Μέχρι αυτό να γίνει αντιληπτό από τους γονείς ή τα ίδια τα παιδιά και να αντικατασταθούν, η βλάβη μπορεί ήδη να έχει προκληθεί», εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Εκτός από το μέγεθος και το σχήμα των παπουτσιών, υπάρχει ένας αξιοσημείωτος αριθμός άλλων εξωγενών και εγγενών παραγόντων που ενοχοποιούνται για την ανάπτυξη είσφρυσης όνυχος. Τέτοιοι είναι:
Η κληρονομικότητα. Πολλοί άνθρωποι κληρονομούν την τάση να αναπτύσσουν τα νύχια που μεγαλώνουν προς τα μέσα από τον έναν ή και τους δύο γονείς.
Το ακατάλληλο κόψιμο των νυχιών. Το πολύ βαθύ κόψιμο των νυχιών είναι επίσης μια συχνή αιτία ονυχοκρύπτωσης. Κι αυτό συμβαίνει διότι όταν τα νύχια είναι πολύ κοντά, το δέρμα που βρίσκεται στο πλάι τους έχει την τάση να διπλώνει επάνω από αυτά – να τα “σκεπάζει”.
Ένας τραυματισμός. Ο επαναλαμβανόμενος τραυματισμός ενός νυχιού, όπως συμβαίνει στους ποδοσφαιριστές που χτυπούν την μπάλα στα ακροδάχτυλα των ποδιών τους και στις μπαλαρίνες που φορούν πουέντ (τα ειδικά παπουτσάκια για να στέκονται στις μύτες των ποδιών τους) ή ακόμα και ο άπαξ τραυματισμός του, π.χ. από πτώση βαρέος αντικειμένου που έχει οδηγήσει σε απώλεια του νυχιού.
Η κακή κυκλοφορία. Η ύπαρξη ορισμένων παθήσεων, όπως ο διαβήτης, και η εμμονή σε κακές συνήθειες, όπως το κάπνισμα, προκαλούν κακή κυκλοφορία και γίνονται αιτία ονυχοκρύπτωσης.
Η ονυχομυκητίαση. Οι μολύνσεις από μύκητες προκαλούν λέπτυνση ή πλάτυνση του νυχιού, οδηγώντας σε εισχώρησής του στο δέρμα.
Διαταραχές του θυρεοειδούς. Κάποιες διαταραχές του αδένα προκαλούν λέπτυνση ή κύρτωση των νυχιών, με αποτέλεσμα τη δίπλωση του δέρματος πάνω από το νύχι και τη δημιουργία οιδήματος στο δέρμα που βρίσκεται στο άκρο του νυχιού.
Η υπεριδρωσία και η κακή υγιεινή των ποδιών. Η υπερβολική εφίδρωση μπορεί να μαλακώσει την κοίτη του νυχιού, με αποτέλεσμα αυτό να διεισδύει εύκολα στο δέρμα.
Κάποια φάρμακα (π.χ. ρετινοειδή, από του στόματος αντιμυκητιασικά, και φάρμακα κατά του καρκίνου) έχουν ενοχοποιηθεί για ονυχοκρύπτωση.
Αντιμετώπιση
Υπάρχουν συντηρητικές και χειρουργικές θεραπείες. Οι μη χειρουργικές επιλογές γενικά προτιμώνται για ασθενείς με ήπια έως μέτρια συμπτώματα και οι χειρουργικές για εκείνους με σοβαρότερα. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι ορισμένες χειρουργικές τεχνικές έχουν πολύ χαμηλά ποσοστά υποτροπής και επομένως θα πρέπει να εξετάζονται ως επιλογή συχνότερα, παρά το γεγονός ότι είναι πιο επεμβατικές.
Ανεξάρτητα από το είδος της θεραπείας που θα ακολουθηθεί, δίνονται στους ασθενείς οδηγίες για τη χρήση κατάλληλων υποδημάτων που επιτρέπουν στα δάχτυλα να κινούνται ελεύθερα μέσα σε αυτά, χωρίς να πιέζονται καθόλου. Επίσης, οι ασθενείς μαθαίνουν τον σωστό τρόπο κοπής των νυχιών, ώστε να μην εισχωρούν στο δέρμα και κυρίως να μην μολύνονται.
Η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 8 Μαρτίου. Θεσπίστηκε για πρώτη φορά το 1977 με απόφαση της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ.
Ξεκινώντας από την εφηβεία, όπου είναι μία από τις πιο σημαντικές περιόδους στη ζωή της, η μεταβατική περίοδος που το κοριτσάκι γίνεται γυναίκα και βλέπει μέρα με την μέρα το σώμα της να αλλάζει. Αυτή ωστόσο η φάση περιλαμβάνει έντονες και ραγδαίες αλλαγές, τόσο σωματικές όσο και συναισθηματικές και ψυχολογικές και η έφηβη χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή και φροντίδα που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη μετέπειτα συνολική υγεία κάθε γυναίκας.
Προχωρώντας στην ενήλικη ζωή όπου η γυναίκα είναι ευάλωτη σε ανθυγιεινές συνήθειες τρόπου ζωής και έχει να αντιμετωπίσει κινδύνους από πιθανή προχωρημένη μητρική ηλικία, την παχυσαρκία, το μεταβολικό σύνδρομο, την γενετική προδιάθεση για καρδιαγγειακή νόσο, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, και την ανάγκη πρόληψης καρδιαγγειακής νόσου και καρκίνου. Η πρόωρη εμμηνόπαυση ή η πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια φέρνει την Γυναίκα αντιμέτωπη με τις συνέπειες της εμμηνόπαυσης και καλείται να προστατεύσει την διατήρηση της οστικής και μυϊκής της μάζας, την καρδιαγγειακή της Υγεία και άλλες νοσογόνους καταστάσεις.
Ταυτόχρονα οι καρδιαγγειακές νόσοι – και όχι μόνο- στις γυναίκες υποδιαγιγνώσκονται και υποθεραπεύονται τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως. Τόσο οι ίδιες οι γυναίκες όσο και οι ιατροί εξακολουθούν να υποεκτιμούν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο στις γυναίκες.
Σε αυτό το πλαίσιο 8 γυναίκες επιστήμονες απαντούν σε 8 κρίσιμα θέματα υγείας που αφορούν συνολικά την Καρδιαγγειακή Υγεία της Γυναίκας από την παιδική της ηλικία έως την εμμηνόπαυση.
Ιωάννης Κανακάκης, Πρόεδρος Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας
Χριστίνα Χρυσοχόου, Μέλος Δ.Σ. ΕΚΕ
1. Ποια η πρόληψη που πρέπει να ακολουθεί η γυναίκα από νεαρή ηλικία για την Καρδιαγγειακή της Υγεία;
Η αντίληψη ότι οι γυναίκες αποτελούν ένα πληθυσμό χαμηλού καρδιαγγειακού κινδύνου, πρέπει να αναθεωρηθεί, καθ΄ όσον η καρδιαγγειακή νόσος στις γυναίκες έχει υψηλότερη θνητότητα απ’ ό,τι στους άνδρες, ενώ περίπου το 50% των γυναικών στην αναπαραγωγική ηλικία, έχουν ήδη κακή καρδιαγγειακή υγεία.
Η ανάγκη για μεγαλύτερη εγρήγορση και ενημέρωση για την σημασία της πρόληψης, διάγνωσης και θεραπείας, των απειλητικών για την ζωή καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου, είναι απαραίτητη. H Καρδιαγγειακή υγεία μπορεί να γίνει βέλτιστη με την επικέντρωση στις υπάρχουσες ιδιαιτερότητες του φύλου σχετικά με τους κύριους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτης, μεταβολικό σύνδρομο, οικογενής δυσλιπιδαιμία, κακή διατροφή, έλλειψη άσκησης, καθιστική ζωή, κάπνισμα, παχυσαρκία, ψυχοκοινωνικοί παράγοντες και το οικογενειακό ιστορικό για καρδιαγγειακή νόσο.
Μοναδικοί παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου για τις γυναίκες σε νεαρή ηλικία -όπως ιδιαίτερες συνθήκες κατά την κύηση (αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτης, ανεπιθύμητη έκβαση), ορμονικοί παράγοντες (λήψης αντισυλληπτικών φαρμάκων, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, πρόωρη εμμηνόπαυση), καρδιοτοξική χημειοθεραπευτική αγωγή ή ακτινοθεραπεία και ανοσολογικά νοσήματα (πιο συχνά στις γυναίκες-ερυθηματώδης λύκος, ρευματοειδής αρθρίτις)- αυξάνουν τον μελλοντικό καρδιαγγειακό κίνδυνο και χρήζουν ιδιαίτερης φροντίδας και αντιμετώπισης στις νέες γυναίκες. Τροποποίηση του τρόπου ζωής με διακοπή καπνίσματος, συστηματική άσκηση, αποφυγή καθιστικής ζωής, διατήρηση του ιδανικού βάρους του σώματος, υγιεινός τρόπος διατροφής, μέτρια πρόσληψη αλκοόλ και άλατος, είναι απαραίτητα για την πρωτογενή πρόληψη των καρδιαγγειακών συμβαμάτων από την νεαρή ηλικία γυναικών.
