Κατηγορία: ΥΓΕΙΑ

  • Πόσο κοντά βρισκόμαστε σε ένα χάπι… end στο διαβήτη;

    Πόσο κοντά βρισκόμαστε σε ένα χάπι… end στο διαβήτη;

    Η επιστήμη προχωρά. Και αυτό σημαίνει λύσεις εκεί που δεν υπήρχαν ή καλύτερες λύσεις εκεί που υπήρχαν. Μια τέτοια καλύτερη λύση αποτελεί το χάπι για τον διαβήτη. Ένα χάπι που θα αντικαταστήσει την ένεση ινσουλίνης, δίνοντας έτσι ένα χάπι-end σε μια διαδικασία, που όσο και αν είναι σωτήρια, δεν παύει να είναι και επίπονη για τα πάσχοντα άτομα. Η έρευνα για τη δημιουργία ενός τέτοιου χαπιού ξεκίνησε σχεδόν παράλληλα με την ανακάλυψη της ινσουλίνης και, έκτοτε, «καλά κρατεί». Σήμερα, 90 χρόνια μετά την πρώτη προσπάθεια, πόσο κοντά ή πόσο μακριά βρισκόμαστε από ένα τέτοιο χάπι;

    Το πρόβλημα του διαβήτη

    «Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί μια χρόνια νόσο η οποία δυστυχώς δεν θεραπεύεται. Μπορεί όμως, χάρη στις σύγχρονες θεραπευτικές τεχνικές, να ρυθμιστεί αποτελεσματικά, έτσι ώστε το άτομο που πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη να μην κινδυνεύει από τις επιπλοκές της νόσου και να είναι ικανό να ζήσει όπως ένα μη διαβητικό άτομο», εξηγεί η κα Εμμανουέλα Χουρδάκη, Παθολόγος – Διαβητολόγος, Επιμελήτρια Διαβητολογικού – Καρδιομεταβολικού Κέντρου του νοσοκομείου Metropolitan.

    Η παθοφυσιολογία της νόσου ορίζει και τη θεραπεία της. Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από διαταραχή στο μεταβολισμό της γλυκόζης, η οποία οφείλεται σε έλλειψη ινσουλίνης (ορμόνης που εκκρίνεται από το πάγκρεας). Στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι τα κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν την ινσουλίνη καταστρέφονται και έτσι παρατηρείται πλήρης έλλειψη της ορμόνης. Στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ, που οφείλεται σε προοδευτική μείωση της έκκρισης της ινσουλίνης από τα β-κύτταρα του παγκρέατος, παρατηρείται συνδυασμός έλλειψης ινσουλίνης και αντίσταση στη δράση της στους περιφερικούς ιστούς.

    Υπάρχουν νόσοι με αναλογίες με τον διαβήτη όπως π.χ. ο υποθυρεοειδισμός, κατά τον οποίο ο θυρεοειδής αδένας υπολειτουργεί με αποτέλεσμα την έλλειψη της απαραίτητης θυροξίνης (ορμόνης του θυρεοειδούς), για τις οποίες η θεραπεία με χάπι είναι πραγματικότητα εδώ και χρόνια. Η θυροξίνη δίνεται σε μορφή χαπιού μία φορά ημερησίως ενώ, δυστυχώς, η ινσουλίνη δύναται να χορηγηθεί μόνο ως ενέσιμη αγωγή. Επιπλέον, απαιτείται δόση βραδείας ινσουλίνης που ρυθμίζει το σάκχαρο νηστείας και δόσεις ταχείας ινσουλίνης που καλύπτουν τα γεύματα. Πόσο θαυμάσιο νέο θα ήταν, λοιπόν, ένα χάπι ινσουλίνης ή έστω και περισσότερα κατά τη διάρκεια της ημέρας, για εκατομμύρια διαβητικούς ασθενείς;

    Χορήγηση από το στόμα: το ζητούμενο για την ινσουλίνη

    Έχει περάσει σχεδόν ένας αιώνας από την ανακάλυψη της ινσουλίνης το 1921. Έκτοτε και μέχρι σήμερα, η εύρεση μιας άλλης μορφής χορήγησης της ορμόνης εκτός της ενέσιμης αποτελεί πρόκληση για τους ερευνητές. Η χορήγησή της από το στόμα, αν γίνει εφικτή, θεωρείται ως η πιο φυσιολογική, καθώς η απορρόφησή της μέσω της πυλαίας φλέβας προς το ήπαρ μιμείται καλύτερα την παγκρεατική ινσουλινική έκκριση.

    Οι προσπάθειες για το χάπι-end

    Ταξιδεύοντας πίσω στον χρόνο, κάνουμε μια πρώτη στάση στο 1930, που έγιναν οι πρώτες προσπάθειες χωρίς επιτυχία, λόγω διάσπασης του μορίου από τα πεπτικά ένζυμα. Έκτοτε όλες οι έρευνες έχουν επικεντρωθεί στην προφύλαξη της ινσουλίνης κατά τη διάρκεια της διαδρομής της μέσα στον γαστρεντερικό σωλήνα και στη βελτίωση της διοχέτευσης του μορίου της στην αιματική ροή. Το 2008 παρουσιάστηκε χάπι ινσουλίνης από την ORAMED, που κατόρθωσε να «συσκευάσει» την ινσουλίνη σε νανοσωματίδια λιπιδίων, προστατεύοντάς την από τη διαδικασία της πέψης. Ωστόσο το κόστος μιας κλινικής μελέτης θεωρήθηκε απαγορευτικό. Το 2015 η εταιρεία Novo Nordisk εκπόνησε μελέτη για χάπι ινσουλίνης (η πρώτη τυχαιοποιημένη διπλή-τυφλή σε φάση ΙΙ) η οποία δεν προχώρησε σε επόμενη φάση, γιατί οι δόσεις της ινσουλίνης που απαιτήθηκαν ήταν τεράστιες και μη εμπορικά βιώσιμες για το ευρύ κοινό. Εκτός από αυτές τις προσπάθειες θα πρέπει να αναφερθεί και η κυκλοφορία, κατά το παρελθόν, της εισπνεόμενης ινσουλίνης, που, ωστόσο, αποσύρθηκε λόγω σημαντικών παρενεργειών.

    Πρόσφατα παρουσιάστηκε ένα χάπι-κάψουλα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη χορήγηση δόσεων ινσουλίνης από το στόμα. Πρόκειται για μια κάψουλα η οποία φέρει βελόνα, η κορυφή της οποίας είναι φτιαγμένη από συμπιεσμένη, παγωμένη ινσουλίνη που απελευθερώνεται κατά την επαφή της με τα τοιχώματα του στομάχου. Οι ερευνητές εμπνευσμένοι από το σχήμα ενός είδους χελώνας της Αφρικής, σχεδίασαν κατά τέτοιο τρόπο την κάψουλα ώστε, ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο φθάνει στο στομάχι, να προσανατολίζεται μόνη της, έτσι που η βελόνα να έρχεται σε επαφή με το τοίχωμα του στομάχου. Το στομάχι δεν φέρει υποδοχείς πόνου και έτσι θεωρείται από τους ερευνητές ότι η επαφή της βελόνας με αυτό δεν θα γίνεται αντιληπτή από τους ασθενείς. Το φάρμακο βρίσκεται σε ερευνητικό επίπεδο και δεν έχει προχωρήσει σε κλινική μελέτη.

    Το εγγύς μέλλον

    «Με βάση τα προαναφερόμενα, δεν μπορούμε να ξέρουμε πόσο κοντά ή πόσο μακριά βρισκόμαστε στο χάπι-end του διαβήτη. Ξέρουμε όμως ότι μάλλον βρισκόμαστε πολύ κοντά σε ένα “ενδιάμεσο” happy end για τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, με την αντλία ινσουλίνης-γλυκαγόνης, το λεγόμενο τεχνητό πάγκρεας, που αναμένεται σύντομα. Εν τω μεταξύ θα πρέπει να θυμόμαστε ότι ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα χρόνιο πολυπαραγοντικό νόσημα με πολύπλοκους παθοφυσιολογικούς μηχανισμούς, που μπορεί όμως να ρυθμιστεί άριστα μέσω μιας καλής συνεργασίας ασθενούς και θεράποντα ιατρού. Σήμερα η επιστήμη κατέχει αρκετά, αποτελεσματικά θεραπευτικά εργαλεία που σε συνδυασμό με σωστή διατροφή και άσκηση είναι ικανά να ρυθμίσουν τη νόσο και σε αρκετές περιπτώσεις να προλάβουν ακόμα και την εκδήλωσή της», καταλήγει η κα Χουρδάκη. 

    Επιμέλεια: Νεκταρία Καρακώστα, Δημοσιογράφος Υγείας

     

