Μεγάλη ευαισθησία σε πιο συχνά επεισόδια οσφυαλγίας και αυχεναλγίας έχει ένα μεγάλο ποσοστό των αθλητών στα περισσότερα αθλήματα σε σχέση με τον μέσο πληθυσμό!
Μάλιστα το 10-15% των αθλητών θα εμφανίσει επεισόδια οσφυαλγίας, ποσοστό που σε ορισμένες κατηγορίες αθλημάτων αυξάνεται κατακόρυφα (πχ το 50% σε αθλητές ενόργανης γυμναστικής και το 86% σε αθλητές ρυθμικής γυμναστικής)!
Ταυτόχρονα πόνο στον αυχένα (αυχεναλγία) θα εμφανίσει κατά μέσο όρο το 4,9% των αθλητών και ανάλογα με το είδος του αθλήματος μπορεί να φτάσει και το 48%!
«Η μεγαλύτερη αυτή συχνότητα (επεισόδια οσφυαλγίας και αυχεναλγίας) σε σχέση πάντα με τον γενικό πληθυσμό, οφείλεται στην επαναλαμβανόμενη καταπόνηση της σπονδυλικής στήλης κατά τη διάρκεια της εκγύμνασης» αναφέρει ο διακεκριμένος νευροχειρουργός, με μεγάλη εμπειρία στις επεμβάσεις σπονδυλικής στήλης, κύριος Θεολόγος Θεολόγου, διευθυντής της Νευροχειρουργικής Κλινικής στην κλινική Λευκός Σταυρός και προσθέτει.
«Το αποτέλεσμα της καταπόνησης κατά την διάρκεια της εκγύμνασης, είναι η εμφάνιση μικροκακώσεων, οι οποίες δεν προλαβαίνουν να αποκατασταθούν στο σύντομο χρονικό διάστημα μεταξύ των προπονήσεων».
Σύμφωνα με δεδομένα στατιστικών επιστημονικών μελετών παρά το γεγονός ότι η αποκατάσταση των μικροκακώσεων θέλει χρόνο, πάνω από το 90% των ασθενών αθλητών δεν θα χρειαστούν χειρουργική επέμβαση.
Σημαντική μείωση του χρόνου αποκατάστασης και επιστροφής στις αθλητικές δραστηριότητες μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διενέργεια ενδοτρηματικών επισκληριδίων εκχύσεων.
«Η τεχνική αυτής της μορφής αποκατάστασης γίνεται με τη χορήγηση αναλγητικού και αντιφλεμονώδους ενέσιμου διαλύματος στην περιοχή του νεύρου, ο ερεθισμός του οποίου προκαλεί τον πόνο στον αθλητή» εξηγεί ο κύριος Θεολόγου.
Σε μικρό ποσοστό αθλητών, όπως αναφέρουν οι νευροχειρουργοί, που δεν θα υποχωρήσει ο πόνος μετά τη χορήγηση ενέσιμου διαλύματος, τότε το πρόβλημα αντιμετωπίζεται με ελάχιστα επεμβατικές μεθόδους.
Οι ελάχιστα επεμβατικές μέθοδοι, όπως για παράδειγμα η ενδοσκοπική δισκεκτομή και η αποσυμπίεση των νευρικών στοιχείων, διασφαλίζει την απολύτως ελάχιστη κάκωση των μυών, των συνδέσμων και των λοιπών ανατομικών στοιχείων της περιοχής.
«Σε περιπτώσεις μεγάλων κακώσεων στην σπονδυλική στήλη, όπου είναι απαραίτητη η σπονδυλοδεσία, οι σύγχρονες ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, προσφέρουν γρήγορη αποκατάσταση και τη δυνατότητα επιστροφής σε σύντομο χρονικό διάστημα στις αθλητικές δραστηριότητες» τονίζει ο κύριος Θεολόγου και καταλήγει «Μάλιστα ακόμη και σε αυτούς τους αθλητές που ασχολούνται με αθλήματα σωματικής επαφής, σύγκρουσης ή απευθείας χτυπημάτων με μπάλες, λαμβάνοντας πάντα υπόψιν το βαθμό φόρτισης της σπονδυλικής στήλης».
Περισσότερο από το 90% των ανθρώπων έχουμε μολυνθεί από τον ιό Epstein-Barr (EBV), συνήθως στην παιδική ηλικία, ακόμα και χωρίς να το γνωρίζουν. Ο ιός EBV ανήκει στην οικογένεια των ερπητο-ιών. Αυτό συμβαίνει επειδή οι περισσότερες μολύνσεις από EBV είναι ήπιες ή δεν προκαλούν καθόλου συμπτώματα. Ωστόσο, σε μερικούς ανθρώπους ο ιός EBV μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα υγείας. Ο ιός μπορεί να προκαλέσει οξεία λοιμώδη μονοπυρήνωση, και να πυροδοτήσει την εμφάνιση διαβήτη τύπου 1. Μπορεί επίσης να παραμείνει στο σώμα μας σε λανθάνουσα κατάσταση για χρόνια και να οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε αυξημένο κίνδυνο για ορισμένους καρκίνους, όπως λέμφωμα, λευχαιμία και καρκίνο κεφαλής και τραχήλου.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα (Ντόρα) Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής) και Γιάννης Ντάνασης συνοψίζουν τα νεότερα στοιχεία της πρόσφατης δημοσίευσης των Li και συνεργατών από το Πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια των ΗΠΑ στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση Nature σχετικά με τους μηχανισμούς μέσω των οποίων ο ιός EBV μπορεί να οδηγήσει σε καρκινογένεση. Τα ευρήματα της μελέτης δείχνουν ότι μια πρωτεΐνη-κλειδί του ιού συνδέεται εύκολα σε ένα συγκεκριμένο σημείο του ανθρώπινου χρωμοσώματος. Στα σημεία όπου η πρωτεΐνη συσσωρεύεται, το χρωμόσωμα γίνεται πιο επιρρεπές στη θραύση για λόγους που δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητοί. Η θραύση οδηγεί στη δημιουργία κυττάρων που έχουν μολυνθεί από τον ιό EBV σε λανθάνουσα μορφή και είναι πιθανότερο με την πάροδο του χρόνου να γίνουν καρκινικά.
Η πρωτεΐνη EBNA1 του ιού EBV έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον επειδή δεσμεύει το ιικό DNA σε συγκεκριμένα σημεία, κάτι που επιτρέπει στον ιό να επιβιώνει και να δημιουργεί περισσότερα αντίγραφα του εαυτού του. Στη νέα μελέτη, οι ερευνητές έδειξαν ότι η συγκεκριμένη πρωτεΐνη μπορεί να δεσμεύει και το ανθρώπινο DNA σε συγκεκριμένα σημεία. Μάλιστα αυτά τα σημεία βρίσκονται σε μια επαναλαμβανόμενη περιοχή του DNΑ που δεν κωδικοποιεί για πρωτεΐνες στο ανθρώπινο χρωμόσωμα 11 και περιλαμβάνει περισσότερα από 300 αντίγραφα μιας ακολουθίας 18 ζευγών βάσεων, η οποία είναι παρόμοια με την αντίστοιχη θέση δέσμευσης της EBNA1 στο ιικό γονιδίωμα του EBV.