2. Ποια είναι τα κύρια συμπτώματα του εμφράγματος στην γυναίκα; Γιατί η γυναίκα μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου μπορεί να έχει πιο δύσκολη πορεία από έναν άνδρα;
Τα συχνότερα συμπτώματα του εμφράγματος δεν διαφέρουν μεταξύ ανδρών και γυναικών. Αυτά είναι έντονος πόνος ή δυσφορία στο στήθος αλλά συχνά περιγράφονται και ως σφίξιμο, κάψιμο ή πίεση βαθιά πίσω από το στέρνο. Συχνά ο πόνος αυτός επεκτείνεται στον λαιμό, την κάτω γνάθο, τους ώμους, τους βραχίονες και τους αγκώνες όπου αποτελεί μια πολύ χαρακτηριστική αντανάκλαση. Κάποιες φορές ο πόνος επεκτείνεται ή και εντοπίζεται στην περιοχή του στομάχου και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή ώστε να μην ξεγελαστούμε θεωρώντας τον πόνο αυτό έλκος ή γαστρίτιδα. Ο πόνος του εμφράγματος συνήθως συνδυάζεται με αίσθημα αδυναμίας, ωχρότητα, ναυτία και έντονη εφίδρωση. Στις γυναίκες ιδιαίτερα, το έμφραγμα εμφανίζεται κάποιες φορές με διαφορετικά από τα παραπάνω συμπτώματα. Έτσι μπορεί να εμφανίσουν ζάλη, δυσκολία στην αναπνοή, έμετο, λιποθυμία, αίσθημα κόπωσης ή ακόμα και αυπνία. Αυτό οδηγεί πολλές φορές σε υποεκτίμηση της σοβαρότητας της κατάστασης τους. Τα παραπάνω συμπτώματα εύκολα αποδίδονται στις γυναίκες σε ψυχολογικά αίτια ή άγχος, με αποτέλεσμα να καθυστερούν να ζητήσουν βοήθεια από τον γιατρό και να καθυστερούν να λάβουν την σωστή θεραπεία, με πολύ σοβαρές συνέπειες για την υγεία και την ίδια τους την ζωή. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι συνήθως οι γυναίκες εμφανίζουν έμφραγμα σε μεγαλύτερη ηλικία αλλά και σοβαρούς παράγοντες κινδύνου που οδηγούν σε αυτό, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπέρτασηκαι η υψηλή χοληστερίνη που μπορεί να παραμένουν χωρίς διάγνωση και θεραπεία για χρόνια, έχει σαν συνέπεια χειρότερη πορεία μετά από έμφραγμα σε σύγκριση με τους άνδρες. Οι γυναίκες θα πρέπει να αναζητούν άμεσα ιατρική βοήθεια εφ΄όσον νιώσουν τα παραπάνω συμπτώματα, να γνωρίζουν και να ‘’ακούν’’ το σώμα τους, να είναι ενημερωμένες για το κληρονομικό ιστορικό από την οικογένειά τους και ταυτόχρονα να μην αμελούν τακτικό έλεγχο των παραγόντων κινδύνου για έμφραγμα που προαναφέρθηκαν.
Άννα Δαγρέ MD, PhD, Επεμβατική Καρδιολόγος, Γ. Νοσοκομείο Ελευσίνας ‘ΘΡΙΑΣΙΟ’’, Πρόεδρος Ο.Ε Αιμοδυναμικής και Επεμβατικής Καρδιολογίας ΕΚΕ
3. Γιατί οι γυναίκες θεωρούνται ευάλωτη ομάδα για την καρδιαγγειακή τους υγεία; Τι διαφοροποιεί τα δυο φύλα στον καρδιαγγειακό τους κίνδυνο;
Οι καρδιαγγειακές νόσοι στις γυναίκες υποδιαγιγνώσκονται και υποθεραπεύονται τόσο στην Ελλάδα όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αν και η ευαισθητοποίηση για τις καρδιαγγειακές νόσους στις γυναίκες έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, τόσο οι ίδιες οι γυναίκες όσο και οι ιατροί εξακολουθούν να υποεκτιμούν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο στις γυναίκες.
Εξαιτίας της ευρέως διαδεδομένης άποψης ότι οι γυναίκες προστατεύονται από τα οιστρογόνα μέχρι την εμμηνόπαυση, πολλές νεότερες γυναίκες θεωρούν λανθασμένα ότι είναι άτρωτες και ότι δεν χρειάζεται να αντιμετωπίζουν και να περιορίζουν τους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακές νόσους, όπως κάπνισμα, παχυσαρκία, αρτηριακή υπέρταση, υπερλιπιδαιμία, σακχαρώδη διαβήτη, έλλειψη άσκησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου αυτών των γυναικών.
Όσον αφορά στα οξέα στεφανιαία σύνδρομα οι γυναίκες συχνά μπορεί να παρουσιάσουν διαφορετικά, μη τυπικά συμπτώματα σε σύγκριση με τους άνδρες. Δηλαδή, αντί του τυπικού θωρακικού-οπισθοστερνικού άλγους μπορεί να εμφανίσουν δύσπνοια, ναυτία, έμετο και άτυπο άλγος (π.χ. στην πλάτη ή το επιγάστριο) με αποτέλεσμα την υποδιάγνωση των οξέων στεφανιαίων συνδρόμων στις γυναίκες και την μη παροχή ή καθυστέρηση εφαρμογής της ενδεδειγμένης φαρμακευτικής αγωγής ή/και επεμβατικής αντιμετώπισης.
Επίσης και στις χρόνιες καρδιαγγειακές νόσους οι γυναίκες λαμβάνουν σε χαμηλότερο ποσοστό θεραπεία σύμφωνη με τις κατευθυντήριες οδηγίες, σε σύγκριση με τους άνδρες.
Επιπλέον δεν λαμβάνονται υπόψη οι σχετιζόμενοι με το φύλο παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. Η πρόωρη εμμηνόπαυση, ο διαβήτης και η υπέρταση κύησης, το ιστορικό πρόωρου τοκετού, το ιστορικό αποβολής, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, το ιστορικό υστερεκτομής, η αυξημένη συχνότητα αυτοάνοσων νόσων στις γυναίκες αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Ωστόσο, μόλις πρόσφατα έχει αρχίσει η ευαισθητοποίηση της ιατρικής κοινότητας σχετικά με αυτούς τους ειδικούς παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου στις γυναίκες.
4. Κολπική μαρμαρυγή. Οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες για επιπλοκές;
Η κολπική μαρμαρυγή αποτελεί ένα συνεχώς διογκούμενο πρόβλημα διεθνώς, αυξάνοντας το κόστος της νοσηλείας αλλά και της αποκατάστασης των ασθενών. Τελευταία τονίζονται ιδιαίτερα οι διαφορές μεταξύ των φύλων στην επίπτωση, την αντιμετώπιση και την πρόγνωση. Σε ασθενείς ηλικίας >75 ετών η επίπτωση της κολπικής μαρμαρυγής είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες. Οι γυναίκες με κολπική μαρμαρυγή έχουν πιο συχνά βαλβιδοπάθεια, στεφανιαία νόσο, και γενικά πιο πολλές συνοσηρότητες. Επιπλέον διαθέτουν πιο αυξημένο κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο και θάνατο συγκριτικά με τους άνδρες. Για τον λόγο αυτό στον καθορισμό του σκορ κινδύνου για εμβολικό επεισόδιο (CHA2DS2 VASC), το γυναικείο φύλο αποτελεί έναν από τους παράγοντες κινδύνου. Οι γυναίκες έχουν πιο επιβαρυμένη συμπτωματολογία, πιο εκτεταμένα εγκεφαλικά επεισόδια και χειρότερη ποιότητα ζωής και πρόγνωση. Πιθανόν η αρνητική αναδιαμόρφωση του αριστερού κόλπου και η έκδηλη διαστολική δυσλειτουργία να παίζουν σημαντικό ρόλο στην συμπτωματολογία των γυναικών. Μετά την εμμηνόπαυση οι γυναίκες χάνουν την προστατευτική δράση των οιστρογόνων οπότε και ο κίνδυνος εμβολικού επεισοδίου είναι μεγαλύτερος. Ακόμα και οι θεραπευτικές στρατηγικές για την κολπική μαρμαρυγή διαφέρουν. Η επιλογή της καρδιομετατροπής και της κατάλυσης αποτελούν λιγότερο συχνές επιλογές ενώ η φαρμακευτική θεραπεία για τον έλεγχο συχνότητας ή η χορήγηση αντιαρρυθμικών φαρμάκων αποτελούν πιο συχνές θεραπευτικές στρατηγικές. Οι γυναίκες γενικά δεν εκπροσωπούνται επαρκώς στις πολυκεντρικές μελέτες για να εξαχθούν αξιόπιστα αποτελέσματα. Απαιτείται πιο ενδελεχής έρευνα στηριζόμενη σε evidence base ιατρική για να εξηγηθούν οι διαφορές αυτές μεταξύ ανδρών και γυναικών με έμφαση κυρίως στην αντιμετώπιση είτε με φαρμακευτική αγωγή (αντιπηκτική αγωγή, αντιαρρυθμικά φάρμακα) είτε με επεμβατική προσέγγιση (κατάλυση κολπικής μαρμαρυγής, σύγκλειση του ωτίου του αριστερού κόλπου με συσκευή).
Αγγέλη Κωνσταντίνα, Καθηγήτρια Καρδιολογίας, Α΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, ΓΝΑ ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ
Photo: Cottonbro @ Pexels.com
5. Η Καρδιακή Ανεπάρκεια στις γυναίκες έχει διαφορετικό πρόσωπο;
Η καρδιακή ανεπάρκεια (ΚΑ) είναι μια πολύ συχνή, χρόνια πάθηση που αντιμετωπίζεται με ιατρική βοήθεια. Στην ΚΑ, η καρδιά δεν μπορεί να παρέχει στο σώμα το αίμα που απαιτείται για να λειτουργήσει σωστά, κύρια γιατί ο μυς της καρδιάς «αδυνατίζει», νεκρώνεται ή «σκληραίνει». Αποτέλεσμα είναι να εμφανιστούν δύσπνοια, εύκολη κούραση και κατακράτηση υγρών (πόδια, κοιλιά, πνεύμονες).
Οι ασθενείς με ΚΑ υπολογίζονται στο 1-2% του πληθυσμού παγκόσμια, παρουσιάζουν δραματική αύξηση τα τελευταία χρόνια, και περίπου το 50% αυτών είναι γυναίκες.