  • Πώς μεταδίδεται ο κορωνοϊός; Οι νέες οδηγίες του CDC

    Πώς μεταδίδεται ο κορωνοϊός; Οι νέες οδηγίες του CDC

    • Η λοίμωξη COVID-19 μεταδίδεται κυρίως μέσω στενής επαφής από άτομο σε άτομο, μεταξύ ατόμων που βρίσκονται πλησίον ο ένας στον άλλο (σε απόσταση λιγότερο από 2 μέτρα). Άτομα που έχουν μολυνθεί αλλά δεν εμφανίζουν συμπτώματα μπορούν επίσης να μεταδώσουν τον ιό.
    • Η λοίμωξη COVID-19 μεταδίδεται πολύ εύκολα από άτομο σε άτομο. Ο ιός SARS-CoV-2 φαίνεται να μεταδίδεται πιο εύκολα από τη γρίπη, αλλά όχι τόσο εύκολα όσο η ιλαρά, ο οποίος είναι ένας από τους πιο μεταδοτικούς ιούς στην ανθρωπότητα.
    • Η λοίμωξη COVID-19 μεταδίδεται συνήθως κατά τη στενή επαφή. Άτομα που βρίσκονται πλησίον (σε απόσταση λιγότερο των 2 μέτρων) σε άτομο με COVID-19 ή έχουν άμεση επαφή με αυτό το άτομο διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο μόλυνσης. Όταν άτομα με λοίμωξη COVID-19 βήχουν, πτερνίζονται, τραγουδούν, μιλούν ή αναπνέουν, παράγουν αναπνευστικά σταγονίδια. Αυτά τα σταγονίδια μπορεί να κυμαίνονται σε μέγεθος και να είναι μεγαλύτερα (μερικά από τα οποία είναι ορατά) έως μικρότερα. Οι λοιμώξεις είναι κυρίως αποτέλεσμα της έκθεσης σε αναπνευστικά σταγονίδια. Τα αναπνευστικά σταγονίδια προκαλούν λοίμωξη όταν εισπνέονται ή εναποτίθενται σε βλεννογόνους, όπως στο εσωτερικό της μύτης και του στόματος. Η απόσταση έχει καθοριστική σημασία καθώς όσο μακρύτερα ταξιδεύουν τα αναπνευστικά σταγονίδια από το άτομο με COVID-19, η συγκέντρωση αυτών των σταγονιδίων μειώνεται. Τα μεγαλύτερα σταγονίδια πέφτουν από τον αέρα λόγω της βαρύτητας. Τα μικρότερα σταγονίδια και σωματίδια διαχέονται στον αέρα. Με το πέρασμα του χρόνου, η ποσότητα του μολυσματικού ιού στα αναπνευστικά σταγονίδια μειώνεται.
    • Η λοίμωξη COVID-19 μπορεί να μεταδοθεί ορισμένες φορές αερογενώς. Ορισμένες λοιμώξεις μπορούν να μεταδοθούν από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω έκθεσης σε μικρά σταγονίδια και σωματίδια που φέρουν ιικό φορτίο και μπορούν να παραμείνουν στον αέρα για λεπτά έως ώρες. Αυτοί οι ιοί μπορεί να είναι σε θέση να μολύνουν άτομα που απέχουν περισσότερο από 2 μέτρα από τον φορέα της λοίμωξης ή ακόμα και αφού ο φορέας της λοίμωξης έχει απομακρυνθεί από το χώρο. Αυτό το είδος μετάδοσης αναφέρεται ως αερομεταφερόμενη μετάδοση και είναι ένας σημαντικός τρόπος εξάπλωσης λοιμώξεων όπως η φυματίωση, η ιλαρά και η ανεμοβλογιά. Υπάρχουν ενδείξεις ότι υπό ορισμένες συνθήκες, άτομα με COVID-19 φαίνεται να έχουν μολύνει επίνοσα άτομα σε απόσταση μεγαλύτερη των 2 μέτρων. Αυτά τα περιστατικά έχουν αναφερθεί σε κλειστούς χώρους με ανεπαρκή αερισμό. Σε ορισμένες περιπτώσεις αναφέρθηκε ότι το μολυσμένο άτομο ανέπνεε έντονα κατά τη διάρκεια τραγουδιού ή άσκησης. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι επιστήμονες θεωρούν ότι η ποσότητα μολυσματικών μικροσταγονιδίων και σωματιδίων από τα άτομα με COVID-19 συγκεντρώθηκε αρκετά για να διαδώσει τον ιό σε άλλους ανθρώπους. Τα άτομα που είχαν μολυνθεί βρίσκονταν στον ίδιο χώρο κατά την ίδια ώρα ή λίγο μετά την αποχώρηση του ατόμου με COVID-19. Ωστόσο, σημειώνεται ότι τα διαθέσιμα δεδομένα δείχνουν ότι η μετάδοση μέσω στενής επαφής είναι ο κύριος τρόπος εξάπλωσης και σαφώς συχνότερη συγκριτικά με τη μετάδοση μέσω αερολύματος. 
    • Η λοίμωξη COVID-19 μεταδίδεται λιγότερο συχνά μέσω επαφής με μολυσμένες επιφάνειες. Τα αναπνευστικά σταγονίδια μπορούν επίσης να εναποτεθούν σε επιφάνειες και αντικείμενα. Είναι πιθανό ένα άτομο να έρθει σε επαφή με τον SARS-CoV-2 αγγίζοντας μια επιφάνεια ή αντικείμενο και έπειτα να μολυνθεί αγγίζοντας το στόμα, τη μύτη ή τα μάτια του. Ωστόσο, ο συγκεκριμένος τρόπος μετάδοσης δεν θεωρείται συχνός.
    • Η λοίμωξη COVID-19 σπάνια μεταδίδεται μεταξύ ανθρώπων και ζώων. Έχουν αναφερθεί μεμονωμένες περιπτώσεις μετάδοσης του SARS-CoV-2 από ανθρώπους σε κατοικίδια ζώα, κυρίως γάτες και σκύλους, μετά από στενή επαφή με άτομα με COVID-19. Γι ’αυτό το λόγο συστήνεται προσοχή κατά την επαφή με κατοικίδια ζώα κατά τη διάρκεια της λοίμωξης COVID-19. Ο κίνδυνος εξάπλωσης της λοίμωξης COVID-19 από ζώα σε ανθρώπους θεωρείται χαμηλός.

    Προστατεύουμε τον εαυτό μας και τους άλλους 

    Ο καλύτερος τρόπος για την πρόληψη της ασθένειας είναι να αποφύγουμε την έκθεση στον ιό. Μπορούμε να λάβουμε μέτρα για να αποτρέψουμε την αλυσίδα μετάδοσης.

    • Τηρούμε αποστάσεις από τους πλησίον μας τουλάχιστον 2 μέτρα, όποτε είναι δυνατόν. Αποτελεί ιδιαίτερα σημαντικό μέτρο πρόληψης.
    • Καλύπτουμε το στόμα και τη μύτη με μάσκα όταν είμαστε κοντά με άλλους. Αυτό συμβάλλει στη μείωση του κινδύνου εξάπλωσης τόσο με στενή επαφή όσο και με αερομεταφερόμενη μετάδοση.
    • Πλένουμε τα χέρια μας συχνά με σαπούνι και νερό. Εάν το σαπούνι και το νερό δεν είναι διαθέσιμα, χρησιμοποιούμε ένα απολυμαντικό χεριών που περιέχει τουλάχιστον 60% αλκοόλη.
    • Αποφεύγουμε τους πολυσύχναστους εσωτερικούς χώρους και φροντίζουμε οι εσωτερικοί χώροι να αερίζονται επαρκώς με εξωτερικό αέρα. Γενικά, η παρουσία σε εξωτερικούς χώρους και σε χώρους με καλό εξαερισμό μειώνει τον κίνδυνο έκθεσης σε μολυσματικά αναπνευστικά σταγονίδια.
    • Παραμένουμε στο σπίτι και απομονωνόμαστε από τους οικείους μας όταν αρρωστήσουμε.
    • Καθαρίζουμε τακτικά και απολυμαίνουμε τις επιφάνειες που αγγίζουμε συχνά.
    • Οι πανδημίες μπορεί να είναι αγχωτικές, ειδικά όταν βρισκόμαστε μακριά από άλλους. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, είναι σημαντικό να διατηρούμε τις κοινωνικές επαφές και να μην παραμελούμε την ψυχική μας υγεία.

     

     

     


    Η Health Editor Προτείνει:

     

  • Ξηροφθαλμία- Πώς θα την προλάβετε, πώς θα την αντιμετωπίσετε

    Ξηροφθαλμία- Πώς θα την προλάβετε, πώς θα την αντιμετωπίσετε

    Γράφει ο Δημήτριος Ξενόπουλος, Χειρουργός Οφθαλμίατρος, Κιάτο Κορινθίας

    Νιώθετε τα μάτια σας κουρασμένα; Είναι κόκκινα ή δακρύζουν; Τότε μπορεί να πάσχετε από μία συνηθισμένη πάθηση που ονομάζεται ξηροφθαλμία, η οποία  αποτελεί μία από τις συχνότερες αιτίες επίσκεψης στον οφθαλμίατρο. Στην πραγματικότητα, η ξηροφθαλμία  δείχνει ότι υπάρχει υποκείμενο πρόβλημα με τη λίπανση του ματιού.  Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, προκαλείται από δυσλειτουργία της δακρυϊκής στιβάδας, η οποία είναι υπεύθυνη για την ενυδάτωση του οφθαλμού.

    Παράγοντες κινδύνου 

    Εάν, λοιπόν, εμφανίζετε χρόνια οφθαλμικά συμπτώματα και αναγνωρίζετε έναν ή περισσότερους από τους παρακάτω παράγοντες κινδύνου, μπορεί να έχετε σύνδρομο ξηροφθαλμίας.

    • Πολλές ώρες στον υπολογιστή: Έχετε παρατηρήσει ότι παραμένετε προσκολλημένοι για αρκετές ώρες μπροστά από μία οθόνη, είτε του κινητού, είτε του υπολογιστή, είτε της τηλεόρασης. Κάτι τέτοιο μπορεί να κουράσει τα μάτια σας, με αποτέλεσμα να νιώθετε ότι ξεραίνονται. Αυτό συμβαίνει καθώς η χρήση της οθόνης μειώνει σημαντικά τον αριθμό τη συχνότητα με την οποία «ανοιγοκλείνετε» τα μάτια σας, με αποτέλεσμα την ανεπαρκή τους λίπανση και την αίσθηση ξηρότητας.
    • Ξηρότητα: Ο ξηρός αέρας, είτε βρίσκεστε σε εξωτερικό είτε σε εσωτερικό χώρο, μπορεί να ξηράνει περισσότερο τα μάτια σας. 
    • Φακοί επαφής: Η μακροχρόνια χρήση φακών επαφής ενδέχεται να προκαλέσει ξηροφθαλμία, ειδικά αν αυτοί δεν χρησιμοποιούνται σωστά. Οι φακοί επαφής συγκεκριμένα, ενδέχεται να παρεμποδίζουν το στρώμα των δακρύων που καλύπτει και προστατεύει την οφθαλμική επιφάνεια. Αυτό προκαλεί μείωση της λίπανσης των ματιών, με αποτέλεσμα να τα αισθάνεστε ξηρά ή να κοκκινίζουν.
    • Αλλεργίες: Η αλλεργία και τα ξηρά μάτια είναι σχεδόν συνώνυμα, αφού οι περισσότεροι άνθρωποι αντιμετωπίζουν ξηροφθαλμία με την εμφάνιση των ενοχλητικών εποχιακών αλλεργιογόνων. Για αυτό θα ήταν καλό να πλένετε συχνά τα μάτια σας, αφού πρώτα καθαρίσετε πολύ καλά τα χέρια σας.
    • Γήρανση:  Η γήρανση επηρεάζει όλα τα μέρη του σώματός με τα μάτια να μην αποτελούν εξαίρεση. Έως το 30% των ατόμων άνω των 50 ετών έχουν ξηροφθαλμία, η οποία γίνεται ακόμη πιο έντονη μετά την ηλικία των 65 ετών. Ευτυχώς, η ξηροφθαλμία ως αποτέλεσμα της γήρανσης δεν είναι σοβαρή και παρόλο που μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα ζωής, συνήθως αντιμετωπίζεται.
    • Λήψη αντισυλληπτικών και εμμηνόπαυση: Η πλειονότητα όσων πάσχουν από ξηροφθαλμία, είναι γυναίκες. Ένας από τους κύριους λόγους είναι ότι μετά την εμμηνόπαυση, οι γυναίκες δεν παράγουν αρκετή ποσότητα δακρύων. Επίσης, οι γυναίκες που έχουν πρώιμη εμμηνόπαυση (ηλικίας 40 ετών ή μικρότερης ηλικίας) και αναπτύσσουν ξηροφθαλμία, διατρέχουν κίνδυνο μεγαλύτερης βλάβης στην επιφάνεια του ματιού τους. Και δεν είναι μόνο η εμμηνόπαυση. Κι άλλες ορμονικές αλλαγές μπορεί να επιφέρουν το ίδιο αποτέλεσμα, όπως η χρήση αντισυλληπτικών χαπιών ή ορμονοθεραπεία, καθώς και η εγκυμοσύνη.
    • Αυτοάνοσα νοσήματα:  Το ξηρό μάτι συσχετίζεται με πολλές διαφορετικές αυτοάνοσες διαταραχές, όπως είναι ο ερυθηματώδης λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σκληρόδερμα και το σύνδρομο Sjögren.
    • Διαβήτης: Μελέτη διαπίστωσε ότι περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς με διαβήτη, πάσχουν από ξηροφθαλμία. Ένας μη ρυθμισμένος διαβητικός κινδυνεύει από βλάβη στα οπτικά νεύρα, καθώς ο διαβήτης προκαλεί πολυνευροπάθεια, μια κοινή μορφή βλάβης των νεύρων, η οποία μπορεί να βλάψει το νευρωνικό δίκτυο σε περισσότερα από ένα μέρη του σώματος, συμπεριλαμβανομένου του κερατοειδούς χιτώνα. Η κατάσταση αυτή παρεμβαίνει στην παραγωγή δακρύων, μειώνοντας τη συχνότητα που «ανοιγοκλείνουμε» τα μάτια, πράγμα που σημαίνει ότι τα δάκρυα εξατμίζονται πιο εύκολα.
    • Λήψη φαρμάκων:  Πολλά φάρμακα,  συνταγογραφούμενα και μη, αναγράφουν  την ξηροφθαλμία  ως πιθανή ανεπιθύμητη ενέργεια, επειδή μπορεί να μειώσουν την παραγωγή των δακρύων. Πρόκειται για διάφορα φάρμακα όπως αντιυπερτασικά (διουρητικά και β-αναστολείς), υπνωτικά, αντικαταθλιπτικά, φάρμακα κατά του άγχους, παυσίπονα, αντιισταμινικά και αποσυμφορητικά, καθώς και μερικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της ακμής και της νόσου Parkinson. Εάν αντιμετωπίζετε ξηροφθαλμία και λαμβάνεται κάποια από αυτές τις θεραπείες, συζητήστε το με τον γιατρό σας.
    • Ανεπάρκεια βιταμίνης Α: Η ανεπάρκεια βιταμίνης Α στον οργανισμό μπορεί επίσης να οδηγήσει σε ξηροφθαλμία, αν και αυτό το φαινόμενο εμφανίζεται πιο συχνά σε αναπτυσσόμενες χώρες.