Επιπλέον, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι το επαναλαμβανόμενο DNA στη συγκεκριμένη περιοχή του χρωμοσώματος 11 του ανθρώπου αποτελεί μια ασταθή δομή που είναι εύθραυστη. Η συσσώρευση της πρωτεΐνης EBNA1 σε αυτή την περιοχή οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο θραύσεων στο DNA. Αυτά τα γεγονότα θραύσης μπορεί να επηρεάσουν γειτονικές περιοχές του DNA που είναι γνωστό ότι ρυθμίζουν τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό. Η τροποποίηση της ρύθμισης της γονιδιακής έκφρασης σε αυτές τις περιοχές μπορεί να εκκινήσει μηχανισμούς καρκινογένεσης στο ανθρώπινο κύτταρο.
Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης δεδομένα αλληλουχίας ολόκληρου του γονιδιώματος για περισσότερους από 2.400 καρκίνους (Pan-Cancer Analysis of Whole Genomes Consortium) και βρήκαν ότι οι όγκοι που σχετίζονται με τον ιό EBV είχαν επίσης ένα ασυνήθιστα υψηλό αριθμό ανωμαλιών του χρωμοσώματος 11, ιδιαίτερα στον καρκίνο κεφαλής και τραχήλου.
Συμπερασματικά, τα καινοτόμα ευρήματα της μελέτης ανοίγουν το δρόμο για να βρεθούν νέοι τρόποι ανίχνευσης και εντοπισμού των ατόμων που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για την ανάπτυξη καρκίνων που σχετίζονται με τον ιό EBV. Η δημιουργία εμβολίων έναντι του ιού EBV θα μπορούσε να προλάβει τις μακροπρόθεσμες επιπλοκές της μόλυνσης από τον ιό και σε αυτή την κατεύθυνση έχουν ξεκινήσει ήδη ερευνητικές προσπάθειες στις ΗΠΑ.
Η Καρδιακή Ανεπάρκεια είναι μια σοβαρή πάθηση που αφορά εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως και περίπου 200.000 ασθενείς στη χώρα μας.
Ο Πρόεδρος της ΕΚΕ, Καθηγητής Καρδιολογίας και Πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής Κρήτης, κ. Γιώργος Κοχιαδάκης, με αφορμή τις Ημέρες Ευαισθητοποίησης για την Καρδιακή Ανεπάρκεια και τις πρωτοβουλίες της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας αναφέρει:
“Η Καρδιακή Ανεπάρκεια είναι μια εξαιρετικά σοβαρή και σύνθετη πάθηση που αφορά το 1,5% περίπου του πληθυσμού στη χώρα μας. Ο αριθμός των ασθενών πιθανότατα θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και της βελτίωσης της διάγνωσής της”.
Τι είναι;
Στην καρδιακή ανεπάρκεια, η καρδιά του ασθενή είναι αδύναμη και δεν μπορεί να στείλει αρκετή ποσότητα αίματος σε όλο το σώμα, με αποτέλεσμα το σώμα του ασθενούς να μην λαμβάνει την ποσότητα του οξυγόνου και τις θρεπτικές ουσίες που χρειάζεται για να δουλέψει φυσιολογικά. Επειδή το αίμα και το οξυγόνο δεν φτάνουν, για να θρέψουν τους μυς και τα όργανα του σώματος, οι μύες κουράζονται και ο ασθενής εμφανίζει εύκολα κόπωση.
Παράλληλα δεν επιστρέφει αρκετό αίμα στην καρδιά. Το αίμα που δεν μπορεί να γυρίσει πίσω, μαζεύεται στις φλέβες, αυξάνεται η πίεση μέσα σε αυτές, οπότε δημιουργούνται οιδήματα-πρήξιμο στα πόδια και την κοιλιά. Υγρό μαζεύεται και στους πνεύμονες και προκαλεί συμφόρηση και δύσπνοια.
Στην κατάσταση αυτή το σώμα προσπαθεί να ανταπεξέλθει, αλλά μόνο για λίγο χρονικό διάστημα τα καταφέρνει και τελικά τα συμπτώματα επιδεινώνονται.
Συμπτώματα
● Δύσπνοια αρχικά στην έντονη προσπάθεια και στη συνέχεια στην καθημερινή δραστηριότητα, στην ηρεμία και στην κατάκλιση
● Απότομη αύξηση σωματικού βάρους
● Εύκολη κόπωση ακόμα και σε συνήθεις δραστηριότητες
● Εμφάνιση αρρυθμιών, επεισοδίων ζάλης και πόνου στο στήθος (στηθάγχη)
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Π.Ο.Υ. και της UNICEF, μέχρι το 2021 λόγω της COVID-19, 25 εκατομμύρια βρέφη έχασαν τις δόσεις για εμβόλια που σώζουν ζωές όπως διφθερίτιδας-τετάνου-κοκκύτη (DTP3), ιλαράς, πολιομυελίτιδας και μηνιγγίτιδας.
Σημαντικό έλλειμμα παρατηρήθηκε και στον ΗPV εμβολιασμό των εφήβων – δεδομένα από τις H.Π.Α. δείχνουν μείωση της τάξης του 24% για το 2020 σε σχέση με το 2019. Λαμβάνοντας υπόψη και τον εμβολιασμό των ενηλίκων στις Η.Π.Α. εκτιμήθηκε ότι από τον Ιανουάριο του 2020 έως τον Ιούλιο του 2021, χάθηκαν 37,1 εκατομμύρια δόσεις συνιστώμενων εμβολίων σε σύγκριση με το 2019.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει να συνεχιστεί ο εμβολιασμός έναντι της COVID-19 ιδιαίτερα στις ευάλωτες ομάδες, καθώς χάρη στον εμβολιασμό σχεδόν μισό εκατομμύριο ζωές έχουν σωθεί μεταξύ ατόμων ηλικίας 60 ετών και άνω σε 33 χώρες στην ευρωπαϊκή περιφέρεια του ΠΟΥ.
Για να επιτύχει η χώρα μας στην εγκατάσταση του εμβολιασμού ως βασικού πυλώνα της πολιτικής υγείας, θα πρέπει η ορθή τήρηση των εμβολιαστικών προγραμμάτων και η έγκαιρη πρόσβαση του πληθυσμού σε αυτά να αποτελεί κοινό στόχο. Ο εμβολιασμός παιδιών, εφήβων και ενηλίκων αποτελεί επένδυση στην υγεία και συμβάλλει σε μία ζωή γεμάτη υγεία.
Ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ, κ. Ολύμπιος Παπαδημητρίου, αναγνωρίζοντας ότι σήμερα περισσότερα των 100 εμβολίων βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης, εκ των οποίων το 46% απευθύνονται σε νοσήματα για τα οποία μέχρι σήμερα δεν υφίστανται εμβόλια, ενώ το 80% αυτών αφορά σε εμβολιασμό ενηλίκων, τόνισε σχετικά: «Ο εμβολιασμός αποτελεί ένα από σημαντικότερα επιτεύγματα του 20ου αιώνα. Χάρη στην ανακάλυψη των εμβολίων και την ευρεία εφαρμογή των εμβολιαστικών προγραμμάτων εξαλείφθηκαν μία σειρά από θανατηφόρα μολυσματικά νοσήματα και επήλθε σημαντική μείωση του φορτίου των μεταδοτικών νοσημάτων. Παράλληλα, τα εμβόλια, σε συνδυασμό με άλλα μέτρα δημόσιας υγείας, επέτρεψαν την οικοδόμηση μιας ισχυρής ασπίδας προστασίας ενάντια στην πανδημία COVID-19 και την διαχείριση πιο μεταδοτικών παραλλαγών, επιτρέποντας στους πολίτες να ζήσουν μία υγιή ζωή. Ωστόσο, τώρα θα πρέπει όλοι μαζί να περάσουμε με μια φωνή το μήνυμα ότι ο εμβολιασμός δεν μπορεί να περιμένει και ότι η τακτική τήρηση των Εθνικών Προγραμμάτων Εμβολιασμού θα πρέπει να συνιστά προτεραιότητα και καθήκον όλων των αρμοδίων φορέων. Προς αυτήν την κατεύθυνση απαιτείται η υλοποίηση προγραμμάτων ευαισθητοποίησης του πληθυσμού, η εφαρμογή μηχανισμών παρακολούθησης και καταγραφής της εμβολιαστικής κάλυψης μέσω των μητρώων εμβολιασμών που έχουν ήδη θεσμοθετηθεί, η εφαρμογή εμβολιαστικών στόχων σύμφωνα με τις διεθνείς στρατηγικές και κατευθυντήριες οδηγίες, και η ανάπτυξη μιας μακρόχρονης εθνικής πολιτικής εμβολιασμού για τη χώρα, συνοδευόμενη από επαρκή δημόσια χρηματοδότηση, ώστε τα εμβόλια να συνεχίσουν να αποτελούν μια προσβάσιμη επιλογή για τον πληθυσμό της χώρας».
Χειρουργός-Οφθαλμίατρος , MD, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision και καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (NYU Medical School).
Τα μάτια υφίστανται πολλές αλλαγές με την πάροδο του χρόνου, οι οποίες συχνά επηρεάζουν και την όραση. Αν για παράδειγμα αρχίσετε γύρω στα 40 σας χρόνια να τα μισοκλείνετε για να διαβάσετε την ετικέτα ενός προϊόντος ή ένα emailστο κινητό σας, δεν χρειάζεται να ανησυχήσετε. Έχετε αρχίσει να αναπτύσσετε πρεσβυωπία, την οποία τελικά εκδηλώνουν σχεδόν όλοι οι μεσήλικες. Ωστόσο υπάρχουν και αλλαγές που δεν είναι φυσιολογικές.
«Ο ανθρώπινος οργανισμός είναι ένα σύνολο δισεκατομμυρίων κυττάρων, τα οποία διαρκώς ανανεώνονται και πεθαίνουν, υφιστάμενα στην πορεία πολλές αλλαγές», λέει ο Xειρουργός-Oφθαλμίατρος δρ Αναστάσιος Ι. Κανελλόπουλος, MD, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (NYU Medical School).«Την πορεία αυτή ακολουθούν όλα τα σωματικά κύτταρα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στα μάτια, με αποτέλεσμα να υφίστανται πολλές αλλαγές όλα τα όργανα και οι ιστοί του σώματος. Έτσι, λ.χ., στη μέση ηλικία γίνεται λιγότερο εύκαμπτος και λιγότερο ικανός να αλλάζει σχήμα ο οφθαλμικός φακός, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εστιάζει καλά στα κοντινά αντικείμενα και να αναπτύσσεται η πρεσβυωπία. Επιπλέον, ο φακός γίνεται πιο αδιαφανής, με επακόλουθο να διέρχεται από αυτόν λιγότερο φως προς τον αμφιβληστροειδή χιτώνα στο πίσω μέρος των ματιών. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο σταδιακά δυσκολευόμαστε να βλέπουμε στο ημίφως και χρειαζόμαστε ολοένα περισσότερο φως».
Την ανάγκη για περισσότερο φωτισμό εντείνει το γεγονός ότι ο αμφιβληστροειδής χιτώνας σταδιακά γίνεται λιγότερο ευαίσθητος στα φωτεινά ερεθίσματα. Στην πραγματικότητα, έχει υπολογιστεί ότι για να μπορέσει να διαβάσει ένα βιβλίο ο μέσος 60χρονος άνθρωπος χρειάζεται τριπλάσιο φωτισμό απ’ ό,τι ο μέσος 20χρονος!
Αλλαγές συμβαίνουν και στην κόρη των ματιών, η οποία αναλόγως με την ένταση του φωτός διαστέλλεται ή συστέλλεται για να βλέπουμε καλά. Η αντίδραση αυτή επιβραδύνεται με το πέρασμα του χρόνου, με συνέπεια μεγαλώνοντας να χρειαζόμαστε ολοένα περισσότερο χρόνο για να προσαρμοστούμε στις εναλλαγές φωτός-σκοταδιού. Έτσι, ένας ηλικιωμένος μπορεί να μην βλέπει τίποτα όταν πρωτομπαίνει σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Ή μπορεί να χάσει παροδικά την όρασή του όταν μπαίνει σε έναν έντονα φωτισμένο χώρο.
Με την ηλικία μπορεί να αλλάξει επίσης η αντίληψη των χρωμάτων, εν μέρει επειδή αποκτά κιτρινωπή χροιά ο οφθαλμικός φακός. Τα χρώματα μπορεί να φαίνονται λιγότερο φωτεινά και η αντίθεση ανάμεσα στα διάφορα χρώματα να γίνεται δυσδιάκριτη. Τα μπλε χρώματα μπορεί να αποκτούν γκρι χροιά, ενώ ειδικά όταν βρίσκονται στο φόντο, μπορεί να μοιάζουν ξεθωριασμένα. Οι αλλαγές αυτές είναι ασήμαντες για τους περισσότερους ανθρώπους, αλλά μερικοί μπορεί να δυσκολεύονται να διαβάζουν τα μαύρα γράμματα σε μπλε φόντο.
Οι αλλαγές στα μάτια με την πάροδο του χρόνου δεν τελειώνουν εδώ. Μειώνεται επίσης ο αριθμός των νευρικών κυττάρων που μεταδίδουν τα οπτικά μηνύματα από τα μάτια προς τον εγκέφαλο. Η απώλεια αυτών των κυττάρων μπορεί να επηρεάσει την αντίληψη των λεπτομερειών, όπως οι διαφορές στις αποχρώσεις και τους τόνους. Διαταράσσει επίσης την αντίληψη του βάθους, ενώ δυσχεραίνει και την αξιολόγηση των αποστάσεων.