Όπως και με άλλες καρδιοπάθειες, τα αίτια της ΚΑ διαφέρουν μεταξύ γυναικών και ανδρών. Καταστάσεις που σχετίζονται με μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης ΚΑ στις γυναίκες είναι 1) Αρτηριακή Υπέρταση, 2) Σακχαρώδης Διαβήτης, 3) Κολπική Μαρμαρυγή (η πιο συχνή αρρυθμία σε άτομα >60 ετών), 4) Βαλβιδοπάθειες, 5) Παχυσαρκία και 6) Καρδιοτοξικότητα θεραπειών για καρκίνο μαστού. Αντίθετα η στεφανιαία νόσος είναι συχνότερο αίτιο ΚΑ στους άνδρες, παρότι οι γυναίκες που παθαίνουν έμφραγμα μυοκαρδίου έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για ΚΑ και άλλα καρδιαγγειακά επεισόδια από ό,τι οι άνδρες.
Επιπλέον, η ΚΑ επηρεάζει διαφορετικά τα δύο φύλα. Οι γυναίκες παρουσιάζουν ΚΑ σε μεγαλύτερη ηλικία (συνήθως >65 ετών), ενώ εμφανίζουν έναν ιδιαίτερο τύπο ΚΑ, στον οποίο η καρδιά έχει σχετικά καλή σύσπαση (δύναμη να στείλει αίμα στα όργανα), αλλά έχει ‘σκληρύνει’ και δεν μπορεί να ‘χαλαρώσει’ καλά για να γεμίσει με ικανή ποσότητα αίματος. Ο τύπος αυτός ΚΑ (με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης) είναι πιο δύσκολο να διαγνωσθεί και να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά. Οι γυναίκες με ΚΑ έχουν πολύ περισσότερα συμπτώματα, λιγότερη αντοχή στην κούραση, νοσηλεύονται συχνότερα και έχουν συχνότερα κατάθλιψη. Αισιόδοξο είναι ότι οι γυναίκες ζουν λίγο περισσότερο και ανταποκρίνονται λίγο καλύτερα σε ορισμένες θεραπείες, ενώ τα περισσότερα από τα αίτια που τους προκαλούν ΚΑ, μπορούν σε μεγάλο βαθμό να προληφθούν.
Νάκα Κατερίνα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Καρδιολογίας, Β΄ Πανεπιστημιακή Κλινική, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
6. Πολυκυστικές ωοθήκες και καρδιαγγειακός κίνδυνος: Υπάρχει σχέση;
Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών είναι από τις πιο συχνές ενδοκρινολογικές διαταραχές στις γυναίκες του οποίου η επίπτωση αυξάνει σταδιακά. Τα τελευταία χρόνια η νόσος αυτή βρίσκεται στο μικροσκόπιο των ερευνητών όσον αφορά τη συσχέτιση της με καρδιαγγειακά νοσήματα. Παρόλο που οι κλινικές μελέτες δεν είναι ξεκάθαρες και σε πολλές τα αποτελέσματα δεν συμφωνούν απόλυτα, θεωρείται ότι οι γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν άτομα αυξημένου κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα και να τροποποιούνται νωρίς και επιθετικά οι συνυπάρχοντες παράγοντες κινδύνου. Οι παράγοντες αυτοί συχνά είναι σημαντικοί και στη ρύθμισή τους πρέπει να δίνεται πρώτη προτεραιότητα αφού άλλωστε δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για το σύνδρομο. Καταρχήν το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών συνδέεται με παχυσαρκία η οποία εμφανίζεται ήδη από την εφηβική ηλικία. Η παχυσαρκία αυτή καθαυτή είναι γνωστό ότι σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Επίσης, στους παθογενετικούς μηχανισμούς της νόσου, εκτός από την υπερανδρογοναιμία, συχνά συμμετέχουν διάφορες καρδιομεταβολικές παθολογικές καταστάσεις όπως η αντοχή στην ινσουλίνη, υπερλιπιδαιμία, σακχαρώδης διαβήτης και υπέρταση. Τα παραπάνω αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που οδηγούν στη αθηρωμάτωση και κατ’ επέκταση στα καρδιαγγειακά νοσήματα. Η υπερλιπιδαιμία σε αυτές τις γυναίκες συνυπάρχει σε ένα ποσοστό που φθάνει το 70% και δεν αφορά μόνο αύξηση των επιπέδων της LDL αλλά και μείωση των επιπέδων της HDL.
Ωστόσο, αν και οι περισσότερες μετα-αναλύσεις έχουν δείξει ότι αυτές οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη επίπτωση στεφανιαίας νόσου, εμφραγμάτων μυοκαρδίου και εγκεφαλικών υπάρχει ανάγκη για το σχεδιασμό μεγαλύτερων και πιο μακροχρόνιων μελετών οι οποίες θα αναδείξουν καλύτερα τη συσχέτιση του συνδρόμου με τα καρδιαγγειακά νοσήματα.
7. Τι πρέπει να προσέχει η γυναίκα πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την εγκυμοσύνη;
Η περίοδος της κύησης είναι μια περίοδος γεμάτη χαρά και προσδοκία για την μελλοντική μητέρα. Υπάρχουν όμως κάποιες πληροφορίες απαραίτητες για τη φροντίδα της μητέρας, που τα τελευταία χρόνια είναι όλο και συχνότερα μεγαλύτερη σε ηλικία.
Το πιο σημαντικό είναι η ενημέρωση όλων των γυναικών που έχουν ιστορικό οποιασδήποτε καρδιαγγειακής νόσου, είτε συγγενούς είτε επίκτητης, πριν αποφασίσουν την εγκυμοσύνη να μιλήσουν με τον καρδιολόγο τους ο οποίος είτε θα τις παραπέμψει για περαιτέρω διερεύνηση είτε θα δώσει το πράσινο φως για την μελλοντική εγκυμοσύνη.
Το ίδιο ισχύει και για τις γυναίκες που έχουν προδιαθεσικούς παράγοντες για καρδιαγγειακή νόσο όπως αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη, αυξημένη χοληστερόλη, κάπνισμα και οικογενειακό ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου.
Τα τελευταία χρόνια πολλές γυναίκες υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση. Η ίδια η διαδικασία δημιουργεί κάποιες αλλαγές στην καρδιακή συχνότητα, την αρτηριακή πίεση και την καρδιακή λειτουργία ανάλογα με το πρωτόκολλο διέγερσης των ωοθηκών που συνήθως είναι πολύ μικρές και περνούν απαρατήρητες. Κατά τη διάρκεια της κύησης οι επιπλοκές που μπορεί να εμφανιστούν ακόμα και σε γυναίκες χωρίς προηγούμενο καρδιολογικό ιστορικό είναι:
Υπέρταση κύησης, σακχαρώδης διαβήτης κύησης, προεκλαμψία/εκλαμψία, ελλιποβαρές νεογνό, καθυστερημένη ενδομήτρια ανάπτυξη του νεογνού και τέλος θνησιγενές νεογνό. Όλες οι παραπάνω επιπλοκές αντανακλούν την αδυναμία των αγγείων του πλακούντα να ανταπεξέλθουν στην εγκυμοσύνη και αποτελούν σήμα κινδύνου για την μελλοντική καρδιαγγειακή υγεία της γυναίκας.
Έτσι στα σύγχρονα καρδιολογικά ιατρεία λαμβάνεται και το μαιευτικό ιστορικό των γυναικών. Σε περίπτωση επιπλοκών της κύησης θα πρέπει να τροποποιηθούν οι παράγοντες κινδύνου άμεσα μετά την κύηση: Έλεγχος αρτηριακής πίεσης, ρύθμιση σακχάρου και χοληστερόλης, διακοπή καπνίσματος, άσκηση και απώλεια βάρους αν χρειάζεται, υγιεινή διατροφή.
Η παρακολούθηση μετά την κύηση από καρδιολόγο καθορίζεται κατά περίπτωση.
8. Πρόωρη εμμηνόπαυση. Μπορώ να πάρω θεραπεία υποκατάστασης; Αυξάνει τον καρδιαγγειακό μου κίνδυνο ή τον κίνδυνο για καρκίνο μαστού;
Οι γυναίκες σε πρώιμη εμμηνόπαυση έχουν αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα και εγκεφαλικό επεισόδιο, λόγω της απώλειας της θετικής δράσης των οιστρογόνων. Πρώιμη είναι η εμμηνόπαυση που συμβαίνει πριν την ηλικία των 40 και αφορά το 1% των γυναικών.
Η θεραπεία υποκατάστασης ορμονών δεν επιδεινώνει τον κίνδυνο καρδιοαγγειακής νόσου όταν ξεκινά πριν τα 60 έτη και 10 χρόνια από την εμμηνόπαυση. Η χρήση ορμονοθεραπείας που περιλαμβάνει μόνο οιστρογόνο δεν επηρεάζει ή και ελαττώνει την πιθανότητα καρδιακού επεισοδίου. Ωστόσο αν περιέχεται και προγεσταγόνο τότε ο κίνδυνος μπορεί να αυξηθεί λίγο. Ο κίνδυνος εγκεφαλικού επεισοδίου μπορεί να αυξηθεί λίγο με την χορήγηση ορμονοθεραπείας από το στόμα όχι όμως και με την διαδερμική χορήγηση. Η διαδερμική χορήγηση είναι ασφαλής και σε γυναίκες με αυξημένο σωματικό βάρος. Οι γυναίκες που έχουν επιβαρυντικό ιστορικό για θρομβοεμβολικό επεισόδιο συστήνεται ειδικός αιματολογικός έλεγχος πριν την έναρξη της θεραπείας. Ο κίνδυνος καρκίνου του μαστού σε γυναίκες σε ηλικίες γύρω από την εμμηνόπαυση ποικίλει ανάλογα με τους επιβαρυντικούς παράγοντες. Οι γυναίκες που η θεραπεία υποκατάστασης ορμονών μπορεί να έχει μεγαλύτερη επίπτωση στην εμφάνιση καρκίνου του μαστού είναι οι άτοκες ή αυτές που έγιναν μητέρες μετά τα 30, αυτές που έχουν πυκνούς μαστούς που υπάρχει οικογενειακό ιστορικό εμφάνισης του καρκίνου του μαστού ή ιστορικό καλοήθους νόσου του μαστού που όμως χρειάστηκε λήψη βιοψίας. Οι υπέρβαρες γυναίκες έχουν ήδη αυξημένο κίνδυνο και η λήψη ορμονοθεραπείας δεν αυξάνει τον κίνδυνο περαιτέρω ενώ σ’ αυτές με χαμηλό σωματικό βάρος μπορεί να το αυξήσει. Η δόση, ο τρόπος χορήγησης και η διάρκεια της θεραπείας υποκατάστασης θα πρέπει να εξατομικεύεται και να επανεκτιμάται σε σταθερά χρονικά διαστήματα Η διασφάλιση της ποιότητας ζωής με τη διατήρηση της σωματικής και ψυχολογικής υγείας της γυναίκας μετά την εμμηνόπαυση είναι θεμελιώδης και αλλαγές του τρόπου ζωής όπως διακοπή καπνίσματος, άσκηση και προσεγμένη διατροφή θα πρέπει να ενθαρρύνονται.