    Αντιμετώπιση 

    Απλές καθημερινές συνήθειες, που μπορείτε να εντάξετε στη ζωή σας, θα σας βοηθήσουν να βελτιώσετε τα συμπτώματα της ξηροφθαλμίας.

    • Χρησιμοποιείτε τεχνητά δάκρυα: Τα τεχνητά δάκρυα ανακουφίζουν από την ξηρότητα των οφθαλμών. Εάν τα μάτια σας αρχίσουν να σας ενοχλούν, χρησιμοποιείστε οφθαλμικές σταγόνες μιας χρήσης με Υαλουρονικό Νάτριο και Χαμομήλι όπως π.χ. τις Newsept eyes, οι οποίες βοηθούν στη συμπλήρωση της λίπανσης του ματιού, εάν το σώμα σας δεν παράγει με φυσικό τρόπο αρκετή ποσότητα δακρύων.

    Η παρουσία του χαμομηλιού με τις ευεργετικές του ιδιότητές το κάνει να δρα ως καταπραϋντικό, ενώ το υαλουρονικό νάτριο θεωρείται  ο καλύτερος ενυδατικός παράγοντας

    • «Ανοιγοκλείνετε» συχνά τα μάτια σας: Είναι σημαντικό να «ανοιγοκλείνετε» τα μάτια σας τουλάχιστον πέντε έως έξι φορές το λεπτό, έτσι ώστε η επιφάνεια των ματιών να διατηρείται καθαρή και υγρή. Ενώ το «ανοιγοκλείσιμο» συμβαίνει κυρίως ακούσια, ίσως χρειαστεί να το κάνετε πιο συχνά όταν έχετε ξηροφθαλμία.
    • Ξεκουράζετε τα μάτια σας: Τα μάτια σας χρειάζονται ξεκούραση, ειδικά όταν διατρέχουν τον κίνδυνο να στεγνώσουν. Κάνετε ένα διάλειμμα σε τακτά χρονικά διαστήματα όταν διαβάζετε ή εργάζεστε σε υπολογιστή και κλείνετε τα μάτια σας για κάποιο χρονικό διάστημα.
    • Προστατέψτε τα μάτια σας: Το δυνατό φως ή τα σωματίδια του αέρα μπορούν να προκαλέσουν ερεθισμό στα μάτια. Φοράτε γυαλιά ηλίου για να ελαχιστοποιήσετε την ένταση του φωτός που πέφτει στο μάτι και επίσης για να μειώσετε το «στέγνωμα» των δακρύων, από τον αέρα. Εάν βρίσκεστε σε ξηρό περιβάλλον για μεγάλο χρονικό διάστημα, τοποθετήστε ένα υγρό πανί πάνω από τα μάτια σας για να τα προστατέψετε. Μην χρησιμοποιείτε συχνά φακούς επαφής.
    • Πλένετε συχνά τα βλέφαρα και τις βλεφαρίδες σας: Η καθημερινή υγιεινή και περιποίηση των βλεφάρων και των βλεφαρίδων αποτελεί μια καλή πρακτική πρόληψης. Καλό θα ήταν να πλένετε προσεκτικά τα βλέφαρά σας με μια καθαρή πετσέτα, σαπούνι και χλιαρό νερό. Ξεβγάζετε στη συνέχεια με προσεκτικές κι απαλές κινήσεις. Οι μαλάξεις των βλεφάρων, επίσης, δρουν ευεργετικά.
    • Να είστε προσεκτικοί κατά την εφαρμογή του μακιγιάζ: Μην εφαρμόζετε μάσκαρα, eyeliners ή σκιά ματιών κάτω από τις βλεφαρίδες κοντά στο μάτι. Εάν χρησιμοποιείτε μάσκαρα, απλώστε την κοντά στις άκρες των βλεφαρίδων.
    • Ακολουθήστε υγιεινή διατροφή: Οι καλές διατροφικές συνήθειες μπορούν να αποτρέψουν την εμφάνιση ξηροφθαλμίας. Δίαιτα πλούσια σε ωμέγα-3 λιπαρά, καθώς επίσης οι βιταμίνες και τα ιχνοστοιχεία, βοηθούν στη διατήρηση υγιούς οφθαλμικής επιφάνειας.

     

     


    H Health Editor Προτείνει:

     

  • Ρευματοειδής αρθρίτιδα: Ασπίδα η μεσογειακή διατροφή

    Ρευματοειδής αρθρίτιδα: Ασπίδα η μεσογειακή διατροφή

    Επιρρεπείς στην ανάπτυξη ρευματοειδούς αρθρίτιδας είναι όσοι ακολουθούν μια υψηλή σε κρέας, αλάτι και αναψυκτικά διατροφή. Αντιθέτως, όσοι επιλέγουν τη μεσογειακή διατροφή αντιμετωπίζουν λιγότερες πιθανότητες εμφάνισης της νόσου. Ένα πλούσιο σε φρούτα, λαχανικά, ελαιόλαδο, δημητριακά και ψάρια, μέτριο σε γαλακτοκομικά προϊόντα και κρασί και φτωχό σε κόκκινο κρέας διαιτολόγιο, μπορεί να βοηθήσει ακόμα και τις καπνίστριες και πρώην καπνίστριες στην πρόληψη της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Στο ευνοϊκό αυτό συμπέρασμα για όσες κάνουν χρήση προϊόντων καπνού κατέληξε μια πρόσφατη γαλλική ανάλυση, μετά από αξιολόγηση της διατροφής περισσότερων από 62.000 γυναικών.

    «Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι μια αυτοάνοση ασθένεια, που επηρεάζει δύο με τρεις φορές συχνότερα της γυναίκες. Αυτές αντιπροσωπεύουν το 70% των περιπτώσεων. Η  αιτιολογία της εμφάνισής της δεν έχει πλήρως τεκμηριωθεί, ωστόσο η πλειονότητα  των μελετών υποδεικνύει  ότι στην παθογένεσή της αλληλεπιδρούν τόσο περιβαλλοντικοί όσο και γενετικοί, ορμονικοί και  ανοσολογικοί παράγοντες. Συχνά σχετίζεται με αντισώματα [ρευματοειδείς παράγοντες (RF) και/ή αντι-κιτρουλλινικά αντισώματα (ACPA)]. Το κάπνισμα αποτελεί παράγοντα κινδύνου για θετική σε ACPA ρευματοειδή αρθρίτιδα, ιδιαίτερα σε ασθενείς με γενετική προδιάθεση», μας εξηγεί ο εξειδικευμένος στις αρθροπλαστικές ισχίου και γόνατος Oρθοπαιδικός Χειρουργός δρ Αθανάσιος Τσουτσάνης.

    Πρόκειται για μια νόσο που προσβάλλει τις αρθρώσεις, όπως είναι και οι άλλες μορφές αρθρίτιδας. Η βλάβη προκαλείται από ανάπτυξη φλεγμονής και υπερπλασία του αρθρικού υμένα, που οδηγούν σε φθορά του χόνδρου και κατόπιν των οστών της προσβεβλημένης άρθρωσης. Οι ασθενείς βιώνουν τοπικό πόνο, οίδημα και δυσκαμψία, ενώ σπανιότερα μπορεί να εκδηλώσουν εξωαρθρικά συμπτώματα, όπως αναιμία, οφθαλμική φλεγμονή, απώλεια βάρους ή φλεγμονή σε άλλα όργανα του σώματος. Όλα αυτά τα συμπτώματα είναι πιθανόν να επηρεάσουν και την ψυχική υγεία τους, αφού προκαλούν άγχος και κατάθλιψη, χειροτερεύοντας τελικά την ποιότητα ζωής τους. Η νόσος σχετίζεται και με σημαντική θνησιμότητα, με το προσδόκιμο ζωής των ασθενών να είναι πιθανό να μειωθεί κατά τρία έως δέκα χρόνια!