Μία άλλη αλλαγή είναι ότι τα μάτια αποκτούν την τάση να ξεραίνονται. Η αλλαγή αυτή εκδηλώνεται επειδή μειώνεται ο αριθμός των κυττάρων στην δακρυϊκή στοιβάδα, με συνέπεια τη μείωση της παραγωγής των δακρύων (τα δάκρυα είναι το κύριο λιπαντικό των ματιών).
Στην τρίτη ηλικία μπορεί να αλλάξει ακόμα και η εμφάνιση των ματιών. Το λευκό τμήμα τους (ο σκληρός χιτώνας), λ.χ., μπορεί να αποκτήσει ελαφρώς κιτρινωπή ή καφέ χροιά. Η αλλαγή αυτή είναι απόρροια της έκθεσης στην υπεριώδη ακτινοβολία, τη σκόνη και τον άνεμο κατά τα χρόνια που προηγήθηκαν. Ο σκληρός χιτώνας μπορεί επίσης να παρουσιάσει διάσπαρτες έγχρωμες κηλίδες (είναι πιο συχνές σε ανθρώπους με σκούρα επιδερμίδα), ενώ στην επιφάνεια του ματιού μπορεί να εμφανιστεί ένας γκριζόλευκος δακτύλιος (γεροντικό τόξο). Ο δακτύλιος αυτός αποτελείται από άλατα ασβεστίου και χοληστερόλης και δεν επηρεάζει την όραση.
Επειδή εξάλλου μειώνεται το λίπος γύρω από τα μάτια, αυτά μοιάζουν να «βουλιάζουν» στο πρόσωπο. Μία άλλη αλλαγή είναι ότι λεπταίνει ο επιπεφυκότας. Επιπλέον, το κάτω βλέφαρο μπορεί να χαλαρώσει και να παρουσιάσει στροφή προς τα έξω, επειδή εξασθενούν οι μύες γύρω από τα μάτια και διατείνονται οι τένοντες. Η κατάσταση αυτή λέγεται εκτρόπιο, μπορεί να επέμβει στη λίπανση του οφθαλμικού βολβού και συμβάλλει στην ξηροφθαλμία, λέει ο δρ Κανελλόπουλος.
Στην τρίτη ηλικία είναι επίσης πιθανό να βλέπει σποραδικά κανείς στο οπτικό πεδίο του κάποια μαύρα σημαδάκια ή «λάμψεις». Αυτά συνήθως είναι ένδειξη γήρατος. Αν, όμως, η εμφάνισή τους αυξηθεί ξαφνικά, πρέπει να συμβουλευθείτε έναν οφθαλμίατρο.
«Όλ’ αυτά σημαίνουν πως υπάρχουν κάποιες αλλαγές οι οποίες είναι φυσιολογικές και άλλες όχι», τονίζει ο δρ Κανελλόπουλος. «Είναι φυσιολογικό να μην μπορούμε να δούμε καλά τα κοντινά αντικείμενα, να δυσκολευόμαστε να ξεχωρίσουμε τα χρώματα (όπως το μαύρο από το μπλε) ή να κοπιάζουμε για να δούμε που τελειώνει ένα αντικείμενο και που αρχίζει το φόντο του. Φυσιολογικό είναι ακόμα να χρειαζόμαστε περισσότερο φως για να βλέπουμε καλά ή περισσότερο χρόνο προσαρμογής όταν βγαίνουμε από ένα σκοτεινό δωμάτιο και μπαίνουμε σε ένα φωτεινό».
Ωστόσο, «η απώλεια όρασης δεν αποτελεί φυσιολογικό τμήμα της γήρανσης. Είναι απόρροια διαφόρων οφθαλμοπαθειών, οι οποίες εκδηλώνονται πολύ συχνότερα στην τρίτη ηλικία. Ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνεται η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, το γλαύκωμα, η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και, φυσικά, ο καταρράκτης».
Τι σημαίνουν πρακτικά όλα αυτά; Ότι καθώς μεγαλώνουμε, καλό είναι να υποβαλλόμαστε πιο τακτικά σε προληπτικό έλεγχο των ματιών, ώστε να ξέρουμε τι είναι φυσιολογικό και τι όχι. Η Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας συνιστά να υποβαλλόμαστε σε λεπτομερή έλεγχο κάθε 2-3 χρόνια μετά την ηλικία των 50 ετών και κάθε 1-2 χρόνια μετά τα 60. Ο έλεγχος πρέπει να συμπεριλαμβάνει διαστολή της κόρης ματιού με ειδικά κολλύρια, για να ελέγχει ο οφθαλμίατρος καλά το εσωτερικό τμήμα του.
Εξαιρετικά άβολα νιώθουν την άνοιξη όσοι πάσχουν από ονυχομυκητίαση, ιδιαίτερα οι γυναίκες, αφού η άνοδος της θερμοκρασίας “επιβάλλει” τη χρήση πέδιλων, αντί κλειστών παπουτσιών που κρύβουν το πρόβλημα.
Το πρόβλημα απασχολεί ακόμα και εκείνους που έχουν καταβάλει πολύμηνες προσπάθειες να αντιμετωπίσουν την πάθηση και είτε δεν καταφέρνουν να θεραπευτούν πλήρως είτε υποτροπιάζουν εντός ελαχίστου χρονικού διαστήματος από την παύση της αγωγής ακόμα και μετά από επίτευξη 100% καθαρού νυχιού!
«Οι oνυχομυκητιάσεις προκαλούνται από δερματόφυτα (90% των περιπτώσεων στα νύχια των ποδιών και 50% των χεριών), αλλά και από ζυμομύκητες και σαπροφυτικούς μύκητες. Εκδηλώνεται με τη μορφή ενός ή περισσότερων, ανώμαλων, πεπαχυσμένων ή/και αποχρωματισμένων νυχιών, πιο συχνά του ενός ή των δύο μεγαλύτερων δακτύλων του ποδιού», εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Αντιμετώπιση
Για την αντιμετώπιση των ονυχομυκητιάσεων, η οποία είναι πολύμηνη εξαιτίας της αργής ανάπτυξης των νυχιών (ιδίως των ποδιών), η πρώτη θεραπευτική επιλογή είναι τα από του στόματος αντιμυκητιασικά φάρμακα.
Όταν η αγωγή με χάπια συνδυάζεται με τοπική εφαρμογή φαρμάκων, χειρουργικό ή χημικό καθαρισμό, οι πιθανότητες απαλλαγής από τους μύκητες είναι πιθανότερη. Ως έσχατη λύση εξετάζεται η αφαίρεση του νυχιού χειρουργικά, όταν όλες οι συντηρητικές μέθοδοι έχουν αποτύχει.
Στους ασθενείς με ήπιες ή μέτριας σοβαρότητας λοιμώξεις που οι μύκητες δεν έχουν προσβάλλει τη μήτρα του νυχιού μπορούν να χρησιμοποιηθούν τοπικά σκευάσματα, δεδομένου ότι τα τελευταία χρόνια η αποτελεσματικότητά τους έχει βελτιωθεί.