Γκουζιούτα Αγγελική, Επιμελήτρια Α’ , Μονάδα Καρδιακής Ανεπάρκειας και Μεταμόσχευσης Καρδιάς, Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο
Σημαντική μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας σημειώνεται κατά την κλιμακτήριο και την εμμηνόπαυση, εξέλιξη που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα τόσο προσωπικά όσο και συζυγικά. Αυτή η έλλειψη ενδιαφέροντος είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της γυναικείας σεξουαλικής δυσλειτουργίας, και οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, όπως στις φυσιολογικές ορμονικές αλλαγές και τα εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα.
Η έλλειψη πληροφόρησης και οι προκαταλήψεις σχετικά µε το θέμα της σεξουαλικότητας στη χώρα μας, αποτελούν τους λόγους που εμποδίζεται η συνέχιση μιας ομαλής σεξουαλικής ζωής, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να κλείνουν αυτό το κεφάλαιο της ζωής τους οριστικά.
Οι ορμόνες δεν είναι ο μόνος παράγοντας που ενοχοποιείται. Υπάρχουν κι άλλοι, που εάν εντοπιστούν και αντιμετωπιστούν, οι γυναίκες θα μπορούν να απολαμβάνουν τη σεξουαλική ζωή τους έως τα γεράματά τους. Η σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να οφείλεται στην έλλειψη επιθυμίας, διέγερσης, οργασμού ή στον πόνο κατά τη συνουσία. Μέρος του προβλήματος μπορεί να αφορά σε παρενέργειες φαρμάκων, όπως τα αντικαταθλιπτικά, στην ύπαρξη κάποιων παθήσεων, όπως ο διαβήτης, καθώς και σε ψυχολογικούς παράγοντες, όπως οι αλλαγές στο σώμα, που τις κάνουν να νιώθουν πιο αμήχανα.
Όταν τα προβλήματα οφείλονται στα φάρμακα, η αντικατάστασή τους με άλλα που δεν προκαλούν τέτοιες παρενέργειες, πάντα υπό την καθοδήγηση του θεράποντος ιατρού, επαναφέρει τη σεξουαλική ζωή σε ικανοποιητικά επίπεδα. Εάν ξεκινούν από τη νέα ορμονική κατάσταση, η λήψη του σωστού σχήματος ορμονικής υποκατάστασης μπορεί πραγματικά να βοηθήσει.
Ένας συνήθης λόγος αποστασιοποίησης από τη σεξουαλική ζωή είναι η επώδυνη συνουσία. Αυτή οφείλεται στην ελάττωση των κολπικών εκκρίσεων και την εμφάνιση κολπικής ξηρότητας που επιφέρει η μείωση των οιστρογόνων κατά την εμμηνόπαυση. Είναι ένα από τα συμπτώματα της αιδοιοκολπικής ατροφίας, η οποία αποτελεί μέρος του ουροποιογεννητικού συνδρόμου της εμμηνόπαυσης. Αυτό μπορεί να προκαλέσει ενόχληση ή αίσθημα κνησμού εσωτερικά και γύρω από το άνοιγμα του κόλπου και πόνο ή δυσφορία κατά την ερωτική επαφή.
Πάνω από τις μισές γυναίκες αυτής της ηλικίας υποφέρουν από κολπική ξηρότητα, αλλά σπανίως την αναφέρουν στον ιατρό τους και συνεπώς δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς. Η λήψη οιστρογόνων μπορεί να εξαλείψει τα συμπτώματα, αλλά ενδεχομένως να αντενδείκνυται ή να μην είναι επιθυμητή. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστεί άμεσα, αφού το σεξ δεν είναι απολαυστικό και αυτό επηρεάζει τη λίμπιντο και το αίσθημα διέγερσης.
Η λύση είναι η χρήση ενός κολπικού παρασκευάσματος οιστρογόνων, το οποίο μπορεί να μειώσει την ξηρότητα και τον πόνο κατά τη συνουσία. Οι μη ορμονικές κολπικές ενυδατικές κρέμες αποτελούν εναλλακτική λύση. Τα λιπαντικά με βάση το νερό ή τη σιλικόνη, μπορούν επίσης να βοηθήσουν. Τα λιπαντικά σιλικόνης διαρκούν πολύ περισσότερο από τα λιπαντικά νερού, ενώ αφήνουν την περιοχή βελούδινη, καθώς το λιπαντικό δεν απορροφάται από το δέρμα.
Ένας άλλος λόγος μείωσης της λίμπιντο είναι οι διαταραχές του ύπνου, οι οποίες είναι συχνές κατά την κλιμακτήριο και την εμμηνόπαυση. Στοιχεία δείχνουν ότι το 28% – 63% των γυναικών αυτής της ηλικίας υποφέρουν από αυτές. Οι μελέτες έχουν καταδείξει ότι υπάρχει αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης προβλημάτων ύπνου κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση, με στενή συσχέτισή τους με την παρουσία εξάψεων και εφίδρωσης. Όταν αυτά συνδυάζονται με κνησμό στο δέρμα, σύνδρομο ανήσυχων ποδιών και ερεθισμό του αιδοίου, του κόλπου ή της ουροδόχου κύστης, o ύπνος μπορεί να καταστεί άπιαστο όνειρο. Τα τοπικά οιστρογόνα και μια καλή κολπική ενυδατική κρέμα μπορούν να βοηθήσουν.
Τέλος, άλλη μια αιτία της χαμηλής λίμπιντο κατά την εμμηνόπαυση είναι η ανία, ειδικά στις μακροχρόνιες σχέσεις. Το σεξ υπό τις ίδιες συνθήκες, ίδια σειρά, χωρίς φαντασία, χωρίς καινούργιες εμπειρίες επί δεκαετίες, φέρνει κούραση και εντέλει αδιαφορία.
Ο έρπης ζωστήρας είναι μια ιογενής, επώδυνη, αυτοπεριοριζόμενη νόσος. Προκαλείται από την επανενεργοποίηση, οποιαδήποτε χρονική στιγµή, του ιού που προκαλεί την ανεμοβλογιά, ο οποίος παραµένει στο νευρικό σύστηµα σε λανθάνουσα κατάσταση ακόμα και πολλά έτη μετά την αρχική νόσο.
Ο κίνδυνος εμφάνισης του έρπητα ζωστήρα, καθώς και των επιπλοκών του, αυξάνεται με την ηλικία και αφορά συχνότερα άτομα άνω των 50 ετών επισημαίνει η κα Χριστίνα Κωτσόγιαννη, Παθολόγος του θεραπευτηρίου ΥΓΕΙΑ.
Συμπτώματα
Τα συµπτώµατα του έρπητα ζωστήρα κυμαίνονται από ήπια έως πολύ σοβαρά. Τυπικά εκδηλώνεται με πρώιμες διαταραχές αισθητικότητας (καύσος, παραισθησία, πόνος σταθερός ή διαλείπων σε κάποιο δερμοτόμιο − περιοχή του δέρματος συνδεδεμένη με συγκεκριμένο νωτιαίο νεύρο) διάρκειας 1-10 ημερών, και μπορεί να μιμείται άλλες καταστάσεις (π.χ. θωρακαλγία, ισχιαλγία, ενδοκοιλιακές φλεγμονές κτλ.), ενώ μπορεί να συνοδευτεί από μυαλγίες και πυρετό.
Ακολουθεί, μετά από μερικές ημέρες, εμφάνιση φυσαλιδώδους εξανθήματος, συχνά στο άνω µέρος του σώµατος (θώρακα και λαιμό). Το εξάνθημα επουλώνεται σταδιακά (σε λίγες εβδοµάδες) αν δεν επιπλακεί με λοίµωξη του δέρµατος ή μόνιμες ουλές. Στο 10-20% των περιπτώσεων επηρεάζεται ο οφθαλµός, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση της όρασης ή ακόµα και σε τύφλωση. Για όσο χρόνο είναι παρούσες οι φυσαλίδες είναι δυνατόν να μεταδοθεί ανεμοβλογιά σε άτομα που δεν έχουν νοσήσει στο παρελθόν.
Αν και στις περισσότερες περιπτώσεις η νόσος είναι αυτοπεριοριζόμενη και ο πόνος υποχωρεί με την επούλωση του εξανθήματος, σε ένα ποσοστό παραμένουν χρόνιες επιπλοκές − ιδίως στις μεγαλύτερες ηλικίες (έως το 20% των πασχόντων από έρπητα ζωστήρα άνω των 50 ετών). Η συχνότερη και σημαντικότερη από αυτές είναι η µεθερπητική νευραλγία, δηλαδή µακροχρόνιος νευροπαθητικός πόνος διάρκειας άνω των 30 ημερών, που προκαλείται ακόµα και από πολύ ήπια ερεθίσµατα, όπως η αφή των ρούχων ή ένα ελαφρύ αεράκι. Μπορεί να διαρκέσει µήνες ή ακόµα και χρόνια και οι επιπτώσεις του είναι πολύ σοβαρές, γιατί διαταράσσουν τον ύπνο, την ψυχική υγεία, την εργασία, την κοινωνική ζωή και γενικότερα την ποιότητα ζωής ενώ, επιπλέον, μπορεί να είναι δύσκολο να θεραπευτεί.