    Πλήττει το 0,5 – 1% του πληθυσμού και η συχνότητα εμφάνισής της στον παγκόσμιο χάρτη ποικίλλει. Στη Νότια Ευρώπη κυμαίνεται από 0,3-0,7%, ενώ στη Βόρεια Ευρώπη και Βόρεια Αμερική μεταξύ 0,5-1%. Έχει διαπιστωθεί ότι στις μεσογειακές χώρες ο αριθμός των πασχόντων είναι μικρότερος και η πάθηση έχει ηπιότερη μορφή. Στη χώρα μας ο  επιπολασμός της είναι 0,68% και εμφανίζεται συχνότερα σε γυναίκες ηλικίας 50-59 ετών.

    Ο λόγος για τη διαφορά αυτή στη βαρύτητα της νόσου στη Μεσόγειο φαίνεται να είναι η διατροφή, λόγω της προστατευτικής, όμως, δράσης της έναντι κάποιων συννοσηροτήτων της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, όπως η οστεοπόρωση. Οι μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί για να βρεθούν τα αίτια που εμφανίζεται σπανιότερα η νόσος σε αυτές τις χώρες δεν είναι αρκετές. Οι περισσότερες έχουν δείξει ότι δεν υπάρχει συσχετισμός μεταξύ μεσογειακής διατροφής και ρευματοειδούς αρθρίτιδας, ενώ μία σουηδική μελέτη του 2018  έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι έχει ευεργετική επίδραση στους άνδρες.

    Στόχος της γαλλικής ανάλυσης που δημοσιεύθηκε στο Arthritis & Rheumatology ήταν να εκτιμηθεί η σχέση μεταξύ της μεσογειακής διατροφής και του κινδύνου ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Στόχος ήταν ειδικά τα άτομα υψηλού κινδύνου, δεδομένης αφενός της προστασίας που γενικά παρέχει η συγκεκριμένη διατροφή ενάντια στις μη μεταδοτικές ασθένειες και αφετέρου της περιεκτικότητάς της σε βιοδραστικά συστατικά, ιδίως αντιοξειδωτικά και ω-3 λιπαρά οξέα, που μπορεί να έχουν ευεργετική επίδραση στις αυτοάνοσες ασθένειες.

    Η ανάλυση περιέλαβε 62.629 γυναίκες που συμμετείχαν σε μια μελέτη βάσει ερωτηματολογίου, που αξιολόγησε τις διατροφικές συνήθειές τους από το 1990. Συνολικά, 480 γυναίκες εμφάνισαν ρευματοειδή αρθρίτιδα. Παρότι η τήρηση της μεσογειακής διατροφής δεν συσχετίστηκε με τον κίνδυνο ρευματοειδούς αρθρίτιδας, μεταξύ των γυναικών που κάπνιζαν ή ήταν πρώην καπνίστριες συσχετίστηκε με μειωμένο κίνδυνο: υπήρχαν 383 περιπτώσεις ρευματοειδούς αρθρίτιδας ανά 1 εκατομμύριο άτομα ετησίως σε εκείνες που είχαν υψηλή προσήλωση στη μεσογειακή διατροφή, και 515 περιπτώσεις ανά 1 εκατομμύριο άτομα ετησίως μεταξύ εκείνων με μικρή προσήλωση στη διατροφή (και 358 περιπτώσεις ανά 1 εκατομμύριο άτομα ετησίως μεταξύ των γυναικών που δεν κάπνιζαν ποτέ και ήταν απολύτως προσηλωμένες στη μεσογειακή διατροφή).

    «Έχει διαπιστωθεί ότι όσοι καπνίζουν έχουν περισσότερες πιθανότητες εμφάνισης της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Μάλιστα η σχέση είναι δοσοεξαρτώμενη. Όταν υπάρχουν γενετικοί προδιαθεσικοί παράγοντες ο κίνδυνος αυξάνεται κατά 40%. Τόσο αυτή όσο και κάθε άλλη επιρρεπής πληθυσμιακή ομάδα θα πρέπει να ενημερώνεται και να αναζητά εγκαίρως θεραπεία, προκειμένου να αποφεύγονται οι μακροπρόθεσμες καταστροφικές επιπτώσεις στην υγεία τους. Η ένταξη της άσκησης στη ζωή τους για ενδυνάμωση των μυών και η φαρμακευτική αγωγή για την πρόληψη της παραμόρφωσης των αρθρώσεων μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο για χειρουργική αντιμετώπιση του σοβαρού χρόνιου πόνου και των κινητικών προβλημάτων που προκαλούνται. Η συνηθέστερη εγχείρηση για την οριστική απαλλαγή από τα συμπτώματα είναι η ολική αρθροπλαστική, κατά την οποία η φυσική αλλά κατεστραμμένη πλέον άρθρωση αντικαθίσταται με μία τεχνητή». Ευτυχώς, οι επεμβάσεις αυτές γίνονται στις μέρες μας με τεχνικές ελάχιστης επεμβατικότητας, που προσφέρουν πολύ γρήγορη αποκατάσταση. Στην περίπτωση βλάβης της αρθρώσεως του ισχίου η τεχνική AMIS και στην περίπτωση βλάβης του γόνατος η ΜΙΚ αποτελούν δύο πρωτοποριακές τεχνικές. Οι ασθενείς δεν έχουν μετεγχειρητικό πόνο, δεν υπάρχει ανάγκη μετάγγισης αίματος κατά τη διάρκεια ή μετά το χειρουργείο, κινητοποιούνται αμέσως, η ανάγκη νοσηλείας τους είναι εξαιρετικά περιορισμένη και το κυριότερο οι μετεγχειρητικές επιπλοκές είναι εξαιρετικά σπάνιες», καταλήγει ο δρ Αθανάσιος Τσουτσάνης.

  • Διαλείπουσα νηστεία και Διαβήτης

    Διαλείπουσα νηστεία και Διαβήτης

    Η διαλείπουσα νηστεία είναι μια σχετικά νέα πρόταση διατροφής για ρύθμιση και έλεγχο του σωματικού βάρους. Βιώνει μια αύξηση της δημοτικότητας, αποκτώντας όλο και περισσότερο οπαδούς,  λόγω της ευκολίας στην τήρησή της και των πολλών αναφερόμενων ωφελειών για την υγεία.

    Η έννοια της διαλείπουσας νηστείας αναφέρεται σε ένα φάσμα διατροφικών συμπεριφορών που στοχεύουν στη διακοπή της σκόπιμης κατανάλωσης ενέργειας (δηλαδή νηστεία), για παρατεταμένες χρονικές περιόδους, συνήθως μεταξύ 16 και 24 ωρών, σε ένα κανονικό ή ελεύθερο κατά τα άλλα πρόγραμμα διατροφής. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές…

    Σε ορισμένα διαλείποντα σχήματα, τα άτομα περιορίζουν την κατανάλωση τροφής σε περίοδο 6 έως 8 ωρών κατά τη διάρκεια της ημέρας, ενώ σε άλλα νηστεύουν για 24  ολόκληρες ώρες αρκετές ημέρες της εβδομάδας κλπ.

    Αρκετά άτομα μπορεί να υιοθετήσουν αυτά τα διατροφικά πρότυπα όχι απλά μόνο σαν μέσο απώλειας βάρους αλλά και για τα υποσχόμενα οφέλη για την υγεία τους. Τα οφέλη αυτά υποστηριζόμενα από ανεκδοτικά στοιχεία, συμπεριλαμβάνουν από την καλύτερη ρύθμιση του Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2 και τη μείωση των επιπλοκών του, μέχρι την θεραπεία και την αναστροφή του Διαβήτη.

    Δυστυχώς, όλα αυτά παραμένουν αναπόδεικτα και μη δοκιμασμένα σε καλά σχεδιασμένες μελέτες.

    Ενώ ο περιορισμός των θερμίδων και η απώλεια βάρους είναι γνωστό ότι επηρεάζουν ευεργετικά τα αποτελέσματα της υγείας σε ασθενείς με Διαβήτη τύπου 2 -οδηγώντας σε βελτιωμένο έλεγχο γλυκόζης, υπέρτασης και ανώμαλων επιπέδων λιπιδίων- η επίτευξή τους με διαλείπουσα νηστεία προκαλεί ανησυχίες και αμφιβολίες, εξηγεί ο κ. Αντώνιος Λέπουρας MD, Παθολόγος Διαβητολόγος, Διευθυντής Παθολογικής-Διαβητολογικής Κλινικής & Διαβητολογικού Κέντρου Metropolitan General. 

    Μία πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη δημοσιεύθηκε στις 2 Ιουλίου 2020 στο JAMA, παρουσιάζοντας μια νέα οπτική γωνία. Η μελέτη υπογραμμίζει τον περιορισμένο αριθμό αποδεικτικών στοιχείων για τα οφέλη για την υγεία της διαλείπουσας νηστείας μεταξύ των ασθενών με Διαβήτη τύπου 2 (Τ2Δ) και αποκαλύπτει τις πιθανές δυσμενείς επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν από αυτήν την προσέγγιση εάν οι ασθενείς δεν παρακολουθούνται προσεκτικά.

    Διαλείπουσα νηστεία και Τ2Δ 

    Μέχρι σήμερα, η διαλείπουσα νηστεία σε ασθενείς με Τ2Δ έχει μελετηθεί μόνο σε λίγες μικρές, βραχυπρόθεσμες δοκιμές που απέδωσαν περιορισμένες ενδείξεις για το όφελος της. Πρόσφατα, μια ομάδα ερευνητών εξέτασε τα στοιχεία για τα οφέλη στην υγεία και την ασφάλεια της διαλείπουσας νηστείας για όσες μελέτες υπήρχαν σε αυτήν την ομάδα ασθενών.

    Επιλέχθηκαν, συγκεκριμένα, μελέτες όπου, η διαλείπουσα νηστεία ορίστηκε ως χρονικά περιορισμένη σίτιση ή νηστεία σε εναλλακτικές ημέρες  κατά τη διάρκεια 1-4 ημερών της εβδομάδας, με μόνο νερό, χυμό ή ζωμό βοδινού και όχι περισσότερες από 700 θερμίδες να καταναλώνονται κατά τις ημέρες της νηστείας.

    Συνολικά, οι συγγραφείς της μελέτης βρήκαν επτά δημοσιευμένες μελέτες νηστείας σε ασθενείς με Τ2Δ – μόνο μία μελέτη είχε πάνω από 63 ασθενείς. Οι περισσότερες μελέτες ήταν μικρής διάρκειας, πραγματοποιήθηκαν περίπου 4 μήνες ή λιγότερο, και αξιολόγησαν πέντε διαφορετικές συχνότητες νηστείας.