Υποτροπή
Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις που το προσβεβλημένο νύχι φαίνεται καθαρό, απαλλαγμένο από τους μύκητες, αλλά μετά από λίγο καιρό εμφανίζει ξανά τα ίδια σημάδια.
Το φαινόμενο δεν είναι σπάνιο και οφείλεται σε διάφορους λόγους. Ο σπουδαιότερος είναι η διακοπή των τοπικών φαρμάκων (κρέμες ή βερνίκια) με την πρώτη ένδειξη απαλλαγής από τους μύκητες. Αλλά, παρότι δεν φαίνονται με γυμνό μάτι, οι μύκητες εξακολουθούν να βρίσκονται εκεί (κάτι που μπορεί να επιβεβαιωθεί με εργαστηριακές εξετάσεις), σταδιακά οι πληθυσμοί τους πολλαπλασιάζονται και η πάθηση υποτροπιάζει. Το ίδιο ισχύει και όταν δεν ολοκληρώνεται η από του στόματος φαρμακευτική αγωγή.
Η επανεμφάνιση των συμπτωμάτων της ονυχομυκητίασης, ωστόσο, μπορεί να οφείλεται σε μια νέα μόλυνση, ιδίως εάν ο ασθενής επαναλαμβάνει τις ίδιες πρακτικές που τον οδήγησαν στην αρχική μόλυνση. Δηλαδή εξακολουθεί να περπατά ξυπόλητος σε κοινόχρηστους χώρους, όπως σε χαλιά ξενοδοχείων, σε πισίνες και ντους, ή σε χώρους που υπάρχουν άτομα με ονυχομυκητίαση, να περιποιείται τα νύχια του με μολυσμένα εργαλεία και να μην φροντίζει επαρκώς την υγιεινή τους.
Σε αυτές τις περιπτώσεις τα τελευταία χρόνια τα λέιζερ βρίσκονται στο προσκήνιο και μελέτες δείχνουν καλά κλινικά και μικροσκοπικά ποσοστά ίασης από τη χρήση τους.
Η υπερβολική κατανάλωση ζάχαρης μπορεί να επιταχύνει τη γήρανση και την ανάπτυξη βλαβών στο δέρμα, σύμφωνα με ολοένα περισσότερες κλινικές μελέτες. Αν και τα ευρήματά τους δεν είναι ακόμα οριστικά, είναι αρκετά πειστικά ώστε πολλοί ειδικοί συνιστούν πλέον τον περιορισμό της ζάχαρης ως ένα από τα σημαντικά μέτρα για νεανικό, υγιές δέρμα.
Πώς μπορεί όμως η ζάχαρη να γερνάει πρόωρα το δέρμα; Οι πιθανοί μηχανισμοί είναι αρκετοί, αλλά οι περισσότεροι σχετίζονται με τη γλυκόζη αίματος (το «ζάχαρο», όπως κοινώς αποκαλείται) και με τη φλεγμονή στο σώμα. Ο δρ Μάρκος Μιχελάκης, Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος (Αισθητική Δερματολογία-Δερματοχειρουργική), εξηγεί τι μπορεί να συμβεί.
Καινοτόμο προϊόν που αντικαθιστά τη ζάχαρη.
Αυξάνει τη γλυκόζη αίματος (σάκχαρο).
«Πολλές από τις γνώσεις μας για τη συσχέτιση της ζάχαρης με το δέρμα προέρχονται από έρευνες που έχουν γίνει για τον σακχαρώδη διαβήτη», εξηγεί ο κ. Μιχελάκης. «Οι έρευνες έχουν δείξει ότι η περίσσεια γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα μπορεί να προκαλέσει σημαντικά δερματολογικά προβλήματα, όπως ρυτίδες, καφέ κηλίδες, κιτρίνισμα και σακούλιασμα».
Καταστρέφει τις ίνες κολλαγόνου και ελαστίνης. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα τρόφιμα με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη συμβάλλουν στη γήρανση του δέρματος, αυξάνοντας την διάσπαση των ινών του κολλαγόνου και της ελαστίνης με έναν μηχανισμό που λέγεται γλυκοζυλίωση.
Η γλυκοζυλίωση είναι η διαδικασία που ευθύνεται για πολλές από τις επιπλοκές στον σακχαρώδη διαβήτη, αλλά εμπλέκεται και στη γήρανση. Κατ’ αυτήν προσκολλώνται τα σάκχαρα στις πρωτεΐνες ή τα λιπίδια, δημιουργώντας τα λεγόμενα τελικά προϊόντα γλυκοζυλίωσης (AGEs).
Σύμφωνα με μελέτη που είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό British Journal of Dermatology, οι συνέπειες της γλυκοζυλίωσης αρχίζουν να γίνονται εμφανείς στις γυναίκες στην ηλικία των 35 ετών.
«Το γερασμένο δέρμα έχει υποστεί τις περισσότερες αλλαγές στο χόριο, τη στοιβάδα του που βρίσκεται κάτω από την επιδερμίδα», λέει ο κ. Μιχελάκης. «Το χόριο αποτελείται κυρίως από ίνες κολλαγόνου και ελαστίνης. Και τα δύο είναι πρωτεΐνες που διατηρούν το δέρμα σφιχτό και ελαστικό και είναι υπεύθυνες για την νεανική όψη του. Κατά τη γλυκοζυλίωση, η περίσσεια γλυκόζης ενώνεται με το κολλαγόνο και την ελαστίνη και τα AGEs που παράγονται καθιστούν τις ίνες τους δύσκαμπτες, ξηρές και εύθραυστες. Έτσι το δέρμα αποκτά γερασμένη όψη, καθώς αναπτύσσει λεπτές γραμμές, ρυτίδες και χαλάρωση».
Μελέτες έχουν δείξει πως όσο περισσότερη ζάχαρη και γλυκά τρώει ένας άνθρωπος, τόσο περισσότερα AGEs αναπτύσσονται στον οργανισμό του και τόσο περισσότερες βλάβες υφίστανται οι ίνες κολλαγόνου και ελαστίνης.
Αλλάζει την ισορροπία του κολλαγόνου.
Η πλούσια σε ζάχαρη διατροφή μπορεί επίσης να αλλάξει την ισορροπία ανάμεσα στους διάφορους τύπους κολλαγόνου που περιέχει το δέρμα μας. Οι τύποι αυτοί είναι πολλοί, αλλά τρεις είναι οι κυριότεροι: ο τύπος Ι, ο τύπος ΙΙ και ο τύπος ΙΙΙ. Ο τύπος Ι αντιπροσωπεύει πάνω από το 90% του κολλαγόνου στο σώμα μας, αλλά είναι ο πιο αδύναμος. Ο τύπος ΙΙΙ είναι πολύ λιγότερος, αλλά και ο πιο ισχυρός. Η γλυκοζυλίωση καταστρέφει κυρίως τον τύπο ΙΙΙ, με συνέπεια να υπονομεύει τη δύναμη και τη σταθερότητα του δέρματος.