Διάγνωση
Η διάγνωση είναι κλινική και στηρίζεται στο ιατρικό ιστορικό και την ιατρική εξέταση του ασθενούς. Η εργαστηριακή ανίχνευση του ιού γίνεται με μοριακή ανίχνευση PCR από δείγμα φυσαλίδων ή αίματος μόνο σε άτυπες περιπτώσεις που αφορούν κυρίως ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς.
Θεραπεία
Η θεραπεία είναι κυρίως συμπτωματική και ανακουφιστική με κομπρέσες αλουμινόνερου και τοπικές λοσιόν καλαμίνης. Η χρήση κορτιζόνης είναι αμφιλεγόμενη, ενώ ο πόνος αντιμετωπίζεται με μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, οπιοειδή, αντιεπιληπτικά ή αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Ειδική αντιική θεραπεία (ακυκλοβίρη, φαμσικλοβίρη, βαλασικλοβίρη) δίδεται για μείωση της διάρκειας του εξανθήματος και του νευροπαθητικού πόνου και, για να είναι αποτελεσµατική, πρέπει να ξεκινήσει εντός 72 ωρών από την εµφάνιση του εξανθήµατος.
Ενδονοσοκομειακή αντιμετώπιση συστήνεται σε σοβαρές καταστάσεις, όπου υπάρχει προσβολή του οφθαλμού, του κεντρικού νευρικού συστήματος ή διάχυτη προσβολή όπως στην περίπτωση ανοσοκατεσταλμένων ασθενών, σε προσβολή περισσοτέρων του ενός δερμοτομίων και σε βακτηριακή επιλοίμωξη των βλαβών του προσώπου.
Προληπτικά συστήνεται εμβολιασμός στους ενήλικες ηλικίας 60-75 ετών, ενώ, σε πολύ ευπαθείς ομάδες, μπορεί να χορηγηθεί ενδοφλέβια ανοσοσφαιρίνη μετά από έκθεση στον ιό.
Η εμμηνόπαυση είναι ένας φυσιολογικός σταθμός στη ζωή της γυναίκας, ο οποίος σηματοδοτείται από την οριστική διακοπή της εμμηνορρυσίας. Εμφανίζεται γύρω στα 51 έτη, με απόκλιση 3-5 ετών.
Μας εξηγεί η Δρ. Χρυσάνθη Σαρδέλη, Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Κλινικός Φαρμακολόγος με εξειδίκευση στην Αναπαραγωγική Τοξικολογία, Αναπλ. Καθηγήτρια Φαρμακολογίας-Κλινικής Φαρμακολογίας ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα ΕΛΕΤΕΜ
Πρόκειται για φυσιολογική κατάσταση με συχνά έντονη συμπτωματολογία και επιπτώσεις στην υγεία και πιθανώς στην ποιότητα ζωής πολλών γυναικών. Τα συμπτώματα εμφανίζονται με την έναρξη της εμμηνόπαυσης ή μπορεί να προϋπάρχουν ήδη από την περίοδο της κλιμακτηρίου. Πολλές φορές επιμένουν έως και 5-8 χρόνια μετά την τελευταία εμμηνορρυσία, μολονότι αρκετές δεν τα αναφέρουν καθόλου ή τα εμφανίζουν σποραδικά ή σε ήπιο βαθμό.
Πολλές γυναίκες που ταλαιπωρούνται από εμμηνοπαυσιακά ενοχλήματα καταφεύγουν σε συμπληρωματικές-εναλλακτικές θεραπείες για την αντιμετώπιση τους, επιλέγοντας π.χ. βότανα ή συμπληρώματα διατροφής αντί για θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (ΘΟΥ) ή άλλη κατάλληλη, μη ορμονική φαρμακοθεραπεία. Άλλες γυναίκες απαγορεύεται να λάβουν ΘΟΥ λόγω π.χ. ιστορικού καρκίνου του στήθους, θρομβώσεων ή ηπατικής νόσου ή μπορεί να αρνούνται τη λήψη ΘΟΥ λόγω των πιθανών επιπλοκών. Η επιλογή οποιασδήποτε θεραπείας – συμβατικής, συμπληρωματικής-εναλλακτικής ή συνδυασμών τους – αποτελεί περίπλοκο ζήτημα, που απαιτεί σφαιρική πληροφόρηση και συνεργασία μεταξύ της γυναίκας και του/της γιατρού της.
Οι διαθέσιμες συμπληρωματικές-εναλλακτικές θεραπείες χωρίζονται αδρά σε:
Διατροφικές παρεμβάσεις & εναλλακτική φαρμακοθεραπεία (π.χ. ειδικές δίαιτες, συμπληρώματα διατροφής, βότανα, άλλα φυτοθεραπευτικά, προβιοτικά, θεραπείες που βασίζονται σε χορήγηση βακτηρίων/άλλων μικροοργανισμών)
Συνδυασμός των παραπάνω: είτε άσκησης και ψυχολογικής παρέμβασης, όπως π.χ. yoga σε συνδυασμό με τεχνοθεραπεία, είτε διατροφικής και ψυχολογικής παρέμβασης, όπως π.χ. η ενσυνείδητη σίτιση.
Η επιλογή κατάλληλων κλινοσκεπασμάτων, η κατάποση μικρών ποσοτήτων δροσερού νερού πριν τον ύπνο, το χαμήλωμα του θερμοστάτη, η αποφυγή αλκοόλ, καρυκευμάτων και καφεΐνης, η διακοπή του καπνίσματος, η ένδυση σε στρώματα που αφαιρούνται εύκολα, το φυσιολογικό βάρος και η χρήση βεντάλιας/ατομικού ανεμιστήρα είναι κάποιες από τις αλλαγές του τρόπου ζωής που, μαζί με τεχνικές όπως η υπνοθεραπεία, οι τεχνικές αύξησης της ενσυνειδητότητας και ο διαλογισμός, φαίνεται να αντιμετωπίζουν ικανοποιητικά το πρόβλημα για αρκετές γυναίκες, χωρίς απαραίτητα να επιφέρουν μείωση της συχνότητας εμφάνισης εξάψεων ή νυκτερινών εφιδρώσεων.
Για τις υπόλοιπες, που ίσως απαγορεύεται να χρησιμοποιήσουν ΘΟΥ (επειδή π.χ. διατηρούν τη μήτρα τους) ή ανησυχούν για τους πιθανούς κινδύνους, υπάρχει η επιλογή της συνταγογράφησης μικρών δόσεων παροξετίνης, ενός αντικαταθλιπτικού φαρμάκου με ικανοποιητική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια.
Αρκετές γυναίκες επιλέγουν εναλλακτικές θεραπείες, όπως λήψη ισοφλαβονών σόγιας, δεϋδροεπιανδροστερόνης (DHEA) ή ρίζας φυγοκορίδας, αν και τέτοια προϊόντα δεν είναι αποδεδειγμένα αποτελεσματικά. Η ρίζα φυγοκορίδας μπορεί σπανίως να προκαλεί σοβαρή ηπατική βλάβη, όπως και η DHEA, η οποία επιπλέον μεταβολίζεται σε οιστρογόνα και τεστοστερόνη. Τα φυτοοιστρογόνα που περιέχονται σε κάποια δημητριακά, λαχανικά, όσπρια και καρπούς είναι ουσίες με ασθενή οιστρογονική δράση. Η αποτελεσματικότητα τους – ως μερικά υποκατάστατα συνθετικών ή ενδογενώς παραγόμενων οιστρογόνων – αμφισβητείται, ενώ η μακροπρόθεσμη ασφάλεια τους παραμένει άγνωστη – αν και η βραχυπρόθεσμη χρήση τους θεωρείται μάλλον ασφαλής. Η χρήση kava, maca, νυχτολούλουδου, dong-quai και ginseng είναι επίσης ευρέως διαδεδομένη, παρότι η αποτελεσματικότητα τους παραμένει αμφιλεγόμενη. Η kava έχει ενοχοποιηθεί για πρόκληση σοβαρής ηπατικής βλάβης, ενώ το dong-quai αντενδείκνυται σε ασθενείς που λαμβάνουν βαρφαρίνη. Η λήψη βιοπανομοιότυπων ορμονών (φυτικών σκευασμάτων με χημική δομή παρόμοια ή πανομοιότυπη αυτής των ενδογενώς παραγόμενων ορμονών) πρέπει να αποφεύγεται λόγω της έλλειψης δεδομένων που να επιβεβαιώνουν την ασφάλεια και αποτελεσματικότητά τους, αμφιβολιών για την ποιότητα παρασκευής τους και επειδή η προώθηση τους συχνά συνοδεύεται από παραπλανητικούς ισχυρισμούς, χωρίς επαρκή ενημέρωση για τους πιθανούς κινδύνους που σχετίζονται με τη λήψη τους. Ομοίως, ούτε ο βελονισμός (σε σχέση με τον εικονικό βελονισμό), ούτε η yoga έχει αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση των εξάψεων και των νυκτερινών εφιδρώσεων.
Πέραν της λήψης συνταγογραφούμενων υπναγωγών φαρμάκων, που όμως δεν ενδείκνυται να χρησιμοποιούνται μακροχρονίως, η βελτίωση της ποιότητας του ύπνου υποβοηθείται από τη διατήρηση ενός σταθερού ημερήσιου προγράμματος, την αποφυγή του ύπνου αργά το μεσημέρι ή τις απογευματινές ώρες, την αποφυγή της χρήσης ηλεκτρονικών συσκευών με φωτιζόμενες οθόνες πριν τον ύπνο, τη διατήρηση της θερμοκρασίας του υπνοδωματίου σε ανεκτά επίπεδα, την αποφυγή έντονης σωματικής προσπάθειας ή κατανάλωσης μεγάλων γευμάτων πριν τον ύπνο και την αποφυγή καφεΐνης ή αλκοόλ.