    Όλες οι μελέτες ανέφεραν μια σχέση μεταξύ της διαλείπουσας νηστείας και της απώλειας βάρους, ενώ η πλειονότητα σημείωσε επίσης μειωμένη A1c και βελτιωμένα επίπεδα γλυκόζης, ποιότητα ζωής και αρτηριακής πίεσης. Λόγω της έλλειψης ομοιογένειας στο σχεδιασμό, τα μέτρα και τις μορφές διατροφής, δεν ήταν δυνατόν να εξαχθούν ουσιαστικά κλινικά συμπεράσματα.

    Επιπλέον, μόνο μία μελέτη ασχολήθηκε με την ασφάλεια δύο διαλειπόντων θεραπειών νηστείας, διαπιστώνοντας ότι και οι δύο αύξησαν τη συχνότητα εμφάνισης υπογλυκαιμικών επεισοδίων παρά τη χρήση ενός πρωτοκόλλου αλλαγής δόσης φαρμάκου.

    Βελτιωμένη γλυκόζη και γλυκαιμική ρύθμιση, αυξημένοι κίνδυνοι υπογλυκαιμίας με τις διαλειμματικές δίαιτες 

    Η κύρια διαπίστωση των τελευταίων μελετών είναι ότι από τον απλό περιορισμό των θερμίδων η διαλείπουσα νηστεία μπορεί να είναι λιγότερο ασφαλής, για άτομα που θεραπεύονται για Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2, αν και θα μπορούσε να είναι εξίσου αποτελεσματική.

    Οι ασθενείς με υπάρχοντα διαβήτη που παρουσίασαν απώλεια βάρους είδαν ένα όφελος από τη βελτίωση της γλυκόζης, της αρτηριακής πίεσης και των επιπέδων λιπιδίων, σύμφωνα με τους ερευνητές.

    Ενώ η απώλεια βάρους που σχετίζεται με τη διαλείπουσα νηστεία φαίνεται να είναι παρόμοια με εκείνη που επιτυγχάνεται με περιορισμό των θερμίδων, στην περίπτωση των ασθενών με Διαβήτη τύπου 2, ιδίως σε αυτούς που θεραπεύονται με ινσουλίνη, μπορεί να ενέχει αυξημένο κίνδυνο γλυκαιμικής μεταβλητότητας (πολύ χαμηλές αλλά και πολύ υψηλές διακυμάνσεις του σακχάρου μέσα στο 24ωρο). Η υπογλυκαιμία μπορεί να εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της νηστείας και η υπεργλυκαιμία κατά τη διάρκεια της σίτισης, σημειώνουν οι ερευνητές, δημιουργώντας δυνητικά επικίνδυνες κλινικές επιπτώσεις.

    «Μελέτες έχουν ήδη προκαλέσει ανησυχία στο ότι η γλυκαιμική μεταβλητότητα οδηγεί τόσο σε μικροαγγειακές επιπλοκές (π.χ. αμφιβληστροειδοπάθεια, νεφροπάθεια, διαβητικό πόδι, κλπ.) όσο και σε μακροαγγειακές (π.χ. στεφανιαία νόσο, αγγειακά εγκεφαλικά, κλπ.) σε ασθενείς με Τ2Δ, προειδοποίησαν οι συγγραφείς.

    Ως εκ τούτου, συστήνεται η ανάγκη για στενή παρακολούθηση του σακχάρου με στόχο την ανίχνευση της γλυκαιμικής μεταβλητότητας σε ευαίσθητους ασθενείς που ακολουθούν αυτήν τη διατροφή, καθώς και σε όλες τις μελέτες κλινικών παρεμβάσεων που εφαρμόζεται διαλείπουσα νηστεία σε ασθενείς με Τ2Δ», τονίζει ο κ. Λέπουρας.

    Συστάσεις – Επίλογος 

    Το αν η διαλειμματική δίαιτα (διαλείπουσα νηστεία) για ασθενείς με Διαβήτη τύπου 2, προσφέρει μακροχρόνια οφέλη στην συνολική υγεία τους, είναι πολύ δύσκολο να αποδειχθεί. Είναι ίσως πιο εύκολο να την ακολουθήσουν συχνά και πιο μακροχρόνια, άτομα που απασχολούνται σε πολύωρα προγράμματα εργασίας και συνθήκες ακατάστατης ή και ακατάλληλης διατροφής.

    Όμως και η ασφάλεια είναι ένα σημαντικό ερωτηματικό για τα άτομα που λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή. Υπάρχουν λοιπόν και προειδοποιήσεις λόγω ζητημάτων ασφάλειας; 

    Καταρχήν σε άτομα που θεραπεύονται με ινσουλίνη ή ινσουλινοεκκριτικά δισκία, ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας με τις σοβαρές συνέπειές του είναι υπαρκτός και αν εφαρμοσθεί η συγκεκριμένη δίαιτα απαιτούνται τακτικές μετρήσεις σακχάρου ιδίως κατά την διάρκεια της νηστείας. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται σε άτομα που αθλούνται ή έχουν έντονη σωματική δραστηριότητα στον εργασιακό τους χώρο. Επίσης, άτομα με συννοσηρότητες (καρδιαγγειακά προβλήματα, νεφρική ανεπάρκεια, κλπ.), καλό είναι να αποφεύγουν τέτοιες διατροφές. Ο απλός περιορισμός των θερμίδων μπορεί να είναι ασφαλέστερη επιλογή για τους περισσότερους από τις ανωτέρω ομάδες.

    Το ερωτηματικό αλλά και μεγάλο πρόβλημα σε όλες τις μεθόδους ρύθμισης του σωματικού βάρους είναι η μακροχρόνια διατήρηση της αρχικής απώλειας βάρους. Βέβαια υπάρχουν αρκετές μελέτες που επιβεβαιώνουν πως έστω και μικρή απώλεια βάρους (5-10%) στην αρχή μπορεί να αναστρέψει στο φυσιολογικό τον Προδιαβήτη αλλά και μεγάλο ποσοστό των ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη σε αρχικά στάδια. Με αυτή την έννοια η διαλειμματική δίαιτα φαίνεται αποτελεσματική ως προς την απώλεια βάρους, στις μελέτες, και αυτό σίγουρα θα βοηθήσει στην καλύτερη ρύθμιση του Διαβήτη, ίσως και σε αρκετές περιπτώσεις να οδηγήσει σε διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής! Εννοείται πως για να διατηρηθούν τα οφέλη, θα πρέπει να διατηρείται αν είναι δυνατόν, δια βίου, η διαχείριση του βάρους και αυτό είναι το δύσκολο…  Η διαλειμματική δίαιτα αν και φαίνεται εύκολη δυστυχώς συχνά κουράζει και μακροχρονίως εγκαταλείπεται (άγνωστο το ποσοστό που την εφαρμόζει, για παράδειγμα, 5 έτη). Αυτό είναι βέβαια γενικό πρόβλημα για όλες τις μεθόδους διατήρησης – ελέγχου του βάρους και φυσικά αποτελεί στοιχείο μελέτης και προβληματισμού και για την συγκεκριμένη πρόταση δίαιτας – διατροφής.

    Κάθε προσπάθεια αλλαγής συμπεριφοράς στο σώμα μας, με την βελτίωση της ποιότητας της διατροφής μας, τη μείωση του βάρους, και την αύξηση της σωματικής άσκησης, είναι επιθυμητή και συνιστάμενη. Η διαλείπουσα νηστεία είναι μια ενδιαφέρουσα πρόταση απώλειας βάρους.                 

    Όμως έως ότου η διαλείπουσα νηστεία αποδειχθεί αποτελεσματική και ασφαλής στον έλεγχο του διαβήτη και των επιπλοκών του, τα διαθέσιμα δεδομένα μελετών υποδηλώνουν ότι τέτοια σχήματα για ασθενείς με Διαβήτη τύπου 2, πρέπει να προσεγγίζονται με προσοχή, ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας να παρακολουθείται στενά και η φαρμακευτική αγωγή να προσαρμόζεται προσεκτικά για να διασφαλιστεί τόσο η ασφάλεια, όσο και η αποτελεσματικότητα αυτής της διατροφικής παρέμβασης, καταλήγει ο κ. Λέπουρας. 

    Επιμέλεια: Νεκταρία Καρακώστα, Δημοσιογράφος Υγείας

  • Η συμβολή της φυσικοθεραπείας στη ζωή των γυναικών με εμμηνόπαυση

    Η συμβολή της φυσικοθεραπείας στη ζωή των γυναικών με εμμηνόπαυση

    Γράφει ο Σταύρος Σταθόπουλος, Φυσικοθεραπευτής εξειδικευμένος στην αποκατάσταση νευρολογικών & νευροψυχολογικών δυσχερειών, Γ.Ν.Α «Ο Ευαγγελισμός», Δ/ντης & Καθ. Μ.Π.Ε Παν/μίου “G. Marconi”, Ρώμης, Ιταλία, Συντονιστής Επιστημονικού τμήματος «Φυσικοθεραπεία στην Ψυχική Υγεία» του Ν.Π.Δ.Δ «Πανελλήνιος Σύλλογος Φυσικοθεραπευτών» (Π.Σ.Φ) & εκπρόσωπος του στην Διεθνή Οργάνωση Φυσικοθεραπείας στην Ψυχική Υγεία (I.O.P.T.M.H), υποομάδας της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας Φυσικοθεραπείας (W.C.P.T), Γραμματέας Δ.Σ του Ευρωπαϊκού Δικτύου για την Ενεργό Διαβίωση στην Ψυχική Υγεία (E.N.A.L.M.H), Μέλος του Δικτύου της W.C.P.T για προώθηση της υγείας στη ζωή και την εργασία (H.P.L.W), Physioplus certified in: Exercise, health and patterns in physical activity & Physical Activity as EBP in Mental Health”, Οργανωτικός Γραμματέας του περιφερειακού τμήματος Αττικής του Π.Σ.Φ-Ν.Π.Δ.Δ, Επιστημονικός Συνεργάτης της ΕΛΕΤΕΜ 

    Η μετάβαση στην εμμηνόπαυση μπορεί να έχει διάφορες σωματικές, ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις στη ζωή μιας γυναίκας και η ικανότητα αντιμετώπισης αυτών των αλλαγών μπορεί να επηρεαστεί από την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, το εισόδημα, το επίπεδο εκπαίδευσης, την εργασιακή ζωή και τις κοινωνικές σχέσεις.

    Οι φυσικοθεραπευτές είναι αναπόσπαστο μέρος της διεπιστημονικής ομάδας προσέγγισης, διενεργούν εξατομικευμένες αξιολογήσεις & παρέχουν κατάλληλες στρατηγικές διαχείρισης για την υγεία των βελτιώνοντας έτσι τη συνολική ποιότητα ζωής τους.