Αδρανοποιεί τα φυσικά αντιοξειδωτικά.
Τα AGEs, όμως, έχουν και άλλη συνέπεια. Αδρανοποιούν τα φυσικά αντιοξειδωτικά ένζυμα του δέρματος, με συνέπεια να το αφήνουν ευάλωτο στις επιθέσεις από τις ελεύθερες ρίζες οξυγόνου. Οι ελεύθερες ρίζες είναι ένα είδος πολύ δραστικών μορίων τα οποία προκαλούν βλάβες στα κύτταρα. Παράγονται όταν ο οργανισμός εκτίθεται σε παράγοντες, όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση και η υπεριώδης ακτινοβολία του ηλίου. Αν δεν τις εξουδετερώσει ο οργανισμός, οι ελεύθερες ρίζες συμβάλλουν στην πρόωρη γήρανση του δέρματος και στην ανάπτυξη πολλών ασθενειών, ακόμα και του καρκίνου.
Προκαλεί φλεγμονή.
Οι πιθανές επιπτώσεις της ζάχαρης στην εμφάνιση του δέρματος δεν τελειώνουν εδώ. Η ζάχαρη είναι επίσης μία τροφή που διεγείρει τη φλεγμονή στον οργανισμό. Μελέτη που είχε δημοσιευθεί το 2011, π.χ., είχε δείξει ότι ένα ή δύο κουτάκια αναψυκτικό με ζάχαρη την ημέρα είναι αρκετά για να αυξηθούν τα επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP), μιας ουσίας που είναι ένας από τους κύριους δείκτες φλεγμονής του οργανισμού.
Τη φλεγμονή διεγείρει όμως και η αύξηση στην παραγωγή της ινσουλίνης, η οποία γίνεται για να διασπαστεί η περίσσεια γλυκόζης που προκαλείται από την υπερκατανάλωση ζάχαρης. Με άλλα λόγια, τα ίδια τρόφιμα με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη που αυξάνουν τη γλυκόζη αίματος και τη γλυκοζυλίωση, αυξάνουν και τη φλεγμονή στο σώμα.
Η φλεγμονή όμως παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ακμής και των εξάρσεών της. Μπορεί επίσης να επιδεινώσει άλλες δερματοπάθειες, όπως η ροδόχρους ακμή, το έκζεμα και η ψωρίαση. Αυτός είναι ένα από τους λόγους για τους οποίους συνιστάται στους πάσχοντες από αυτά τα νοσήματα να περιορίζουν όσο το δυνατόν περισσότερο την κατανάλωση ζάχαρης.
Τι να κάνετε
Τα καλά νέα είναι ότι με την ακολούθηση μιας υγιεινής διατροφής, που θα περιέχει κυρίως μη επεξεργασμένους υδατάνθρακες (π.χ. από φρούτα, προϊόντα ολικής άλεσης) και σποραδικά ζάχαρη και γλυκά, μπορεί να διασωθεί η εμφάνιση του δέρματος.
«Το κλειδί είναι το μέτρο», τονίζει ο κ. Μιχελάκης. «Αν ο κορμός της διατροφής είναι φυτικής προελεύσεως τρόφιμα (ολόκληρα φρούτα, λαχανικά, όσπρια, ξηροί καρποί κ.λπ.), ψάρια και πουλερικά, η νεανική όψη του δέρματος μπορεί να διαφυλαχτεί έως ένα βαθμό. Αν όμως κάποιος πίνει καθημερινά πολλούς καφέδες και άλλα ροφήματα με ζάχαρη και τρώει γλυκά, πιθανότατα θα υπάρξουν τελικά εμφανείς συνέπειες».
Οι οφθαλμικές αλλαγές της εγκυμοσύνης είναι πολύ συχνές. Αν και οι περισσότερες είναι καλοήθεις, φυσιολογικές αντιδράσεις στις μεταβολικές, ορμονικές και ανοσολογικές τροποποιήσεις που απαιτούνται για την προσαρμογή του οργανισμού στο αναπτυσσόμενο έμβρυο, υπάρχει ενδεχόμενο να αναπτυχθούν, να επιδεινωθούν ή ακόμα και να υποχωρήσουν ορισμένα σοβαρά προβλήματα στα μάτια.
Όπως εξηγεί ο δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, Χειρουργός – Οφθαλμίατρος, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, «σχεδόν όλες οι δομές των ματιών μπορεί να υποστούν αλλαγές στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται τα βλέφαρα, ο επιπεφυκώς, ο κερατοειδής (είναι ο επιφανειακός χιτώνας των ματιών), ο φακός του ματιού, ο αμφιβληστροειδής χιτώνας (βρίσκεται βαθιά μέσα στα μάτια), ακόμα και το οπτικό νεύρο και ο οφθαλμικός βολβός. Η δυσανεξία στους φακούς επαφής, η ξηρότητα στα μάτια και η πτώση και στα δύο βλέφαρα είναι μερικές από τις φυσιολογικές αλλαγές των ματιών που παρατηρούνται συχνά στην εγκυμοσύνη. Όλες είναι παροδικές και υποχωρούν μετά τον τοκετό. Μία άλλη φυσιολογική αλλαγή είναι το χλόασμα ή μέλασμα, δηλαδή η υπερμελάγχρωση (πιο σκούρο χρώμα) στο ένα ή και στα δύο βλέφαρα. Η σκούρα χροιά συχνά υποχωρεί μετά τον τοκετό, αν και μερικές φορές επιμένει για αρκετό καιρό».
Πίεση
Η έγκυος μπορεί επίσης να παρουσιάσει μείωση της πίεσης του υγρού που βρίσκεται στο εσωτερικό του οφθαλμού (ενδοφθάλμια πίεση).
Μπορεί επίσης να υπάρξει θόλωμα της όρασης, που οφείλεται σε αλλαγή του πάχους του κερατοειδούς χιτώνα του ματιού κατά το δεύτερο και το τρίτο τρίμηνο της κυήσεως. Η αύξηση του πάχους του κερατοειδούς οφείλεται στην κατακράτηση υγρών, που είναι συνηθισμένη στην εγκυμοσύνη.
Υπάρχει, όμως, και ενδεχόμενο επιδείνωσης των διαθλαστικών ανωμαλιών, όπως η μυωπία. Η επιδείνωση συχνά επιμένει μετά τον τοκετό, γι’ αυτό συνιστάται προληπτικός έλεγχος της όρασης μετά από ένα χρόνο.
Αν εξάλλου αλλάξει το σχήμα του κερατοειδούς, μπορεί να παρατηρηθεί επιδείνωση στον κερατόκωνο (είναι μία εκφυλιστική νόσο του κερατοειδούς, κατά την οποία από σφαιρικός γίνεται κωνικός).