Οι διαταραχές ύπνου αναγκάζουν κάποιες γυναίκες να καταφύγουν στη λήψη μη συνταγογραφούμενων σκευασμάτων μελατονίνης, τα οποία περιέχουν ανάλογα της ορμόνης που εκκρίνει ο εγκέφαλος όταν κάποιος βρίσκεται σε σκοτεινό περιβάλλον, η οποία μεταξύ άλλων ρυθμίζει τον κιρκάδιο ρυθμό. Δυστυχώς, τα υπάρχοντα δεδομένα δεν τεκμηριώνουν επαρκώς την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της μελατονίνης για την αντιμετώπιση της αϋπνίας. Η μελατονίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή από ανθρώπους που λαμβάνουν συγχρόνως αντιπηκτικά φάρμακα ή είναι αλλεργικοί στη δραστική ουσία ή τα έκδοχα των σκευασμάτων μελατονίνης, από ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας -λόγω πρόκλησης υπνηλίας στη διάρκεια της ημέρας – ενώ απαγορεύεται η λήψη της από ασθενείς με άνοια. Στις περιπτώσεις που δεν επιτυγχάνεται ικανοποιητική βελτίωση, η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία είναι αποδεδειγμένο ότι βοηθάει στην επίλυση προβλημάτων που σχετίζονται με περιεμμηνοπαυσιακές διαταραχές ύπνου.
Η έλευση της εμμηνόπαυσης συχνά συνοδεύεται από κολπική ξηρότητα, πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή, αίσθημα καύσους ή κνησμού και στενότητα της εισόδου του κόλπου. Πολλές γυναίκες καταφεύγουν στη χρήση λιπαντικών προϊόντων κατά την επαφή ή την συστηματική εφαρμογή σκευασμάτων που ενυδατώνουν τον κόλπο. Τα αποτελέσματα διαφέρουν από γυναίκα σε γυναίκα, αλλά η χρήση τέτοιων προϊόντων είναι σχετικά ασφαλής και βολική, αν και η αγορά τους επιφέρει οικονομική επιβάρυνση.
Στις περιπτώσεις μη ικανοποιητικού αποτελέσματος υπάρχουν δύο εγκεκριμένα, μη ορμονικά, συνταγογραφούμενα σκευάσματα για την αντιμετώπιση της μέτριας ή σοβαρής δυσπαρευνίας, η πραστερόνη και η οσπεμιφένη, τα οποία έχουν αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα, συγκρίσιμη με αυτή των οιστρογονικών σκευασμάτων, και ικανοποιητική ασφάλεια.
Το tai chi και κάθε είδους ασκήσεις που συμπεριλαμβάνουν διαλογισμό μπορεί να είναι χρήσιμα στην μείωση της βαρύτητας των συνήθων εμμηνοπαυσιακών συμπτωμάτων, συμπεριλαμβανομένων της συχνότητας και της έντασης των εξάψεων, των διαταραχών ύπνου και διάθεσης, του άγχους και των μυοσκελετικών ενοχλημάτων. Η υπνοθεραπεία φαίνεται ότι βοηθάει στην αντιμετώπιση των εξάψεων – αν και συχνά είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς κατάλληλα εκπαιδευμένο υπνοθεραπευτή. Η λήψη βιταμίνης Ε πιθανολογείται από μικρό αριθμό μελετών ότι μπορεί να βελτιώνει τα εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα. Η αποτελεσματικότητα όμως φαίνεται να είναι εξίσου μικρή, ενώ οι συγκεντρώσεις που περιέχονται στα σχετικά σκευάσματα είναι σχετικά υψηλές. Η λήψη της μπορεί να συνοδεύεται από αύξηση του κινδύνου αιμορραγίας, συμπεριλαμβανομένων των αιμορραγικών αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων ενώ αντενδείκνυται σε ασθενείς που λαμβάνουν βαρφαρίνη. Η yoga φαίνεται να είναι εξίσου αποτελεσματική με άλλες μορφές άσκησης όσον αφορά στην ελάττωση της βαρύτητας των εμμηνοπαυσιακών ενοχλημάτων, ιδίως των μυοσκελετικών, και την μείωση της γενικευμένης ανησυχίας και κόπωσης και της κατάθλιψης. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να τεκμηριώνουν την υπεροχή κάποιου τύπου yoga έναντι άλλων. Η αρωματοθεραπεία, η ρεφλεξολογία, ο βελονισμός και η παραδοσιακή κινεζική ιατρική είναι μερικές από τις εναλλακτικές θεραπείες που έχουν δοκιμαστεί για την αντιμετώπιση των εμμηνοπαυσιακών συμπτωμάτων με σχετική επιτυχία. Τα διαθέσιμα δεδομένα, όμως, είναι περιορισμένα όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα τέτοιων θεραπειών, ενώ υπάρχουν και αντικρουόμενα αποτελέσματα που χρήζουν περαιτέρω μελέτης.
Σε γενικές γραμμές, οι υγιείς γυναίκες με αυτόματη εμμηνόπαυση σε ηλικίες 45-54 ετών, χωρίς ή με ήπια συμπτώματα που δεν επηρεάζουν την ποιότητα ζωής τους, δεν χρειάζεται να αναζητήσουν κάποια θεραπεία. Οι γυναίκες, στις οποίες η οριστική διακοπή της εμμηνορρυσίας επέρχεται ως αποτέλεσμα χειρουργικής αφαίρεσης των ωοθηκών, ακτινοθεραπείας ή αντικαρκινικής χημειοθεραπείας, συνήθως βιώνουν εντονότερες ενοχλήσεις και σημαντική επιδείνωση της ποιότητας ζωής τους.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα δεδομένα, τα οιστρογόνα αποτελούν την αποτελεσματικότερη επιλογή για την αντιμετώπιση των εξάψεων και των νυκτερινών εφιδρώσεων, ενώ επιφέρουν τη μεγαλύτερη βελτίωση της ποιότητας ζωής των γυναικών με έντονη συμπτωματολογία. Όσον αφορά στην αντιμετώπιση των λοιπών εμμηνοπαυσιακών ενοχλημάτων άλλες, μη φαρμακευτικές θεραπείες μπορεί να έχουν συγκρίσιμα ή καλύτερα αποτελέσματα. Η λήψη οιστρογόνων απαιτεί τακτική ιατρική παρακολούθηση και δεν ενδείκνυται για όλες τις γυναίκες, λόγω του κινδύνου εμφάνισης μακροπρόθεσμων επιπλοκών. Η λήψη μη ορμονικών σκευασμάτων, ασχέτως της αποτελεσματικότητας τους, συνοδεύεται συνήθως από ελλιπή δεδομένα σχετικά με τη μακροχρόνια ασφάλεια τους.
Ένας υγιής τρόπος ζωής, φυσιολογικό βάρος, ισορροπημένη προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική ζωή, ικανοποιητική φυσική δραστηριότητα και θετική στάση ζωής είναι παράγοντες που δρουν βοηθητικά στην αντιμετώπιση τυχόν εμμηνοπαυσιακών ενοχλημάτων. Η επιλογή οποιασδήποτε άλλης θεραπείας απαιτεί προσεκτική στάθμιση των προσδοκώμενων κερδών έναντι των πιθανών κινδύνων – ειδικά επειδή για πολλές από αυτές τα υπάρχοντα δεδομένα αποτελεσματικότητας και ασφάλειας είναι συχνά αντικρουόμενα, κακής ποιότητας ή και ανύπαρκτα. Κάθε γυναίκα πρέπει να συζητά τα συμπτώματα, το οικογενειακό/ατομικό ιατρικό ιστορικό και τις προσωπικές προτιμήσεις της με τον/την γιατρό της. Ασχέτως του τι θα επιλέξει, πρέπει να επισκέπτεται τον/την γιατρό της τουλάχιστον μία φορά ετησίως, με σκοπό να συζητούν τη γενική της κατάσταση, το αποτέλεσμα τυχόν θεραπείας που λαμβάνει και οποιεσδήποτε αλλαγές ενδείκνυνται ή επιθυμεί η ίδια να γίνουν. Η λήψη οποιουδήποτε ΄΄φυσικού΄΄ ή φυτικού προϊόντος πρέπει να αναφέρεται πάντα στον/στην γιατρό ή φαρμακοποιό, εξαιτίας των πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών ή αλληλεπιδράσεων με φάρμακα ή τροφές. Τα διάφορα συμπληρώματα διατροφής δεν ελέγχονται με τον ίδιο τρόπο ως προς την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα τους όπως τα συνταγογραφούμενα ή μη φάρμακα και άρα η χρήση τους μπορεί συνοδεύεται από απρόβλεπτες ή σοβαρές επιπλοκές, ενώ οι περιεκτικότητες σε δραστικές ουσίες ή έκδοχα μπορεί να διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των σκευασμάτων. Η επιλογή θεραπευτή είναι επίσης κομβικής σημασίας για την επιτυχία οποιασδήποτε συμπληρωματικής-εναλλακτικής θεραπείας και την αποφυγή επιπλοκών ή άλλων βλαβών από κακή ή ακατάλληλη εφαρμογή τους.
Αρκετά συχνή είναι η εμφάνιση δερματικών προβλημάτων κατά τη διάρκεια της κύησης, τα περισσότερα από τα οποία θεραπεύονται χωρίς ιδιαίτερες ιατρικές παρεμβάσεις. Βασική αιτία είναι οι έντονες αλλαγές στις ορμόνες.
«Η εγκυμοσύνη είναι πιθανό να προκαλέσει στο δέρμα τριών ειδών μεταβολές: Πρώτον, την εμφάνιση δερματοπαθειών, λόγω των φυσιολογικών ορμονικών μεταβολών, δεύτερον την ύφεση ή έξαρση προϋπαρχουσών δερματικών παθήσεων, επίσης λόγω ανοσο-ορμονικών μεταβολών, και τρίτον την εμφάνιση ειδικών κατά την εγκυμοσύνη δερματοπαθειών», σημειώνει ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος Δρ Χρήστος Στάμου.