    Ενδεικτικά

    Εξάψεις 

    • Συστηματικό και δομημένο πρόγραμμα καθοδηγούμενης ή επιβλεπομένης θεραπευτικής άσκησης αερόβιου τύπου (βάδιση, χορός, τρέξιμο, ποδηλασία, κολύμβηση) ήπιας έως μέτριας έντασης (έντονες ασκήσεις φέρνουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα) για τουλάχιστον16 εβδομάδες, 3- 5 φορές την εβδομάδα και για 30-45 συνεχόμενα λεπτά την φορά (προτιμητέο σε ανοιχτούς ή καλά αεριζόμενους χώρους)
    • Τεχνικές χαλάρωσης (εκπαίδευση αναπνοής ,biofeedback,κλπ.)

    Κολπική ξηρότητα και / ή σεξουαλική δυσλειτουργία 

    Η σεξουαλική υγεία μπορεί να επηρεαστεί αρνητικά. Οι εξειδικευμένοι φυσικοθεραπευτές είναι σε θέση να εκπαιδεύσουν

    • στην ορθή χρήση κολπικών λιπαντικών ή διαστολέων
    • σε ασκήσεις πυελικού εδάφους
    • στις κατάλληλες στάσεις κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής. 

    Κατάθλιψη 

    Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ψυχιατρικής Εταιρείας (2018), η δομημένη σωματική άσκηση –εν αντιθέσει με την άσκηση μέσω καθημερινών δραστηριοτήτων όπως το περπάτημα με σκοπό τη μετακίνηση έχει το ίδιο θεραπευτικό αποτέλεσμα σε ήπια-μέτρια κατάθλιψη όπως με αυτό της φαρμακευτικής αγωγής και της ψυχοθεραπείας

    Διαταραχές ύπνου 

    Οι κατάλληλες συστάσεις για τις αναγκαίες αλλαγές στον τρόπο ζωής, τα προγράμματα άσκησης καθώς και οι τεχνικές χαλάρωσης θα βοηθήσουν στην βελτίωση του ύπνου  

    Πόνος στις αρθρώσεις / Μυοσκελετικός πόνος 

    Ο έλεγχος βάρους και η τακτική άσκηση συνιστώνται ως οι καλύτερες θεραπείες για τον μυοσκελετικό πόνο, ιδιαίτερα η άσκηση στο νερό μπορεί να είναι μια καλή εναλλακτική λύση, γιατί μειώνεται η καταπόνηση των μύων και των αρθρώσεων.  

    Γνωστικές αλλαγές 

    Η ανεπάρκεια οιστρογόνων μπορεί να φέρει απώλεια μνήμης και δυσκολία συγκέντρωσης. Η τακτική και δομημένη άσκηση δρα τόσο προληπτικά όσο και βελτιωτικά των συμπτωμάτων.  

    Μακροχρόνιες επιδράσεις της εμμηνόπαυσης 

    Οστεοπόρωση και πυκνότητα των οστών 

    Μελέτες δείχνουν ότι οι φυσικοθεραπευτές είναι σε θέση να βοηθήσουν στην παροχή καθοδήγησης σχετικά με την κατάλληλη άσκηση. Η άσκηση αντίστασης έχει ισχυρότερο οστεογενές αποτέλεσμα και για να είναι αποτελεσματική το μηχανικό της φορτίο πρέπει να υπερβαίνει εκείνο των δραστηριοτήτων της καθημερινής ζωής.  

    Σύνθεση σώματος 

    Στη μετεμμηνοπαυσιακή περίοδο οι γυναίκες συχνά αυξάνουν το κεντρικό κοιλιακό λίπος, μειώνουν τις ενεργειακές δαπάνες & τον ρυθμό μεταβολισμού. Τα τακτικά προγράμματα προσωποποιημένης άσκησης συνεισφέρουν στην αύξηση του μεταβολικού ρυθμού και της ενεργειακής δαπάνης, προωθώντας την απώλεια κοιλιακών λιπών.

    Καρδιαγγειακές παθήσεις,

    Οι οδηγίες έγκριτων διεθνών οργανισμών αναγνωρίζουν την μετεμμηνοπαυσιακή κατάσταση ως παράγοντα κινδύνου για καρδιοαγγειακές διαταραχές. Εξειδικευμένα προγράμματα αερόβιας άσκησης μπορούν να βελτιώσουν την καρδιοαναπνευστική αντοχή και να μειώσουν τον καρδιοαγγειακό κίνδυνο

    Ισορροπία 

    Η ανεπάρκεια οιστρογόνων έχει συνδεθεί με μειωμένη ισορροπία σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Το «Otago Exercise Program ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα ασκήσεων που δημιουργήθηκε μετά από έρευνες της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Otago της Νέας Ζηλανδίας, βοηθάει στην πρόληψη πτώσεων, μέσω της ενδυνάμωσης και της βελτίωσης της ισορροπίας.

    Η φυσικοθεραπεία στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των εμμηνοπαυσιακών γυναικών είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη παγκοσμίως.Στην Ελλάδα είναι ακόμα ένας ανεκμετάλλευτος πόρος. Ας την εκμεταλλευτούμε.

    Επιμέλεια: Νεκταρία Καρακώστα, Δημοσιογράφος Υγείας

  • 10 παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του προστάτη

    10 παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του προστάτη

    Ο καρκίνος του προστάτη είναι η πιο συχνή κακοήθης νόσος στους άνδρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, περισσότεροι από 365.000 μαθαίνουν κάθε χρόνο ότι πάσχουν από αυτόν, ενώ 77.000 χάνουν ετησίως τη ζωή τους εξαιτίας του, συνήθως έπειτα από πολυετή νόσο.

    Ο αριθμός των κρουσμάτων και των θανάτων παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση από χώρα σε χώρα. Στην Ελλάδα, η Επιτροπή υπολογίζει ότι διαγιγνώσκονται ετησίως περισσότεροι από 3.400 κρούσματα, ενώ οι θάνατοι υπερβαίνουν τους 1.700.

    Παρ’ όλα αυτά, ο καρκίνος του προστάτη είναι ένας από τους καρκίνους με τις καλύτερες προγνώσεις. Περισσότεροι από οκτώ στους δέκα πάσχοντες στην Ευρώπη (το 83%) ζουν από πέντε χρόνια και πάνω μετά τη διάγνωση.

    Αν και κανείς δεν γνωρίζει την ακριβή αιτία του, η ιατρική έρευνα έχει αποκαλύψει αρκετούς παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εκδήλωσής του. «Τους παράγοντες αυτούς όλοι οι άνδρες πρέπει να τους γνωρίζουν, ώστε να αρχίζουν εγκαίρως τον απαιτούμενο προληπτικό έλεγχο», λέει ο Χειρουργός- Ουρολόγος Δρ Ηρακλής Πούλιας, τ. πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας. «Όπως όλοι οι καρκίνοι, έτσι και αυτός του προστάτη αντιμετωπίζεται με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα όταν γίνεται αντιληπτός νωρίς».

    Από τους επιβεβαιωμένους παράγοντες κινδύνου οι πιο σημαντικοί είναι η ηλικία, η εθνικότητα, το οικογενειακό ιστορικό, ορισμένα γονίδια και το σωματικό βάρος. Ωστόσο υπάρχουν και άλλοι, μερικοί από τους οποίους είναι εντελώς απρόσμενοι, προσθέτει ο κ. Πούλιας.

    Η ηλικία είναι ο ισχυρότερος παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη καρκίνου του προστάτη. Ο καρκίνος του προστάτη είναι σπάνιος στους άνδρες ηλικίας κάτω των 40 ετών. Συνήθως αρχίζει να αναπτύσσεται μετά τα 50 έτη (γι’ αυτό και συνιστάται τακτική μέτρηση του PSA στο αίμα και δακτυλική εξέταση προστάτη) και εκδηλώνεται μετά την ηλικία των 65 ετών. Στην πραγματικότητα, περισσότερο από το 80% των κρουσμάτων του εκδηλώνονται σε άνδρες που έχουν περάσει τα 65 τους χρόνια.

    Η φυλή και η εθνικότητα επίσης αποτελούν επιβαρυντικούς παράγοντες. Για λόγους που παραμένουν άγνωστοι, ο καρκίνος του προστάτη αναπτύσσεται συχνότερα στους Αμερικανούς αφρικανικής καταγωγής και στους άνδρες της Καραϊβικής με την ίδια καταγωγή, αλλά λιγότερο συχνά στους Ασιάτες και τους ισπανόφωνους. Είναι επίσης πιο συχνός στη Βόρεια Αμερική, τη Βορειοδυτική Ευρώπη, την Αυστραλία και την Καραϊβική. Ο καρκίνος παρουσιάζει επίσης αυξητικές τάσεις στους Ασιάτες που ζουν σε αστικές περιοχές της Δύσης.

    Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, ο καρκίνος του προστάτη εμφανίζεται σε άνδρες χωρίς οικογενειακό ιστορικό της νόσου. Όταν όμως υπάρχει τέτοιο ιστορικό, ο κίνδυνος που διατρέχει ο άνδρας διπλασιάζεται. Ωστόσο ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος για τους άνδρες των οποίων αρρωσταίνει ο αδελφός, παρά ο πατέρας, καθώς και για τους άνδρες με πολλούς άρρενες συγγενείς (και από τους δύο γονείς)  που έπασχαν από τη νόσο.

    Ο οικογενής καρκίνος του προστάτη, όπως αποκαλείται, υπολογίζεται ότι αντιπροσωπεύει το 20% των περιπτώσεων της νόσου. Η αιτία του πιστεύεται ότι είναι συνδυασμός κοινών γονιδίων και περιβαλλοντικών παραγόντων.

    Υπάρχει, όμως, ένα 5% των περιπτώσεων όπου ο καρκίνος του προστάτη είναι κληρονομικός. Αυτό σημαίνει ότι ο άνδρας έχει κληρονομήσει συγκεκριμένες γενετικές μεταλλάξεις που τον θέτουν σε κίνδυνο. «Υπόνοιες για κληρονομικότητα στον καρκίνο του προστάτη εγείρονται όταν ένας άνδρας έχει τρεις ή περισσότερους συγγενείς πρώτου βαθμού (πατέρα, αδελφό ή/και γιο) ηλικίας άνω των 60 ετών με καρκίνο του προστάτη», εξηγεί ο κ. Πούλιας. «Εγείρονται επίσης όταν ο καρκίνος του προστάτη ανιχνεύεται πριν από τα 55 έτη σε τουλάχιστον δύο στενούς συγγενείς (π.χ. πατέρα, αδελφό, γιο, παππού, θείο, ανιψιό) από την ίδια πλευρά της οικογένειας. Μία άλλη περίπτωση, είναι να ανιχνευθεί ο καρκίνος του προστάτη σε τρεις γενιές ανδρών, από την ίδια πλευρά της οικογένειας. Σε σπάνιες περιπτώσεις, εξ άλλου, εγείρονται υπόνοιες κληρονομικότητας όταν στην ίδια οικογένεια υπάρχουν κρούσματα από ορισμένες μορφές καρκίνου που “μοιράζονται” κοινά γονίδια. Όταν, π.χ., υπάρχουν κρούσματα καρκίνου του μαστού, των ωοθηκών και του προστάτη, η αιτία μπορεί να είναι τα γονίδια BRCA1 και BRCA2. Μπορεί ακόμα να υπάρχει μια σπάνια, κληρονομική μορφή καρκίνου του παχέος εντέρου (σύνδρομο Lynch) που προκαλεί καρκίνο και σε άλλα όργανα, συμπεριλαμβανομένου του προστάτη».