Υποκείμενα προβλήματα υγείας
Στην εγκυμοσύνη μπορεί επίσης να επιδεινωθούν ή να αναπτυχθούν οφθαλμικές εκδηλώσεις που σχετίζονται με υποκείμενα προβλήματα υγείας. Για παράδειγμα, η νόσος Graves (είναι μία μορφή υπερθυρεοειδισμού) συχνά παρουσιάζει επιδείνωση κατά το πρώτο τρίμηνο της κυήσεως, ύφεση στο δεύτερο και τρίτο, και υποτροπή μετά τον τοκετό. Στο διάστημα αυτό μπορεί να παρατηρηθούν οφθαλμικά προβλήματα, όπως πρόπτωση βλεφάρων και εξοφθάλμια μυϊκή παράλυση.
Η υπέρταση της κύησης επίσης μπορεί να προκαλέσει προβλήματα βαθιά μέσα στα μάτια, όπως η υπερτασική αμφιβληστροειδοπάθεια και η οπτική νευροπάθεια. Ευτυχώς, αυτά τα προβλήματα συνήθως υποχωρούν όταν αντιμετωπιστεί η υπέρταση.
Προβλήματα στα μάτια μπορεί να δημιουργήσουν και άλλες παθήσεις, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης. Αν, π.χ., μια γυναίκα είχε διαβήτη πριν μείνει έγκυος, είναι πιθανό να πάσχει από διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, δηλαδή από βλάβες στις αρτηρίες του αμφιβληστροειδούς από το αυξημένο σάκχαρο. Η αμφιβληστροειδοπάθεια αυτή μπορεί να επιδεινωθεί γρήγορα στην εγκυμοσύνη. Επομένως, απαιτείται εντατική ρύθμιση του σακχάρου, αλλά και της αρτηριακής πίεσης της εγκύου, γιατί συχνά συνυπάρχουν υπέρταση και διαβήτης στην κύηση.
«Αυτό που πρέπει να γνωρίζουν οι γυναίκες είναι πως πρέπει να ενημερώνουν και τον οφθαλμίατρό τους όταν μάθουν πως εγκυμονούν, ιδιαίτερα αν πάσχουν από υποκείμενα νοσήματα, όπως γλαύκωμα, υπέρταση, διαβήτη, ακόμα και από θυρεοειδοπάθεια ή μυωπία. Εκείνος θα τις συμβουλεύσει για τις οφθαλμικές αλλαγές που πρέπει να προσέξουν και κάθε πότε χρειάζονται έλεγχο της όρασής τους. Αν τέλος η έγκυος παρουσιάσει ανησυχητικά συμπτώματα, όπως ευαισθησία στο φως, θόλωμα της όρασης, αύρα γύρω από τα αντικείμενα ή παροδική απώλεια όρασης, πρέπει να συμβουλεύεται αμέσως τον οφθαλμίατρο και τον μαιευτήρα της, μη τυχόν και υποκρύπτουν κάτι σοβαρό», σημειώνει ο κ. Κανελλόπουλος.
Μια νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Frontiers in Endocrinology, κατέδειξε ότι τα ποσοστά θυρεοειδικής αυτοανοσίας είναι ως και 2 φορές υψηλότερα σε άτομα που νόσησαν από COVID-19.
Οι ερευνητές ανέλυσαν ηλεκτρονικά αρχεία από νοσοκομείο στο Bergamo της Ιταλίας και εντόπισαν 599 επιζώντες μετά από COVID-19 (180 γυναίκες) που δεν είχαν προηγούμενο ιστορικό θυρεοειδοπάθειας, χειρουργικής επέμβασης θυρεοειδούς, δεν έπαιρναν φάρμακα που είναι γνωστό ότι παρεμβαίνουν στη λειτουργία του θυρεοειδούς και δεν έχουν σοβαρή νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία.
Οι ασθενείς είχαν λάβει εξιτήριο από το τμήμα επειγόντων περιστατικών ή είχαν εισαχθεί στο νοσοκομείο μεταξύ 2 Μαΐου 2020 και 31 Ιουλίου 2020. Ο μέσος χρόνος αξιολόγησης ήταν 102,5 ημέρες μετά την εισαγωγή στο νοσοκομείο. Η ομάδα ελέγχου, που ανακτήθηκε επίσης από τη βάση δεδομένων ηλεκτρονικών αρχείων του νοσοκομείου, περιελάμβανε 498 ασθενείς (320 γυναίκες) που δεν είχαν ποτέ νόσο του θυρεοειδούς και είχαν αξιολόγηση αυτοαντισωμάτων έναντι θυρεοειδικής υπεροξειδάσης (TPOAb) ή/και αντισωμάτων έναντι θυρεοσφαιρίνης (TgAb) από τον Ιανουάριο του 2016 έως τον Ιανουάριο του 2020.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα επίπεδα TPOAb και TgAB ήταν πάνω από το φυσιολογικό εύρος σε 85 (14,2%) και 43 (7,2%) των ασθενών, αντίστοιχα. Και τα 2 αυτο-αντισώματα ήταν υψηλότερα σε 23 (3,8%) ασθενείς. Συνολικά 105 ασθενείς (48 γυναίκες) είχαν τουλάχιστον 1 θετικό αυτο-αντίσωμα, με συνολική συχνότητα θυρεοειδικής αυτοανοσίας 17,5%. Τριάντα (5%) ασθενείς είχαν μη φυσιολογικά επίπεδα TSH, εκ των οποίων 19 (3,2%) είχαν τιμές <0,5 mIU/L και 11 (1,8%) >5,0 mIU/L. Όλοι οι ασθενείς με επίπεδα TSH <0,5 mIU/L είχαν φυσιολογικά επίπεδα θυρεοειδικών ορμονών T3 και T4. Από τους 11 ασθενείς με επίπεδα TSH >5,0 mIU/L, οι 9 είχαν φυσιολογικά επίπεδα T4, εμφανίζοντας εικόνα υποκλινικού υποθυρεοειδισμού. Δύο (2) ασθενείς εμφάνισαν κλινικό υποθυρεοειδισμό. Η διάμεση τιμή ΤSH ασθενών με αυτοανοσία θυρεοειδούς ήταν 1,77 mIU/L (1,25-2,55). Δέκα (9,6%) ασθενείς αυτής της υποομάδας είχαν μη φυσιολογικές τιμές TSH, εκ των οποίων 6 (5,7%) είχαν τιμές <0,5 mIU/L και 4 (3,9%) >5,0 mIU/L.