Μελάγχρωση
Η Linea nigra, η σκουρόχρωση των θηλών και των γεννητικών οργάνων, είναι πολύ συνηθισμένη κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Επηρεάζει το 90% των εγκύων, ιδιαίτερα εκείνες με σκούρο δέρμα. Η μελάγχρωση αυτή εξασθενεί μετά τον τοκετό, αλλά συνήθως όχι εντελώς.
Το μέλασμα επηρεάζει το 70% των γυναικών, ιδίως εκείνων με σκούρα επιδερμίδα. Είναι πιθανότερο να εμφανιστεί μετά τον 4ο μήνα της εγκυμοσύνης και συνήθως παρουσιάζεται ως ακανόνιστες μελαγχρώσεις σε συμμετρικό μοτίβο, είτε στο μέτωπο και τους κροτάφους, είτε στο κέντρο του προσώπου. Τις περισσότερες φορές το μέλασμα εξαφανίζεται μετά την εγκυμοσύνη.
Μελανοκυτταρικοί σπίλοι
Οι μελανοκυτταρικοί σπίλοι είναι συγκεντρώσεις μελανοκυττάρων υπό μορφή κηλίδων. Το χρώμα τους ποικίλει και κυμαίνεται από μαύρο έως καφέ και ροζ..
Ραγάδες
Πρόκειται για πορφυρές και ροζ ραβδώσεις του δέρματος, οι οποίες εμφανίζονται στο το 90% των γυναικών κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, λόγω της διαστολής του δέρματος που προκαλείται από την ανάπτυξη του εμβρύου. Μπορεί επίσης να εμφανιστούν στους μαστούς, τους μηρούς και τους γλουτούς.
Ψωρίαση, ατοπική δερματίτιδα κ.ά.
Οι ορμονικές και ανοσολογικές αλλαγές που προκύπτουν κατά την εγκυμοσύνη είναι πιθανό να επηρεάζουν και τις προϋπάρχουσες δερματοπάθειες. Κάποιες μπορούν να επιδεινωθούν και κάποιες άλλες να βελτιωθούν. Ενδεικτικά, μεταβολές μπορεί να παρουσιάσει η ψωρίαση, η ατοπική δερματίτιδα, η ακμή, αλλά και ορισμένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως η λοίμωξη από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV).
Ειδικά τα κονδυλώματα γεννητικών οργάνων, αναπτύσσονται ταχύτερα μεταξύ της 1ης και 14ης εβδομάδας και μπορεί να φτάσουν σε πολύ μεγάλο μέγεθος και να οδηγήσουν σε απόφραξη ή δυσλειτουργία του γεννητικού σωλήνα. Επίσης, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης γίνονται πιο ευπαθή, προκαλώντας ερεθισμό και αιμορραγία.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης παρατηρείται, επίσης, αυξημένη συχνότητα και σοβαρότητα του απλού έρπητα και του έρπητα ζωστήρα.
Ατοπικό εξάνθημα της εγκυμοσύνης
Πρόκειται για μια καλοήθη κνησμώδη δερματοπάθεια, που χαρακτηρίζεται από εκζεματικές ή βλατιδώδεις βλάβες σε ασθενείς με ιστορικό ή προδιάθεση για ατοπική δερματίτιδα. Είναι η πιο συχνή αιτία κνησμού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, με επιπολασμό 5-20%.
Τα συμπτώματα ξεκινούν συνήθως νωρίς, στο πρώτο ή δεύτερο τρίμηνο, και συνήθως επανεμφανίζονται στις επόμενες εγκυμοσύνες, λόγω του ατοπικού υποβάθρου. Τα δύο τρίτα των γυναικών παρουσιάζουν εκτεταμένες εκζεματικές αλλοιώσεις που επηρεάζουν τυπικές ατοπικές περιοχές, όπως το πρόσωπο, ο λαιμός και οι καμπτικές επιφάνειες των άκρων, ενώ το ένα τρίτο έχει μικρές κνησμώδεις, ερυθηματώδεις βλατίδες στον κορμό και τα άκρα. Το ξύσιμο προκαλεί εξανθήματα και μπορεί να οδηγήσει σε δευτερογενείς δερματικές λοιμώξεις.
Πολύμορφο Εξάνθημα της Κύησης
Η πάθηση αυτή είναι μια καλοήθης, φλεγμονώδης διαταραχή που προσβάλλει συνήθως τη γυναίκα μόνο στην πρώτη εγκυμοσύνη κατά το τρίτο τρίμηνο ή κατά την περίοδο μετά τον τοκετό. Σπάνια επανεμφανίζεται σε επόμενες εγκυμοσύνες.
Συνήθως ξεκινά από ραγάδες στην κοιλιά πριν εξαπλωθεί στο υπόλοιπο σώμα ως έντονα κνησμώδες εξάνθημα με ερυθηματώδεις, οιδηματώδεις βλατίδες και πλάκες.
Πεμφιγοειδές κύησης
Είναι μια σπάνια και αυτοάνοση δερματική διαταραχή. Στο δέρμα εμφανίζονται φυσαλίδες όπως αυτές του έρπητα και γι’ αυτό ονομαζόταν έρπητας κύησης. Αυτές προκαλούν έντονο κνησμό. Παρουσιάζεται σε 1 στις 60.000 εγκυμοσύνες κατά το δεύτερο ή τρίτο τρίμηνο, χωρίς να αποκλείεται η εμφάνισή της νωρίτερα ή μετά από τον τοκετό.
Η πιο συχνή θέση έναρξης είναι η περιομφαλική περιοχή. Στο 90% των περιπτώσεων, αργότερα εξαπλώνεται στην υπόλοιπη κοιλιακή χώρα και, σπανιότερα στους μηρούς, τις παλάμες και τα πέλματα. Κατά τη διάρκεια του 9ου μήνα παρουσιάζει ύφεση που συνήθως ακολουθείται από έξαρση αμέσως μετά από τον τοκετό.
Ενδοηπατική χολόσταση της κύησης
Είναι μια ηπατική διαταραχή που εμφανίζεται κατά το τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Εμφανίζεται περίπου στο 1% των κυήσεων.
Στο δέρμα προκαλεί έντονο κνησμό που συνήθως ξεκινά στις παλάμες και τα πέλματα και αργότερα γενικεύεται. Το ξύσιμο μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη εξανθημάτων, βλαβών από γρατζουνιές και οζίδια. Τα συμπτώματα συνήθως εξαφανίζονται 1-2 ημέρες μετά τον τοκετό, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να επιμείνουν για 1-2 εβδομάδες. Το 50-70% των γυναικών επανεμφανίζουν την πάθηση σε επόμενες εγκυμοσύνες.
Η ενδοηπατική χολόσταση συσχετίζεται με εμβρυϊκούς κινδύνους, με συχνότερο τον πρόωρο τοκετό (20-60%), ακολουθούμενο από την ενδογεννητική εμβρυϊκή δυσπραγία (20-30%) και την θνησιγένεια (1-2%).
Υπερτρίχωση
Η υπερτρίχωση δεν είναι ασυνήθιστη, ιδίως κατά μήκος της μέσης γραμμής της υπερηβικής περιοχής. Οι νέες, μαλακές, λεπτές τρίχες πέφτουν περίπου έξι μήνες μετά τον τοκετό, αλλά οι πιο χονδρές συνήθως επιμένουν.
Νύχια
Κατά την εγκυμοσύνη παρουσιάζονται και αλλαγές στα νύχια, με την ευθραυστότητα, τη λευκονυχία και το σχίσιμο των νυχιών να είναι οι πιο συνηθισμένες. Είναι δε πιθανό να εμφανιστεί ονυχόλυση, μελανονυχία, αυλάκωση των νυχιών και υπερκεράτωση.
Αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο ύπνος είναι καθοριστικός για τη διαφύλαξη της υγείας και της ευεξίας σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Ο επαρκής και ποιοτικός ύπνος τις κατάλληλες ώρες του 24ωρου μπορεί να προστατεύσει την ψυχική και τη σωματική υγεία, την ποιότητα ζωής και την ασφάλεια.
Το ενδοκρινικό σύστημα έχει αμφίδρομη σχέση με τον ύπνο, καθώς ο ύπνος επιδρά ποικιλοτρόπως σε αυτό και, αντίστροφα, η λειτουργία του επηρεάζει τη διάρκεια και την ποιότητα του ύπνου. Έτσι, οτιδήποτε διαταράσσει το ένα από τα δύο, πλήττει και το άλλο.
Η παραγωγή των ορμονών επηρεάζεται σημαντικά από τους κιρκάδιους κύκλους, από την εναλλαγή ύπνου-εγρήγορσης, από την πρόσληψη ή τη στέρηση τροφής και από τις συνθήκες του εξωτερικού περιβάλλοντος (φυσικό και κοινωνικό). Η γνωστή φράση «ο ύπνος θρέφει τα παιδιά» έχει πλέον επιβεβαιωθεί με επιστημονικά δεδομένα, που δείχνουν ότι λ.χ. η έκκριση της αυξητικής ορμόνης αυξάνεται σε συγκεκριμένες φάσεις του ύπνου. Άλλο παράδειγμα είναι το γνωστό jet lag (η διαταραχή στον ύπνο μετά από διηπειρωτικά ταξίδια) που οφείλεται σε δυσλειτουργία του κιρκάδιου ρυθμού έκκρισης κορτιζόνης (της ορμόνης που «ξυπνάει» τον οργανισμό).
Η επαρκής διάρκεια και η καλή ποιότητα του ύπνου είναι προϋπόθεση για την ομαλή λειτουργία κάποιων ενδοκρινικών αξόνων. Κύριοι εκπρόσωποι αυτών είναι α) η έκκριση της αυξητικής ορμόνης στα παιδιά και η συνεπαγόμενη αύξηση του ύψους, β) η ενεργοποίηση της ενήβωσης στα παιδιά μέσω της ομαλής αύξησης των γοναδοτροπινών κατά το νυκτερινό ύπνο, γ) η παραγωγή των ορμονών του φύλου, κυρίως της τεστοστερόνης και δ) η έκκριση της κορτιζόλης.
Αντίστροφα, η διάρκεια και η ποιότητα του ύπνου επηρεάζονται από ορισμένες ορμόνες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αντιδιουρητική ορμόνη, η οποία αυξάνεται στη διάρκεια του ύπνου για να μειωθεί η διούρηση και να αποτραπούν οι διακοπές του ύπνου.
Επιπλέον, η ομαλή εναλλαγή ύπνου-εγρήγορσης επηρεάζει την ενεργειακή ισορροπία του οργανισμού μέσω της έκκρισης της λεπτίνης (ορμόνη που καταστέλλει την πείνα) και της γκρελίνης (αύξηση της όρεξης), αλλά και του φυσιολογικού μεταβολισμού των υδατανθράκων (έκκριση ινσουλίνης και ευαισθησία των ιστών σε αυτή).
Τα ενδοκρινικά προβλήματα από τον ύπνο
Η στέρηση του ύπνου και η αϋπνία μπορούν να προκαλέσουν:
Διαταραχές του άξονα έκκρισης της κορτιζόλης, που μπορεί να συνοδεύεται από αυξημένη νοσηρότητα, κυρίως από την καρδιά και τα αιμοφόρα αγγεία.
Διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων με συχνότερη εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη και μεταβολικού συνδρόμου, ειδικά στους πάσχοντες από σύνδρομο άπνοιας του ύπνου.
Αύξηση της όρεξης και της ανάγκης για λήψη τροφής, με αποτέλεσμα την αύξηση του σωματικού βάρους και την παχυσαρκία.
Διαταραχές του φυσιολογικού καταμήνιου κύκλου στις γυναίκες και μείωση των επιπέδων τεστοστερόνης στους άνδρες (ειδικά όταν η διάρκεια του ύπνου είναι λιγότερη από 3 ώρες).
Διαταραχές της αύξησης-ανάπτυξης και της ενήβωσης στα παιδιά.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να γίνει ειδική αναφορά στις διαταραχές της φυσιολογικής εναλλαγής ύπνου-εγρήγορσης στους εργαζομένους σε κυλιόμενες βάρδιες ή αποκλειστικά τη νύχτα.
Οι άνθρωποι αυτοί βρίσκονται σε εγρήγορση και σιτίζονται στη διάρκεια της βιολογικής νύκτας, ενώ κοιμούνται και στερούνται τροφής στη διάρκεια της βιολογικής ημέρας. Το επακόλουθο είναι η ανάπτυξη ποικίλων ενδοκρινικών διαταραχών, οι οποίες αφορούν: α) στην έκκριση της κορτιζόλης, β) στη δράση της ινσουλίνης και στον μεταβολισμό των υδατανθράκων, γ) στην παραγωγή και στη δράση της λεπτίνης (ανορεξιογόνος) και της γκρελίνης (ορεξιογόνος), και δ) στην έκκριση μελατονίνης (είναι «υπναγωγός» ορμόνη, που παράγεται κατά την έλλειψη έντονου φωτός).
Στους εργαζομένους αυτούς έχει διαπιστωθεί αυξημένη συχνότητα προδιαβήτη, σακχαρώδη διαβήτη, παχυσαρκίας και καρδιαγγειακών νοσημάτων, ενώ παραμένει ασαφής ο κίνδυνος εμφάνισης ορμονοεξαρτώμενων όγκων.
Πολλές από τις επιπτώσεις του γήρατος, εξάλλου, φαίνεται να σχετίζονται με τις διαταραχές ύπνου που εμφανίζουν οι ηλικιωμένοι (μείωση της διάρκειάς του το βράδυ και μικρές περίοδοι ύπνου στη διάρκεια της ημέρας).
Πρόβλημα μπορεί να αποτελέσει και η υπερυπνία (υπερβολικά πολύς ύπνος) αν και δεν υπάρχουν ακόμα επαρκή δεδομένα από μελέτες. Υποστηρίζεται ωστόσο ότι η διαταραχή αυτή, ειδικά με τη μορφή της ναρκοληψίας, ίσως να σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη, αν και υπάρχουν και αντίθετες απόψεις.
Τα προβλήματα ύπνου από τις ενδοκρινικές διαταραχές
Από την άλλη μεριά, κάποιες από τις γνωστές και σχετικά κοινές διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος έχουν τεκμηριωμένη αρνητική επίδραση στη διάρκεια και την ποιότητα του ύπνου. Συγκεκριμένα:
Η υπερέκκριση αυξητικής ορμόνης που στους ενήλικες εκδηλώνεται ως μεγαλακρία, προκαλεί στο περίπου 60% των πασχόντων σύνδρομο υπνικής άπνοιας. Το σύνδρομο διαταράσσει τη διάρκεια και την ποιότητα του ύπνου.
Ο υπερθυρεοειδισμός μπορεί να προκαλέσει αϋπνία.
Ο υποθυρεοειδισμός, όταν είναι αθεράπευτος ή ανεπαρκώς ρυθμιζόμενος, μπορεί να προκαλέσει αποφρακτική άπνοια ύπνου και υπερυπνία.
Η ανεπάρκεια στην έκκριση της κορτιζόλης σχετίζεται με υπνηλία και με κακή ποιότητα ύπνου.
Η υπερέκκριση κορτιζόλης (σύνδρομο Cushing), αναλόγως με τη βαρύτητά της, προκαλεί αποφρακτική άπνοια ύπνου στο 18% των πασχόντων.
Η ανεπάρκεια στην παραγωγή ορμονών του φύλου από βλάβη των όρχεων στους άνδρες ή των ωοθηκών στις γυναίκες μειώνει τη διάρκεια και κυρίως την ποιότητα του ύπνου. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτελούν οι θεραπείες με αντιανδρογόνα για τον καρκίνο του προστάτη και η εμμηνόπαυση στις γυναίκες.
Η διαταραχή στην έκκριση μελατονίνης, που παρατηρείται σε εργαζόμενους σε κυλιόμενες βάρδιες και στο jet lag, μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη διάρκεια ύπνου, κακή ποιότητα ύπνου ή αϋπνία. Η χορήγηση εξωγενώς μελατονίνης μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.
Συμπερασματικά, ο ύπνος και το ενδοκρινικό σύστημα είναι αλληλένδετα και αλληλοεπηρεαζόμενα. Ο επαρκής και ποιοτικός ύπνος είναι αναγκαίος για τη σωστή λειτουργία του ενδοκρινικού συστήματος. Από την άλλη, οι διαταραχές στη λειτουργία του ενδοκρινικού συστήματος μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τον ύπνο. Η αρμονική λειτουργία των δύο είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ομοιοστασίας του ανθρώπινου οργανισμού.
Η εμμηνόπαυση σημαίνει το τέλος της αναπαραγωγικής ηλικίας και επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον οργανισμό, οι οποίες αποτυπώνονται και στην εξωτερική μας εμφάνιση.
Η εμμηνόπαυση μπορεί να αφήσει έντονο αποτύπωμα στην εμφάνιση της γυναίκας, το οποίο είναι ορατό στο δέρμα, στα μαλλιά, στους ιστούς αλλά και στη συσσώρευση λίπους.
Αναλυτικότερα:
Στην εμμηνόπαυση, το δέρμα χάνει μέρος της ικανότητάς του να συγκρατεί το νερό, με αποτέλεσμα να αφυδατώνεται. Παράλληλα, καθώς τα επίπεδα οιστρογόνων μειώνονται, μειώνεται και η παραγωγή κολλαγόνου, με αποτέλεσμα το δέρμα γίνεται πιο λεπτό. Σύμφωνα με μελέτες, το γυναικείο δέρμα χάνει περίπου το 30% του κολλαγόνου του κατά τα πρώτα πέντε χρόνια της εμμηνόπαυσης.
Στην εμμηνόπαυση μπορεί να εμφανιστούν σκουρόχρωμες κηλίδες ή και μεγαλύτερες περιοχές στο δέρμα του προσώπου, των χεριών, του λαιμού ή του ντεκολτέ. Η αντιμετώπιση των βλαβών (δυσχρωμίες), οι οποίες είναι αποτέλεσμα της παραγωγής μεγαλύτερης από τη φυσιολογική ποσότητας μελανίνης, γίνεται με μηχανήματα λέιζερ, τα οποία, για καλύτερο αποτέλεσμα, μπορούν να συνδυαστούν με ενέσιμες θεραπείες, σημειώνει η δρ Αναστασία Σεφέρη–Δανιήλ, MD, PhD, Πλαστικός Χειρουργός στο Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ, μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πλαστικής Επανορθωτικής και Αισθητικής Χειρουργικής (HESPRAS).
Καθώς τα επίπεδα των γυναικείων ορμονών μειώνονται, εμφανίζεται ανεπιθύμητη τριχοφυΐα κάτω από το πηγούνι, κατά μήκος της γνάθου ή πάνω από τα χείλη. Παράλληλα, η μείωση των οιστρογόνων επιδρά και στα μαλλιά, καθώς η τρίχα αναπτύσσεται με πιο αργό ρυθμό, γίνεται πιο λεπτή και σπάει εύκολα.
Κατά την εμμηνόπαυση αυξάνεται και η συσσώρευση λίπους στο σώμα, αλλά και τα κιλά.
Τέλος, τα χαμηλότερα επίπεδα οιστρογόνων μπορεί να κάνουν τους ιστούς του αιδοίου και της επένδυσης του κόλπου πιο λεπτά, πιο ξηρά και λιγότερο ελαστικά—μια κατάσταση γνωστή ως «αιδοιοκολπική ατροφία».
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η πρόοδος της επιστήμης παρέχει την επιλογή συγκεκριμένων επεμβάσεων: της αιδοιοπλαστικής και της νεαροποίησης του κόλπου