    Στις περιπτώσεις κληρονομικότητας ο κίνδυνος να εκδηλωθεί καρκίνος του προστάτη αυξάνεται κατ’ αναλογία με τον αριθμό των στενών συγγενών που πάσχουν από αυτόν. Με ένα και μόνο συγγενή πρώτου βαθμού, π.χ., ο κίνδυνος διπλασιάζεται έως τριπλασιάζεται.

    Η παχυσαρκία επίσης φαίνεται πως συσχετίζεται με τον καρκίνο του προστάτη, αλλά με ιδιαίτερο τρόπο. «Οι έως τώρα μελέτες δείχνουν ότι οι παχύσαρκοι άνδρες έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν χαμηλής κακοήθειας νόσο, αλλά περισσότερες να εκδηλώσουν επιθετικό καρκίνο του προστάτη», εξηγεί ο κ. Πούλιας. «Έχουν επίσης περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με προχωρημένο καρκίνο του προστάτη, ο οποίος έχει δυσμενέστερη πρόγνωση από τις αρχικές μορφές της νόσου. Επιπλέον, η ανάρρωσή τους από την εγχείρηση αφαίρεσης του κακοήθους όγκου συχνά διαρκεί περισσότερο και είναι πιο δύσκολη, ενώ μπορεί να διατρέχουν και αυξημένο κίνδυνο θανάτου από τη νόσο».

    Υπάρχουν επίσης διάφοροι παράγοντες του τρόπου ζωής που φαίνεται ότι συμβάλλουν στην ανάπτυξη του συγκεκριμένου καρκίνου. Η φτωχή σε λαχανικά διατροφή έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο επιθετικού καρκίνου του προστάτη. Το ίδιο και η υπερβολική κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων.

    Αντίστοιχα, το κάπνισμα μπορεί να αποτελεί συμβάλλοντα παράγοντα στον επιθετικό καρκίνο του προστάτη, ενώ η έκθεση σε τοξικά χημικά στην εργασία επίσης αυξάνει τον κίνδυνο αυτό. Μελέτες, π.χ., έχουν δείξει ότι οι πυροσβέστες εκτίθενται σε τέτοιου είδους τοξικά χημικά, που είναι ένα μίγμα καπνού, τοξικών αερίων και ενώσεων που σχηματίζονται λόγω των υψηλών θερμοκρασιών. Ο κίνδυνος αυτός είναι ιδιαιτέρως υψηλός όταν δεν φορούν αναπνευστικές συσκευές, όταν μάχονται με τις φλόγες.

    Το ύψος επίσης μπορεί να είναι ένας παράγοντας κινδύνου, αλλά με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι όλοι οι άλλοι. «Μελέτες έχουν δείξει πως όσο αυξάνεται το ύψος του άνδρα, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες επιθετικού καρκίνου του προστάτη», εξηγεί ο κ. Πούλιας. «Φυσικά δεν ευθύνεται το ύψος καθαυτό για τον συγκεκριμένο κίνδυνο, αλλά οι παράγοντες που καθορίζουν το ύψος μας. Είναι καλά γνωστό πως στους παράγοντες αυτούς συμπεριλαμβάνονται γονίδια, το επίπεδο της έκθεσης σε ορμόνες στη διάρκεια της εμβρυϊκής ζωής και η διατροφή κατά την παιδική ηλικία. Το ερώτημα που προσπαθούν τώρα να απαντήσουν οι επιστήμονες είναι ποιος από αυτούς τους παράγοντες σχετίζεται και με τον καρκίνο του προστάτη».

    Τι σημαίνουν πρακτικά όλ’ αυτά για τους άνδρες; «Υπάρχουν παράγοντες κινδύνου που μπορούμε να επηρεάσουμε και άλλοι που βρίσκονται πέρα από τις δυνατότητές μας», απαντά ο κ. Πούλιας. «Για την ηλικία, την καταγωγή, την οικογένεια ή το ύψος μας, π.χ., δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι. Επομένως αυτό που μένει είναι να προσπαθούν οι άνδρες να διατηρούν φυσιολογικό το σωματικό βάρος τους, να τρέφονται υγιεινά και να αποφεύγουν την έκθεση στον καπνό των τσιγάρων ή σε χημικά. Τέλος, μετά τα 50 (ή μετά τα 40, αν έχουν οικογενειακό ιστορικό) πρέπει να κάνουν τακτικό τσεκ απ. Ο ουρολόγος ιατρός θα τους κατευθύνει για το πόσο συχνά πρέπει να εξετάζονται».

    Επιμέλεια: Νεκταρία Καρακώστα, Δημοσιογράφος Υγείας

  • Τα γυαλιά προστατεύουν από τον COVID-19

    Τα γυαλιά προστατεύουν από τον COVID-19

    Στο νοσοκομειακό περιβάλλον, τα μέτρα ατομικής προστασίας κατά την εξέταση ασθενούς με υψηλή υποψία COVID-19 ή επιβεβαιωμένου κρούσματος περιλαμβάνουν μεταξύ των άλλων και τη χρήση προστατευτικών γυαλιών. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Ιωάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ, https://mdimop.gr/covid19/) συνοψίζουν τα αποτελέσματα πρόσφατης μελέτης που διερεύνησε τη συσχέτιση μεταξύ της χρήσης γυαλιών και του κινδύνου λοίμωξης COVID-19 (Zeng W et al. Association of Daily Wear of Eyeglasses With Susceptibility to Coronavirus Disease 2019 Infection. JAMA Ophthalmol. Published online September 16, 2020. doi:10.1001/jamaophthalmol.2020.3906).

    Στη μελέτη παρατήρησης συμπεριελήφθησαν 276 ασθενείς με COVID-19 που νοσηλεύτηκαν στο νοσοκομείο Suizhou Zengdu στην επαρχία Suizhou στην Κίνα κατά το χρονικό διάστημα από 27 Ιανουαρίου έως 13 Μαρτίου 2020. 155 ήταν άνδρες και η διάμεση ηλικία ήταν τα 51 έτη (εύρος 41-58 έτη). 16 από τους 276 ασθενείς (5.8%) φόραγαν γυαλιά  για πάνω από 8 ώρες την ημέρα και όλοι είχαν μυωπία. Αντίστοιχα, το ποσοστό των πολιτών με μυωπία στην επαρχία Hubeiσύμφωνα με προηγούμενες μελέτες ήταν 31.5%, το οποίο ήταν αρκετά υψηλότερο από το ποσοστό των ασθενών με COVID-19 και μυωπία στον πληθυσμό της μελέτης.

    Συμπερασματικά, η παρούσα μελέτη παρέχει έμμεσες ενδείξεις ότι η χρήση γυαλιών για πάνω από 8 ώρες την ημέρα στο γενικό πληθυσμό μπορεί να προστατεύει από τη μετάδοση της λοίμωξης COVID-19. 

    Επιμέλεια: Νεκταρία Καρακώστα, Δημοσιογράφος Υγείας

  • Μηνιγγίτιδα Β- 75% των γονέων αγνοούν ότι είναι ο πιο συχνός τύπος μηνιγγίτιδας

    Μηνιγγίτιδα Β- 75% των γονέων αγνοούν ότι είναι ο πιο συχνός τύπος μηνιγγίτιδας

    Η GSK ξεκινά στην Ελλάδα μια νέα παγκόσμια εκστρατεία ενημέρωσης του κοινού για την Μηνιγγιτιδοκοκκική Νόσο τύπου Β. Σκοπός της εκστρατείας είναι η ευαισθητοποίηση των γονέων αναφορικά με την μηνιγγίτιδα Β, μια σπάνια αλλά με σοβαρές επιπλοκές και δυνητικά θανατηφόρο νόσο, ούτως ώστε να συμβουλευτούν τον Παιδίατρό τους για το πώς μπορούν να προστατέψουν τα παιδιά τους.

    Η εκστρατεία έχει τίτλο «Missing B» και έρχεται να καλύψει το κενό στην ενημέρωση των γονέων αναφορικά με τη ύπαρξη διαφορετικών τύπων μηνιγγίτιδας και ειδικά του τύπου Β, στον οποίο οφείλεται το 90% των κρουσμάτων. Πράγματι, βάσει ευρημάτων έρευνας αγοράς, 3 στους 4 γονείς δεν γνωρίζουν ότι ο τύπος Β είναι ο πιο συχνός τύπος μηνιγγίτιδας και ο εμβολιασμός έναντι των άλλων τύπων (A, C, W, και Υ) δεν προστατεύει από αυτόν.

    Η εκστρατεία προτρέπει τους γονείς να συμβουλευτούν τον Παιδίατρό τους για το πώς μπορούν να προστατέψουν τα παιδιά τους έναντι της μηνιγγίτιδας Β.

    Το κεντρικό πρόσωπο της εκστρατείας είναι ο Σάκης Ρουβάς, ένας καλλιτέχνης που διαχρονικά έχει επιδείξει υψηλή ευαισθησία σε θέματα που αφορούν στην υγεία των παιδιών και είναι και ο ίδιος πατέρας, ο οποίος αναμένεται να συμβάλλει με την παρουσία του στη διάχυση των μηνυμάτων της εκστρατείας και ευαισθητοποίηση των γονέων.

    Η Ιατρική Διευθύντρια της GSK, Σοφία Ευκλείδου, κατά την παρουσίαση της εκστρατείας, σχολίασε: «Στη GSK είμαστε υπερήφανοι για την έναρξη της εκστρατείας ενημέρωσης του κοινού για την Μηνιγγιτιδοκοκκική Νόσο τύπου Β στην Ελλάδα, καθώς και στην χώρα μας οι γονείς φαίνεται να μην γνωρίζουν τις διαθέσιμες επιλογές πρόληψης της νόσου έναντι διαφορετικών τύπων μηνιγγίτιδας. Ευελπιστούμε ότι η εν λόγω εκστρατεία θα  συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση των γονέων, παρακινώντας τους να συμβουλευτούν τον παιδίατρό τους αναφορικά με τις συνέπειες της νόσου και τον τρόπο προστασίας των παιδιών τους».