Στην ομάδα ελέγχου, τα TPOAb ήταν διαθέσιμα σε 444 ασθενείς, τα TgAb σε 373, ενώ και τα 2 αυτοαντισώματα σε 325 άτομα. Τα επίπεδα TPOAb ήταν πάνω από το φυσιολογικό εύρος σε 37 (8,3%), τα επίπεδα TgAb σε 33 (8,8%), ενώ και τα 2 αντισώματα σε 14 (4,3 %) ασθενείς. Χρησιμοποιώντας μονομεταβλητή στατιστική ανάλυση, η αυτοανοσία του θυρεοειδούς βρέθηκε να σχετίζεται θετικά με το γυναικείο
φύλο (p<0,001) και αρνητικά με την παρουσία σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (p=0,009), αλλά όχι με τη νοσηλεία, την εισαγωγή σε μονάδα εντατικής θεραπείας, την αναπνευστική υποστήριξη ή τη θεραπεία για COVID -19. Συνολικά, η συχνότητα θυρεοειδικής αυτοανοσίας στους ασθενείς που νόσησαν από COVID-19 ήταν 17,5%, ενώ η συχνότητα θετικών TPOAb ήταν διπλάσια σε σύγκριση με τους μάρτυρες αντίστοιχης ηλικίας και φύλου (15,7% έναντι 7,7%).
Είναι πιθανό ότι η ενεργοποίηση της ανοσολογικής απόκρισης που συμβαίνει κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης νόσησης από COVID-19 να προκαλεί ή να επισπεύδει την έναρξη θυρεοειδικής αυτοανοσίας σε ορισμένους ασθενείς. Δεδομένου ότι αυτό προηγείται της έναρξης της δυσλειτουργίας του θυρεοειδούς, απαιτούνται πιο μακροχρόνιες μελέτες για την αξιολόγηση της θυρεοειδικής λειτουργίας. Επιπρόσθετα, η αξιολόγηση της θυρεοειδικής αυτοανοσίας και λειτουργίας φαίνεται ότι πρέπει να αποτελεί μέρος της εκτίμησης ασθενών που νόσησαν με COVID-19.
Οι αιμορροΐδες παρόλο που δεν είναι κατά κανένα τρόπο απειλητικό για τη ζωή πρόβλημα, είναι πρόβλημα βασανιστικό για την καθημερινότητα.
Πώς προκαλούνται
Οι αιμορροΐδες προκαλούνται συχνά από ένα συνδυασμό πολλών παραγόντων, όπως το σφίξιμο κατά τη διάρκεια μιας κένωσης, συχνή δυσκοιλιότητα (σκληρές ή δύσκολες κενώσεις), διάρροια (συχνή χαλαρή, υδαρής κένωση), εγκυμοσύνη, παχυσαρκία, κίρρωση του ήπατος.
Τα συμπτώματα μπορούν να είναι: πόνος και πίεση στο πρωκτικό κανάλι, ένα εξόγκωμα, φαγούρα και πόνος στον πρωκτό ή/και γύρω από αυτόν ή/και αίμα στο εσώρουχο ή στο χαρτί τουαλέτας.
«Οι περισσότεροι ασθενείς, παρά τη μεγάλη ενόχληση, αποφεύγουν την επίλυση του προβλήματος αυτού λόγω του φόβου της παραδοσιακής χειρουργικής θεραπευτικής αντιμετώπισης και του έντονου πόνου που κατά κανόνα την ακολουθεί. Επιπλέον, το γεγονός ότι η νόσος αυτή αφορά μια περιοχή του σώματος για την οποία το ευρύ κοινό πολλές φορές νιώθει άβολα να συζητήσει ή να ενδιαφερθεί σοβαρά, επιτείνει το φαινόμενο της αποφυγής της λύσης του προβλήματος.
Η συνήθης εικόνα είναι: ο ασθενής με αιμορροΐδες φθάνει στον ιατρό αργά, με το πρόβλημα σε προχωρημένη κατάσταση, χωρίς σωστή κατανόησή του και, κάποιες φορές, έχοντας δοκιμάσει κάποια θεραπεία/γιατροσόφι που του παρείχε κάποιος γνωστός/γείτονας/φίλος…
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι κάθε ενόχληση στην περιοχή του πρωκτού δεν πρέπει να αποδίδεται στις αιμορροΐδες. Υπάρχουν παθήσεις που εμφανίζονται συχνότατα στον γενικό πληθυσμό με ανάλογο τρόπο με τις αιμορροΐδες ή συνυπάρχουν με αυτές, όπως ραγάδες, περιπρωκτικά συρίγγια, αποστήματα και πλήθος άλλες.
Η λαθεμένη εκτίμηση από τον ασθενή αλλά και δυστυχώς η ανεπιτυχής διάγνωση, κάποιες φορές, από τον μη ειδικό ιατρό, οδηγεί στην ύπαρξη άλλων συμπτωμάτων ακόμα και μετά από εγχείρηση για αιμορροΐδες», επισημαίνει ο κ. Διαμαντής Ε. Θωμάς M.D. Ph.D. F.A.C.S., ειδικός στη Λαπαροσκοπική Ρομποτική Ογκολογική Χειρουργική, Διευθυντής -Γενικός Χειρουργός στο Metropolitan Hospital.
Θεραπεία
Η θεραπεία των αιμορροΐδων όταν αυτές βρίσκονται σε αρχικά στάδια είναι συντηρητική. Όταν οι αιμορροΐδες επιμένουν και, παρά τα συντηρητικά μέτρα που θα εφαρμοστούν, παραμένουν πολύ διογκωμένες, δεν ξαναμπαίνουν μέσα και, κυρίως, αιμορραγούν συνεχώς τότε απαιτείται θεραπεία με κάποια επεμβατική μέθοδο.
«Τα τελευταία 10-15 χρόνια έχουν εμφανιστεί αρκετές τεχνικές και χειρουργικά μηχανήματα (HAL, LONGO, LASER, THD, ANGIODIN, TRILOGY, RAFAELO κ.ά) για τη θεραπεία των αιμορροΐδων.
Το θέμα όμως δεν είναι τόσο το ποια τεχνική ή ποιο μηχάνημα θα εξασφαλίσει την καλύτερη θεραπεία, αλλά το να εξατομικευθεί αυτή η θεραπεία ανά ασθενή.
Αυτό σημαίνει ότι ο χειρουργός θα πρέπει να διαθέτει εμπειρία και εξοικείωση τόσο με τα μηχανήματα, έτσι ώστε να μπορεί να χειριστεί τα περισσότερα (αν όχι όλα), όσο και με τις τεχνικές, έτσι ώστε να είναι σε θέση να επιλέξει την κατάλληλη τεχνική ή ακόμη και συνδυασμό τεχνικών όπως π.χ. ο συνδυασμός «Milligan-Morgan» με χρήση laser, για να παράσχει τα καλύτερα χειρουργικά αποτελέσματα.
Πέρα όμως από την ιδανική χειρουργική τεχνική, βασική προϋπόθεση για να έχει επιτυχία ένα χειρουργείο για αιμορροΐδες είναι το να αλλάξει η/ο ασθενής συνήθειες αφόδευσης.
Δηλαδή, πρέπει:
● να επιδιώκει γρήγορη κένωση, περίπου 5-7 λεπτά
● να πλένεται με χλιαρό νερό μετά την κένωση
● να έχει διατροφή πλούσια σε φυτικές, έτσι ώστε να διευκολύνει τις κενώσεις της/του.
Αν δεν γίνουν πράξη τα παραπάνω, η πιθανότητα υποτροπής μετά από το χειρουργείο είναι μεγάλη.