    Επιπρόσθετα, ο Σάκης Ρουβάς, ανέφερε σχετικά: «Με μεγάλη χαρά αποδέχτηκα την πρόσκληση της GSK να αποτελέσω το κεντρικό πρόσωπο αυτής της εκστρατείας. Τα παιδιά αποτελούν το μέλλον της κοινωνίας μας και εμείς ως γονείς οφείλουμε να τους παρέχουμε όλα τα δυνατά εφόδια, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας έναντι σοβαρών νοσημάτων που μπορούν να προληφθούν. Ευελπιστώ ότι με την συμμετοχή μου θα συμβάλλω ενεργά στην ενημέρωση των γονέων για αυτή τη σοβαρή νόσο».

    Σχετικά με την έρευνα αγοράς που υποστήριξε την εκστρατεία:

    • Η έρευνα διεξήχθη σε 3.600 γονείς (ή κηδεμόνες) παιδιών ηλικίας 2 μηνών έως 23 ετών στις χώρες: Ελλάδα, Αυστραλία, Βραζιλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ.
    • Για να μπορούν να συμμετάσχουν στην πλήρη έρευνα, οι γονείς έπρεπε να είναι από 18 έως 65 ετών και να έχουν αποκλειστική ή από κοινού ευθύνη για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τον εμβολιασμό του/των παιδιού/ών τους.
    • Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τις 27 Μαρτίου έως τις 15 Απριλίου του 2019.
    • Η αναλογία συμμετοχής μεταξύ γυναικών και ανδρών, ορίστηκε υποχρεωτικά σε 70% και 30% αντίστοιχα σε κάθε χώρα.

    Σχετικά με τη μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο 

    Η διηθητική μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος (κοινώς γνωστή ως μηνιγγίτιδα) είναι η κύρια αιτία εμφάνισης απειλητικής για τη ζωή μηνιγγίτιδας στο μεγαλύτερο μέρος του ανεπτυγμένου κόσμου. Αν και είναι σπάνια, η μηνιγγίτιδα εξελίσσεται ραγδαία, συνήθως σε προηγουμένως υγιή παιδιά και εφήβους και μπορεί να προκαλέσει ισόβιες αναπηρίες ή και θάνατο. Τα αρχικά συμπτώματα συχνά μοιάζουν με αυτά της κοινής γρίπης, γεγονός που δυσχεραίνει τη διάγνωσή της. Σχεδόν 1στα 10 άτομα που θα προσβληθούν από τη νόσο θα χάσουν τη ζωή τους, ακόμα και αν λάβουν κατάλληλη θεραπεία. Επιπλέον, περίπου το 20% των ατόμων που επιβιώνουν, ενδέχεται να υποστούν σοβαρές αναπηρίες (ακρωτηριασμό, απώλεια ακοής ή εγκεφαλικές βλάβες).

    Τα συμπτώματα της μηνιγγίτιδας μπορούν να αναπτυχθούν γρήγορα. Τα πρώτα συμπτώματα είναι συνήθως πυρετός, έμετος, πονοκέφαλος και αίσθημα αδιαθεσίας. Πόνος στα άκρα, ωχρότητα του δέρματος και κρύα χέρια και πόδια εμφανίζονται πολλές φορές νωρίτερα από το αιμορραγικό εξάνθημα (το οποίο φαίνεται εάν ακουμπήσουμε πάνω ένα ποτήρι), τη δυσκαμψία του αυχένα, τη φωτοφοβία και τη σύγχυση.

    Επιμέλεια: Νεκταρία Καρακώστα, Δημοσιογράφος Υγείας

     


     

  • Μύκητες στα νύχια: Τι μπορεί να συμβεί αν μείνουν χωρίς θεραπεία;

    Μύκητες στα νύχια: Τι μπορεί να συμβεί αν μείνουν χωρίς θεραπεία;

    Παρότι υπάρχουν πολύ σοβαρότερες παθήσεις από την ονυχομυκητίαση και αρκετοί τη θεωρούν ασήμαντη για να ασχοληθούν με τη θεραπεία της, η αδιαφορία τους αυτή μπορεί έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία των νυχιών, και όχι μόνο.

    «Στα κλειστά παπούτσια, που ήδη φοράμε τώρα που ψύχρανε ο καιρός, δημιουργούνται οι ιδανικές συνθήκες για την ανάπτυξη και εξάπλωση του μύκητα. Οπότε όσοι έχουν κολλήσει κάποιον, μετά από λίγο καιρό θα δουν το προσβεβλημένο νύχι τους να αλλάζει εμφάνιση. Έχει παρατηρηθεί ότι επειδή η λοίμωξη δεν προκαλεί συνήθως πόνο, αρκετοί αδιαφορούν για τη θεραπεία της. Η επιλογή όμως αυτή μπορεί να τους φέρνει αντιμέτωπους με δυσάρεστες επιπλοκές», επισημαίνει ο Δερματολόγος- Αφροδισιολόγος Δρ Χρήστος Στάμου.

    Η ονυχομυκητίαση είναι μια συχνή πάθηση που επηρεάζει το 3% έως 5% του πληθυσμού. Περίπου το 50% των ασθενών που εξετάζονται από δερματολόγους για προβλήματα των νυχιών πάσχουν από αυτήν.

    Προκαλείται από μικροσκοπικούς οργανισμούς, που εισέρχονται στο νύχι μέσω κάποιας σχισμής. Τα συνηθέστερα δερματόφυτα (όπως ονομάζονται αυτοί οι μικροοργανισμοί) που ενοχοποιούνται είναι τα  Trichophyton rubrum, Trichophyton mentagrophytes και Candida albicans, τα οποία μπορεί να προσβάλουν τη ρίζα των νυχιών, την κοίτη (δηλαδή το δέρμα που βρίσκεται κάτω από το νύχι) ή τη μήτρα. Ενδείξεις της λοίμωξης είναι η αλλαγή στο χρώμα (κιτρίνισμα ή άσπρισμα) ή στη συνοχή (συχνά το νύχι σχίζεται, θρυμματίζεται ή διαχωρίζεται από την κοίτη του). Μπορεί να εμφανιστούν λευκές κηλίδες ή να γίνει παχύτερο. Συνήθως, ξεκινά ως μια μικρή αποχρωματισμένη περιοχή η οποία μεγαλώνει καθώς ο μύκητας εξαπλώνεται. Μπορεί επίσης να υπάρξει συσσώρευση υλικού κάτω από το νύχι και πιθανώς δυσάρεστη οσμή.

    «Όσο το νύχι παραμένει χωρίς θεραπεία τόσο πιο πιθανό είναι να παραμορφωθεί και να αρχίσει να προκαλεί πόνο στον πάσχοντα, ο οποίος τελικά φτάνει στο σημείο να δυσκολεύεται να περπατήσει όταν φοράει παπούτσια. Φυσικά αυτή δεν είναι η μόνη επιπλοκή. Ο μύκητας μπορεί να εξαπλωθεί τόσο στο γύρω δέρμα, ιδιαίτερα όταν τα πόδια παραμένουν επί πολλές ώρες κλεισμένα σε παπούτσια, όσο και σε άλλα μέρη του σώματος, όπως τα χέρια και τη βουβωνική χώρα. Όσοι δε πάσχουν από διαβήτη, ή άλλες παθήσεις που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό σύστημα κινδυνεύουν διπλά.

    Η διάγνωση της ονυχομυκητίασης γίνεται με κλινικό έλεγχο και μικροσκοπική εξέταση. Κατόπιν απαιτείται καλλιέργεια για την ταυτοποίηση του μύκητα ώστε να δοθεί η ανάλογη θεραπεία στον ασθενή.

    Επειδή οι μύκητες ζουν βαθιά κάτω από το νύχι και όχι στην επιφάνειά του, είναι δύσκολο να εκριζωθούν (απαιτούν συχνά εντατική θεραπεία 3-6 μηνών) και οι υποτροπές είναι συχνές. Οι τοπικοί αντιμυκητιασικοί παράγοντες που χρησιμοποιούνται είναι πολλές φορές αναποτελεσματικοί επειδή δεν μπορούν να διεισδύσουν στην πλάκα των νυχιών. Συχνά συστήνεται ο συνδυασμός τους με θεραπεία που λαμβάνεται από το στόμα. Οι από του στόματος αντιμυκητιασικοί παράγοντες, όμως, μπορούν να προκαλέσουν ανεπιθύμητες ενέργειες, λόγω του αυξημένου κινδύνου ηπατικής και νεφρικής τοξικότητας που υπάρχει, καθώς και λόγω των τυχόν αλληλεπιδράσεων με άλλα φάρμακα που λαμβάνει ο ασθενής. Η χειρουργική αφαίρεση του προσβεβλημένου νυχιού είναι το επόμενο βήμα, για περιπτώσεις που είναι ανθεκτικές σε αντιμυκητιασικά φάρμακα αν και πρόκειται για μια επίπονη διαδικασία με χρόνο αποθεραπείας αρκετών ημερών. Ο συνδυασμός των τοπικών αντιμυκητιασικών θεραπειών με χειρουργική αφαίρεση ή χημική διάλυση της πλάκας των νυχιών μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικός.

    «Τα τελευταία χρόνια έχουν μπει στη μάχη κατά των ονυχομυκητιάσεων και τα λέιζερ. Τα δύο εξειδικευμένα Laser με στοχευμένη δράση είναι τα Nd:Yag και Fractional Co2. Σε σύγκριση με τις τοπικές και από του στόματος θεραπείες, η θεραπεία με λέιζερ αποτελεί την ασφαλέστερη και πιο αποτελεσματική επιλογή για τη θεραπεία της πάθησης σε διαβητικούς, ηλικιωμένους ασθενείς με δυσανεξία στα φάρμακα και σε ασθενείς με ηπατική και νεφρική νόσο. Μελέτες έχουν δείξει ότι προκαλούν λιγότερες παρενέργειες, όπως βλάβη στο ήπαρ και στους νεφρούς ή γαστρεντερικές αντιδράσεις. Η θεραπεία με λέιζερ φαίνεται να είναι πιο κατάλληλη και για ορισμένες άλλες υποομάδες πληθυσμού, όπως τα παιδιά και οι έγκυες γυναίκες. Η θεραπεία είναι ανώδυνη και ο ασθενής επιστρέφει άμεσα στις δραστηριότητες του. Ο αριθμός των συνεδριών που χρειάζεται είναι συνήθως 3 και γίνονται ανά ένα διάστημα 4-6 εβδομάδων. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα της θεραπείας αυτής εξαρτάται και από την γενική  κατάσταση της υγείας του ασθενούς και από τη σωστή σχεδίαση και ολοκλήρωση της θεραπείας από τον θεράποντα ιατρό», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.

     

     


    Η Health Editor Προτείνει: