Κατηγορία: ΤΟ ΕΥ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ

  • Το βλαβερό και το ωφέλιμο άγχος!

    Το βλαβερό και το ωφέλιμο άγχος!

    Άγχος! Όλοι μιλάμε για το άγχος διαρκώς – η εποχή μας άνετα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η εποχή του άγχους. Αυτό βέβαια δεν είναι καθόλου παράξενο αν σκεφτεί κανείς ότι μια συχνή απάντηση στην ερώτηση «τι κάνεις;» είναι «τρέχω!».

    Τρέχουμε, πιεζόμαστε, προσπαθούμε να τα προλάβουμε όλα, να τα πετύχουμε όλα, να τα αποκτήσουμε όλα. Ταυτόχρονα, η διαρκής επαφή μας με την «επικαιρότητα» μας θυμίζει συνεχώς πόσο αβέβαια είναι όλα, πόσα τραγικά μπορούν να συμβούν ανά πάσα στιγμή, πράγμα που βέβαια μας γεμίζει φόβο. Επομένως, από τη μια πλευρά πιεζόμαστε για να βγάλουμε πέρα την καθημερινότητα, από την άλλη φοβόμαστε διαρκώς ότι η πιεστική αυτή καθημερινότητα μπορεί να καταρρεύσει – και όλα αυτά μας δημιουργούν ένα μόνιμο αίσθημα άγχους.

    Τι όμως είναι το άγχος;

    Πρώτα απ’ όλα, ας το ξεχωρίσουμε από το στρες. Το στρες είναι η φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού μας όταν έρχεται αντιμέτωπος με κάτι νέο, απαιτητικό, όταν «ξεβολεύεται». Το στρες προετοιμάζει το σώμα μας για να διαχειριστεί το «άγνωστο» – και βέβαια υποχωρεί όταν πια το «άγνωστο» έχει γίνει γνωστό και η κατάσταση δεν είναι καινούρια. Το στρες λοιπόν συνδέεται περισσότερο με το παρόν.

    Το άγχος, από την άλλη μεριά, είναι η δυσάρεστη κατάσταση που βιώνουμε όταν ανησυχούμε για το τι μπορεί να συμβεί αργότερα ή σκεφτόμαστε ότι δεν είμαστε σε θέση να τα καταφέρουμε καλά σε κάτι που θα συμβεί. Το άγχος λοιπόν συνδέεται περισσότερο με το μέλλον και με σκέψεις που κάνουμε για τη δική μας ικανότητα να το διαχειριστούμε. Και καθώς το μέλλον πάντα υπάρχει, και αρνητικά σενάρια μπορούμε πάντα να κάνουμε, το άγχος δεν υποχωρεί εύκολα. Αντίθετα, μπορεί να μας συνοδεύει μόνιμα, ακόμα και χωρίς να σκεφτόμαστε συνειδητά κάτι αρνητικό για το μέλλον.

    Και όταν μόνιμα νιώθουμε άγχος, τότε πολλά άσχημα συμβαίνουν στη ζωή μας: δυσκολίες με τον ύπνο, διαταραχές διατροφής, μια μόνιμη δυσφορία, πεσμένο ανοσοποιητικό, μεγαλύτερη ευαλωτότητα σε ασθένειες, ψυχοσωματικά προβλήματα, ακόμα και προβλήματα στις σχέσεις μας. Το έντονο και χρόνιο άγχος ασφαλώς μας βλάπτει και είναι εχθρός για εμάς.

    Ωστόσο, ίσως είναι καιρός να δούμε και την άλλη όψη του νομίσματος. Το άγχος δεν είναι αναγκαστικά εχθρός – μπορεί να γίνει και φίλος μας αρκεί να είναι μέτριας έντασης και όχι διαρκές. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι το άγχος, όταν είναι μέτριας έντασης και όχι μόνιμο, μας ωφελεί. Το μέτριο άγχος μας ωθεί να σκεφτούμε από πριν τι μπορεί να πάει στραβά σε μια κατάσταση και επομένως να το προλάβουμε ή να προετοιμαστούμε καλύτερα για αυτό. Το μέτριο άγχος μας κινητοποιεί και προετοιμάζει τον οργανισμό μας για να δράσει.

    Ας δούμε ένα παράδειγμα. Η Ελένη είναι φοιτήτρια της ιατρικής και έχει μόνιμα έντονο άγχος. Συνέχεια αμφιβάλλει για την ικανότητά της να τα βγάλει πέρα και αυτό τη γεμίζει δυσφορία και την ακινητοποιεί. Στην προηγούμενη εξεταστική το άγχος της την παρέλυσε: σκεφτόταν διαρκώς ότι δεν προλαβαίνει να προετοιμαστεί καλά και ότι δεν θα περάσει, και αυτό την έκανε να νιώθει πολύ άσχημα σωματικά και ψυχικά. Είχε διαρκώς τάση για εμετό, πάθαινε ταχυπαλμίες, δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Το αποτέλεσμα ήταν ότι δεν κατάφερνε να μελετήσει σωστά και τελικά πράγματι δεν πήγε καλά στις εξετάσεις της. Το άγχος της την έβλαψε γιατί ήταν υπερβολικά έντονο και μόνιμο.

    Ο Γιάννης είναι επίσης φοιτητής ιατρικής και δεν έχει μόνιμα έντονο άγχος. Δεν αμφιβάλλει διαρκώς για την ικανότητά του να τα βγάλει πέρα. Στην εξεταστική, βιώνει ένα μέτριο άγχος που τον κινητοποιεί να διαβάσει. Η σκέψη ότι πλησιάζουν οι εξετάσεις τον ωθεί να κάνει καλύτερο πρόγραμμα και να πιέσει τον εαυτό του να το τηρήσει για να προλάβει να καλύψει την ύλη. Αν κάποια στιγμή αρχίσει να αμφιβάλλει ότι θα προλάβει, καθησυχάζει και ενθαρρύνει τον εαυτό του με τη σκέψη ότι και στις άλλες εξεταστικές τα κατάφερε μια χαρά. Έτσι διατηρεί το άγχος του σε μέτριο επίπεδο. Και όταν η εξεταστική τελειώσει, νιώθει ανακούφιση και το άγχος του περνάει.

    Ο Γιάννης και η Ελένη βρίσκονται στην ίδια κατάσταση αλλά η Ελένη βιώνει ένα έντονο και διαρκές άγχος που είναι βλαβερό, ενώ ο Γιάννης ένα μέτριο και προσωρινό άγχος που είναι ωφέλιμο. Για την Ελένη το άγχος είναι εχθρός – για τον Γιάννη είναι φίλος.

    Πώς λοιπόν μπορούμε να κάνουμε το άγχος φίλο μας;

    Πρώτα απ’ όλα, είναι πολύ σημαντικό να το αποδεχτούμε και να το δούμε θετικά: πάντα θα υπάρχει κάποιο άγχος στη ζωή μας. Δεν πρέπει να προσπαθούμε να το αποφεύγουμε, δεν πρέπει να το φοβόμαστε. Πρέπει να το βλέπουμε σαν κάτι που μπορεί να μας κάνει καλό.

    Το επόμενο βήμα είναι να δουλέψουμε με την αυτοπεποίθησή μας: προκειμένου να μην αγχωνόμαστε υπερβολικά πρέπει να πιστεύουμε περισσότερο στην ικανότητά μας να τα βγάζουμε πέρα. Είναι πολύ σημαντικό να αρχίσουμε να τονίζουμε περισσότερο στον εαυτό μας αυτό που καταφέρνουμε, αυτό στο οποίο είμαστε καλοί, αυτό που έχουμε ήδη πετύχει.

    Επιπλέον, είναι σημαντικό να περιορίσουμε τη φαντασία μας και να αυξήσουμε τη δράση μας. Αντί να φανταζόμαστε τι μπορεί να πάει στραβά, καλύτερο θα ήταν να εντοπίσουμε τι μπορούμε να κάνουμε για να αυξήσουμε τις πιθανότητες να πάνε όλα καλά. Το άγχος είναι εκεί για να μας ωθεί σε δράση.

    Στα πλαίσια της προσπάθειας για δράση, είναι σημαντικό να διακρίνουμε τι μπορούμε να ελέγξουμε και τι όχι. Δεν ασκούμε έλεγχο πάνω στα πάντα. Στην πραγματικότητα, μπορούμε να ελέγξουμε κυρίως τον τρόπο που σκεφτόμαστε και αντιδρούμε. Δεν μπορούμε να ελέγξουμε τις αντιδράσεις των άλλων ούτε όλες τις συνθήκες γύρω μας. Επομένως, κάνουμε τις ενέργειες που έχουμε αποφασίσει για να βελτιώσουμε τις πιθανότητες να πάνε όλα καλά. Τα υπόλοιπα δεν μπορούμε να τα ελέγξουμε οπότε δεν έχει νόημα να τα σκεφτόμαστε.

    Αν το καλοσκεφθείτε, το μόνιμο άγχος είναι σαν να προσπαθούμε να σκοτώσουμε ένα φανταστικό τέρας – δαπανάμε άπειρη ενέργεια χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Δεν χρειάζεται να πολεμάμε πια – αρκεί να πάψουμε να φανταζόμαστε το φανταστικό τέρας. Αρκεί να το φανταστούμε σαν φίλο μας!

    Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος

  • Η αναζήτηση της ευτυχίας!

    Η αναζήτηση της ευτυχίας!

    Το ξέρετε ότι στην Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ (1776), στην οποία στηρίχτηκε μετέπειτα το αμερικάνικο σύνταγμα, η αναζήτηση της ευτυχίας θεωρείται αναφαίρετο δικαίωμα του ανθρώπου, μαζί με την ζωή και την ελευθερία;

    Η ιδέα αυτή ίσως ήταν πρωτοποριακή για εκείνη την εποχή, αλλά σίγουρα σήμερα είναι πολύ περισσότερο αποδεκτή. Ασφαλώς, τουλάχιστον στις ανεπτυγμένες δυτικές κοινωνίες, υπάρχει η πεποίθηση ότι έχουμε όλοι δικαίωμα να προσπαθούμε να είμαστε ευτυχισμένοι.

    Τι είναι όμως η ευτυχία;

    Για κάποιους η ευτυχία είναι κάτι άπιαστο – μια φαντασίωση, κάτι υπέροχο που είναι σίγουροι ότι ποτέ δεν θα ζήσουν. Κάτι από το οποίο έχουν παραιτηθεί. Έτσι ζουν όλη τους τη ζωή κάνοντας ακριβώς τις επιλογές και έχοντας τις αντιδράσεις που απομακρύνουν όλο και περισσότερο την πιθανότητα να ευτυχήσουν.

    Για άλλους, η ευτυχία είναι κάτι που περιμένουν να τους δοθεί με κάποιον μαγικό τρόπο χωρίς να χρειαστεί οι ίδιοι να δουλέψουν γι’ αυτό – ενίοτε μάλιστα, θεωρούν ότι είναι ευθύνη κάποιου άλλου, για παράδειγμα, του γονιού ή του συζύγου, να τους κάνει ευτυχισμένους, οπότε κατηγορούν το άτομο αυτό αν δεν είναι.

    Πολλοί άνθρωποι ταυτίζουν την ευτυχία με τις συνθήκες της ζωής τους οπότε θεωρούν ότι αν πετύχουν καλές συνθήκες, θα νιώσουν αυτόματα ευτυχία. Αν, για παράδειγμα, βρουν τον/την ιδανικό/η σύντροφο, το τέλειο σπίτι, την καταπληκτική δουλειά, θα γίνουν ευτυχισμένοι.

    Άλλοι πάλι, ταυτίζουν την ευτυχία με την επιτυχία, με την επίτευξη κάποιου στόχου που τους φαίνεται εξαιρετικά σπουδαίος και ο οποίος πιστεύουν ότι θα τους κάνει να νιώσουν ευτυχισμένοι αν τον πετύχουν: να στήσουν μια επιχείρηση, να πάρουν προαγωγή, να κάνουν παιδί, να γίνουν πλούσιοι.

    Και βέβαια, υπερβολικά πολλοί άνθρωποι ταυτίζουν την ευτυχία με την ευχαρίστηση έχοντας στο μυαλό τους ότι αν νιώθω ευχάριστα, τότε είμαι ευτυχισμένος. Έτσι, γεμίζουν τη ζωή τους «απολαύσεις» (πχ. φαγητό, αλκοόλ, σεξ, ψυχαγωγία) με την ελπίδα ότι θα νιώσουν ευτυχία.

    Ωστόσο, διάφορες έρευνες τα τελευταία χρόνια δείχνουν ότι όλα αυτά –οι ιδανικές συνθήκες, η επιτυχία, οι απολαύσεις, τα χρήματα, κλπ.- μπορούν να δημιουργήσουν ίσως μια προσωρινή αίσθηση ευχαρίστησης, αλλά όχι μια σταθερή αίσθηση ευτυχίας στους ανθρώπους. Ασφαλώς η επίτευξη ενός στόχου, μια σημαντική αγορά, μια απόλαυση θα μας κάνουν να νιώσουμε ωραία για λίγο. Όμως σύντομα, θα εξοικειωθούμε με την κατάσταση αυτή, θα την αντιμετωπίζουμε ως κάτι δεδομένο, και θα πάψει πια να μας δημιουργεί αίσθηση χαράς. Επιπλέον, σταδιακά θα ξαναβγούν στην επιφάνεια οι παλιές ανασφάλειες, οι εσωτερικές δυσκολίες, τα τραύματα, όλα εκείνα που μας ταλαιπωρούσαν πριν από την φάση αυτή. Και θα ξαναρχίσουμε να νιώθουμε άσχημα, να πέφτουμε, να είμαστε ανικανοποίητοι.

    Έτσι, όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια κυκλοφορεί η ιδέα ότι η ευτυχία είναι κάτι πιο μόνιμο, πιο εσωτερικό, πιο βαθύ. Δεν είναι απλώς η αίσθηση ότι είμαι επιτυχημένη ή ότι περνάω ωραία – αλλά η βαθύτερη ικανοποίηση τόσο σε σχέση με εμένα ως άτομο, όσο και σε σχέση με τη ζωή μου. Η αίσθηση ότι η ζωή μου έχει νόημα και ότι ακόμα και μέσα από τις δυσάρεστες στιγμές, μαθαίνω και ωριμάζω. Η πεποίθηση ότι προσπαθώ να αφήσω τον κόσμο ελάχιστα καλύτερο απ’ όσο τον βρήκα.

    Όπως λέει και ο ψυχίατρος και ψυχοθεραπευτής Χόρχε Μπουκάι: «Είμαι ευτυχισμένος, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι απολαμβάνω, αλλά ότι βιώνω την ηρεμία του να ξέρω πως οδεύω σωστά προς κάτι ευχάριστο, κάτι απολαυστικό, κάτι που έχει νόημα για μένα».

    Αν, λοιπόν, αντιληφθούμε την ευτυχία ως μια πιο μόνιμη αίσθηση ικανοποίησης και πληρότητας, τότε πώς άραγε μπορούμε να την αναζητήσουμε; Αν δεν φτάνει να γίνουμε επιτυχημένοι και πλούσιοι για να νιώσουμε ευτυχισμένοι, τότε τι άλλο μας μένει;

    Τι μπορούμε να κάνουμε για να φτάσουμε στην ευτυχία;

    Όλο και περισσότεροι ερευνητές της ευτυχίας τα τελευταία χρόνια καταλήγουν σε ένα συμπέρασμα που στα δικά μου αυτιά ακούγεται πολύ λογικό: για να νιώθουμε ευτυχία το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι η εσωτερική μας κατάσταση. Μπορούμε να νιώσουμε ευτυχισμένοι και να διατηρήσουμε μια αίσθηση ικανοποίησης και πληρότητας μόνο αν ισχύουν δύο πράγματα:

    α) να «τα έχουμε καλά» με τον εαυτό μας – να τον εκτιμάμε, να τον φροντίζουμε, να τον παρηγορούμε, τον βελτιώνουμε.

    β) να βλέπουμε πιο έντονα το θετικό και λιγότερο έντονα το αρνητικό.

    Αυτές είναι δύο προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για να διατηρήσουμε μια αίσθηση ευτυχίας στη ζωή μας. Αν δεν νιώθουμε καλά με τον εαυτό μας, δεν θα μπορέσουμε να απολαύσουμε τίποτα καλό στη ζωή μας – αντίθετα, ενδέχεται και να το καταστρέψουμε. Και αν δεν βλέπουμε πιο έντονα το θετικό από το αρνητικό, δεν θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε το καλό που θα υπάρχει στη ζωή μας – αντίθετα, τα αρνητικά που θα βλέπουμε θα το πνίγουν.

    Επομένως, για να πλησιάσουμε έστω σε μια αίσθηση ευτυχίας πρέπει να στραφούμε μέσα μας, στον τρόπο που σκεφτόμαστε, που αντιλαμβανόμαστε, που αντιδρούμε. Η ευτυχία είναι μια δυνατότητα με την οποία έχουμε γεννηθεί. Και για να την πραγματώσουμε, χρειάζεται να κοιτάξουμε μέσα μας, να ασχοληθούμε με τον εσωτερικό μας κόσμο. Χρειάζεται να δουλέψουμε με εμάς.

    • Να δουλέψουμε για να χτίσουμε μια καλή σχέση με τον εαυτό μας: να τον σεβόμαστε, να τον φροντίζουμε, να τον βελτιώνουμε.
    • Να δουλέψουμε για να διδάξουμε το μυαλό μας να βλέπει περισσότερο τα θετικά: τα θετικά σε εμάς, στους άλλους ανθρώπους, στον κόσμο, στη ζωή.

    Αν λοιπόν θέλουμε να αναζητήσουμε τη ευτυχία, δεν χρειάζεται να πάμε πολύ μακριά, δεν χρειάζεται να κυνηγήσουμε δύσκολους στόχους και να κάνουμε τεράστιες επιτυχίες, ούτε να ταξιδέψουμε στα πιο απίθανα μέρη: η ευτυχία είναι μέσα μας!

    Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc – Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος

  • Πόσο σοβαρό είναι; Όταν κάνουμε το τόσο … ΤΟΟΟΟΣΟ!

    Πόσο σοβαρό είναι; Όταν κάνουμε το τόσο … ΤΟΟΟΟΣΟ!

    H Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος, Σοφία Ανδρεοπούλου MSc μας μιλάει για τις υπερβολικές αντιδράσεις και τις επιπτώσεις τους στην καθημερινότητά μας.

    Διάβασα πρόσφατα μια έρευνα που κατέληγε στο συμπέρασμα ότι μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων που παίρνουν αντικαταθλιπτικά νιώθουν άσχημα χωρίς να τους συμβαίνει κάτι κακό. Γνωρίζω από πρώτο χέρι πόσο συχνά τα ζευγάρια τσακώνονται για ασήμαντους λόγους, αλλά και πόσο συχνά οι γονείς καταστρέφουν τη σχέση τους με τα παιδιά τους φωνάζοντας διαρκώς με ασήμαντες αφορμές. Πολλοί άνθρωποι ουσιαστικά δεν απολαμβάνουν τα καλά που έχουν στη ζωή τους επειδή εστιάζουν στα αρνητικά, τα κάνουν τεράστια μέσα στο μυαλό τους, και υποφέρουν για αυτά.

    Άνθρωποι που παθαίνουν κρίσεις πανικού επειδή το αφεντικό τους τούς έκανε την παραμικρή παρατήρηση, που παθαίνουν κρίσεις οργής επειδή το ταίρι τους αγνόησε μια επιθυμία τους, που καταρρέουν επειδή το παιδί τους δεν διαβάζει, που νιώθουν αδικημένοι και «άτυχοι» επειδή έσκασε το λάστιχό τους.

    «Πάλι πήγε για ύπνο και παράτησε τα πιάτα πάνω στο τραπέζι. Δεν αντέχω άλλο!» αναφώνησε κλαίγοντας μια θεραπευόμενή μου τις προάλλες.

    «Πάλι άργησε να ετοιμαστεί για τα αγγλικά και όταν του το είπα με αγνόησε! Μου’ ρχεται να του δώσω μια και να τον κάνω χαλκομανία», φώναξε θυμωμένος την περασμένη βδομάδα ένας πατέρας για τον γιό του.

    Στο μυαλό των ανθρώπων αυτών –και πάαααρα πολλών άλλων δυστυχώς- το γεγονός ότι ο σύντροφός τους δεν κάνει κάποια δουλειά ή το παιδί τους δεν ετοιμάζεται στην ώρα του φαντάζει ως κάτι τεράστιο, κάτι που δικαιολογεί να είναι συνέχεια θυμωμένοι, να γκρινιάζουν, να φωνάζουν, να «καταθλίβονται».

    Μα, θα μου πείτε, αν ο σύντροφός μου ή το παιδί μου αγνοούν αυτό που τους ζητάω τότε αυτό δεν είναι σοβαρό; «Όταν ο άντρας μου παρατάει τα πιάτα και πάει για ύπνο, αυτό μου δίνει ένα μήνυμα για τη σχέση μας και αυτό είναι κάτι σοβαρό. Όταν λέω κάτι στο παιδί μου «ένα εκατομμύριο φορές» και εκείνο πάλι με αγνοεί, αυτό μου δίνει ένα μήνυμα που ίσως είναι σοβαρό.

    Συμφωνώ, πίσω από όλα αυτά τα μικρά, ασήμαντα καθημερινά πράγματα ενδέχεται να κρύβεται κάτι πιο σοβαρό. Όμως:

    • Συχνά δεν κρύβεται τίποτα άλλο και άδικα γινόμαστε χάλια
    • Συχνά καταλαβαίνουμε λάθος αυτό που κρύβεται και βγάζουμε αυθαίρετα συμπεράσματα
    • Συχνά, ακόμα κι αν καταλάβουμε ότι κάτι άλλο κρύβεται, δεν κάνουμε κάτι για αυτό αλλά μένουμε στην αντίδραση για την επιφανειακή κατάσταση – η οποία βέβαια είναι ασήμαντη.

    Τελικά, η δική μας υπερβολική αντίδραση συνήθως κάνει χειρότερη την κατάσταση, τόσο σε βαθύτερο όσο και σε επιφανειακό επίπεδο. Αν ο άντρας μου άφησε τα πιάτα επειδή απλώς νύσταζε και σκέφτηκε ότι θα τα μαζέψει την άλλη μέρα, τότε η δική μου υπερβολική αντίδραση να θυμώσω ή να βάλω τα κλάματα και να είμαι χάλια για ώρες απλώς δημιουργεί ένα πρόβλημα εκεί που δεν υπήρχε. Αν πάλι, τα άφησε επειδή ήθελε να μου δείξει κάτι, πχ. ότι θεωρεί πως είναι δική μου δουλειά να τα μαζέψω ή ότι είναι θυμωμένος μαζί μου και δεν θέλει να βοηθήσει, τότε η δική μου υπερβολική αντίδραση δεν θα αντιμετωπίσει καθόλου το πραγματικό θέμα αλλά απλώς θα προσθέσει περισσότερα αρνητικά συναισθήματα στη σχέση μας.

    Επιπλέον, η υπερβολική μου αντίδραση, με κάνει να υποφέρω και να κολλάω για ώρες ή ημέρες στο αρνητικό, ντύνοντας το αρχικό περιστατικό με όλων των ειδών τις αρνητικές ερμηνείες, αναμνήσεις και σκέψεις. Ξεκινάς από κάτι που πήγε στραβά και τελικά θυμάσαι όλων των ειδών τις αναποδιές που σου έχουν τύχει και καταλήγεις σε ένα υπερβολικό συμπέρασμα το οποίο όμως σε επηρεάζει μόνιμα και σε κάνει να νιώθεις άσχημα για τον εαυτό σου. Έτσι, το «φτου! Έσκασε το λάστιχο. Τι θα κάνω τώρα;» γίνεται «Όλο σε μένα συμβαίνουν αυτά. Πόσο άτυχη είμαι. Είναι άδικο….». Αν έχω μόνιμα τη στάση αυτή, ασφαλώς καταστρέφω τόσο τη διάθεσή μου όσο και τις σχέσεις μου αφού είναι δύσκολο οι άλλοι άνθρωποι να αντέξουν να είμαι συνέχεια δυσαρεστημένη με κάτι.

    Αγαπητοί φίλοι, πρέπει να το αποδεχτούμε επιτέλους: η ζωή δεν είναι τέλεια, οι άλλοι άνθρωποι δεν είναι τέλειοι, ακόμα κι εμείς –που προφανώς είμαστε τέλειοι!- δεν τα κάνουμε όλα τέλεια. Πρέπει να αποδεχτούμε ότι κάθε μέρα κάτι θα πηγαίνει στραβά ή όχι όπως εμείς νομίζουμε ότι πρέπει να πάει.

    Το ζήτημα είναι να μην το κάνουμε τεράστιο μέσα στο μυαλό μας αν δεν είναι πραγματικά τεράστιο. Να βλέπουμε τα πράγματα σε όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικές διαστάσεις και να τα αντιμετωπίζουμε ανάλογα. Και να το πετύχουμε αυτό, πρέπει να συνηθίσουμε να αξιολογούμε τα πράγματα.

    Κάθε φορά, λοιπόν, που συμβαίνει κάτι που σας αναστατώνει, προτείνω να δίνετε στον εαυτό σας λίγα λεπτά για να το επεξεργαστείτε πριν αντιδράσετε ή καταλήξετε σε κάποιο αυθαίρετο συμπέρασμα.

    • Κάντε στον εαυτό σας τη μαγική ερώτηση: Πόσο σοβαρό είναι αυτό που έγινε;
    • Και προσπαθήστε να το αξιολογήσετε λαμβάνοντας υπόψη τις συνέπειές του.

    Για παράδειγμα: ο διευθυντής μου μού έκανε μια παρατήρηση για ένα λάθος που έκανα και αυτό με πείραξε. Πόσο σοβαρό είναι; Πόσο κακές συνέπειες μπορεί να έχει; Μπορεί να οδηγήσει στην απόλυσή μου, ή να με εμποδίσει να προχωρήσω;

    Αν το σκεφτώ και συμπεράνω ότι μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες, τότε είναι λογικό να ταραχτώ και πρέπει να κάνω κάτι για να το διαχειριστώ. Αν όμως συμπεράνω πως απλώς μου έκανε ένα σχόλιο και αυτό δεν θα έχει κάποια συνέχεια, ε, τότε δεν είναι κάτι σοβαρό και δεν αξίζει να γίνω χάλια και να το σκέφτομαι για μέρες. Τότε, πρέπει απλώς να πω στον εαυτό μου: «Δεν είναι σοβαρό – θα το αφήσω να φύγει» και να πάψω να ασχολούμαι με αυτό.

    Η ικανότητα να διακρίνουμε τις πραγματικές διαστάσεις όσων μας συμβαίνουν, είναι εξαιρετικά πολύτιμη καθώς έτσι δεν θα υποφέρουμε για πράγματα για τα οποία δεν αξίζει να υποφέρουμε – και βέβαια θα έχουμε την ενέργεια και την ψυχραιμία να διαχειριστούμε αυτά που είναι πράγματι σοβαρά. Ας φυλάξουμε λοιπόν τις ψυχικές μας δυνάμεις για όταν πραγματικά χρειάζεται – και ας μη δίνουμε μεγάλη σημασία σε ασήμαντα πράγματα. Πιστέψτε με – έτσι θα γίνει πολύ καλύτερη η ζωή μας!

  • Γιατί δεν μπορώ να χαρώ;

    Γιατί δεν μπορώ να χαρώ;

    Οι περισσότεροι άνθρωποι που έρχονται στο γραφείο μου έχουν κάποιο πρόβλημα ή περνάνε δύσκολες στιγμές και έρχονται με την ελπίδα ότι θα τους βοηθήσω να διαχειριστούν την κατάσταση και να νιώσουν καλύτερα. Κάποιοι όμως, έρχονται με ένα πολύ διαφορετικό θεραπευτικό αίτημα.

    Δεν χρειάζονται τη βοήθειά μου για να λύσουν τα προβλήματά τους – αλλά για να απολαύσουν αυτή την καλή περίοδο που ζουν χωρίς σημαντικά προβλήματα. Γιατί, ενώ όλα πάνε καλά στη ζωή τους, οι άνθρωποι αυτοί δεν μπορούν να χαρούν.

    «Από μικρή ονειρευόμουν να γίνω αρχιτέκτονας. Και τώρα που επιτέλους έχω μια καλή δουλειά σε ένα μεγάλο αρχιτεκτονικό γραφείο, έχω φίλους, έχω μια καλή σχέση, τώρα που όλα πάνε καλά στη ζωή μου – δεν μπορώ να το χαρώ», μου είπε πρόσφατα μια νέα γυναίκα 27 χρονών.

    «Πάντα ήθελα να κάνω μια δουλειά με πολλά ταξίδια. Τώρα τα κατάφερα και έχω τη δουλειά των ονείρων μου, ενώ παράλληλα έχω και την τύχη να ζω με μια γυναίκα που μπορεί να με ακολουθεί στα ταξίδια επειδή δουλεύει από τον υπολογιστή της. Αλλά αντί να το απολαμβάνω, όλο κάτι βρίσκω για να αγχωθώ», είπε ένας άντρας 35 χρονών.

    Πολλοί άνθρωποι βρίσκονται στη θέση αυτή: δουλεύουν για χρόνια για να πετύχουν κάτι (πχ. μια δουλειά, ένα γάμο, να αποκτήσουν παιδιά) και όταν το πετυχαίνουν, όταν όλα φαίνονται να πηγαίνουν καλά στη ζωή τους, αποδεικνύεται πως δεν μπορούν τελικά να το χαρούν – αισθάνονται άσχημα, αγχώνονται, παραπαίουν, μερικές φορές καταλήγουν ακόμα και να καταστρέφουν αυτό που έχουν φτιάξει, αυτό που υποτίθεται πως θα ήταν η ευτυχία τους.

    Πώς μπορεί να καταστρέφει κάποιος την ευτυχία, του, ίσως αναρωτιέστε. Με πολλούς τρόπους:

    • Θα δημιουργήσει με τη φαντασία του όλων των ειδών τα αρνητικά σενάρια που θα τον/την αγχώσουν (πχ. θα φαντάζεται ότι μπορεί να χάσει έναν πελάτη ή να μην πάρει την επόμενη προαγωγή, και αυτό θα προξενήσει τόσο άγχος ώστε θα πάθει κρίση πανικού ή κάποιο άλλο ψυχοσωματικό).
    • Θα κάνει πολλές αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό του και τους άλλους (πχ. «δεν είμαι καλός σε αυτό, εκείνος με υπονομεύει, ο άλλος δεν με θέλει).
    • Θα πέσει με τα μούτρα σε μια πλευρά της ζωής του και θα παραμελήσει κάποια άλλη οπότε αυτή θα καταρρεύσει (πχ. θα δουλεύει υπερβολικά πολύ και θα παραμελεί τον γάμο του, οπότε ο γάμος θα αρχίσει να μην πηγαίνει καλά).
    • Θα πάρει λάθος αποφάσεις που θα καταστρέψουν την καλή κατάσταση που έχει φτιάξει (πχ. ξαφνικά και χωρίς λόγο θα παραιτηθεί από την δουλειά του, θα μετακομίσει, θα χωρίσει, θα απατήσει).
    • Θα αποκτήσει κάποιον εθισμό (πχ. αλκόολ) ή μια δυσλειτουργική συμπεριφορά (πχ. πολλά νεύρα) που θα καταστρέψει την καλή κατάσταση που έχει φτιάξει.

    Σας θυμίζουν τίποτα όλα αυτά; Μήπως έχετε κι εσείς βρεθεί σε αυτή τη θέση όπου μοιάζετε σαν να «προσπαθείτε» να καταστρέψετε το καλό που έχετε πετύχει; Αν ναι, τότε ίσως πρέπει να αναρωτηθείτε γιατί συμβαίνει αυτό. Γιατί αντί να χαίρεστε καταλήγετε να νιώθετε όλο και χειρότερα;

    Μια συχνή απάντηση στην ερώτηση αυτή είναι ο φόβος ότι το καλό κομμάτι θα τελειώσει και θα αφήσει πίσω του πόνο. Πράγματι, πολλοί άνθρωποι φοβούνται να αφεθούν σε θετικά συναισθήματα επειδή σκέφτονται ότι αυτό που τώρα φαίνεται να πηγαίνει πολύ καλά κάποια στιγμή μπορεί να αλλάξει, να τελειώσει και δεν θέλουν να απογοητευθούν.

    «Πρόσεξε μη σου βγει ξυνό το γέλιο» έλεγε η γιαγιά μου όταν με άκουγε να γελάω. Αυτό ουσιαστικά σήμαινε «μην γελάς τώρα γιατί αργότερα θα κλάψεις». Και αυτή είναι μια νοοτροπία που έχει σταλάξει μέσα σε πολλούς ανθρώπους έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούν. Συχνά φοβόμαστε να χαρούμε το καλό επειδή σκεφτόμαστε πως θα τελειώσει.

    Ωστόσο, πόσο λογικό είναι αυτό; Πόσο λογικό είναι να μην χαίρομαι κάτι τώρα επειδή σκέφτομαι πως δεν θα το έχω αργότερα; Δεν είναι κρίμα να αφήνουμε τα πιο καλά κομμάτια της ζωής μας να περνάνε χωρίς να τα απολαμβάνουμε μόνο και μόνο για να προστατευθούμε από την απογοήτευση όταν τελειώσουν;

    Ναι, είναι αλήθεια ότι το καλό μπορεί να τελειώσει. Στο κάτω-κάτω, στη ζωή υπάρχουν διάφορες φάσεις, διάφορα απρόοπτα, και δυστυχώς όλα τελειώνουν κάποτε. Επομένως, ναι, αυτό που σήμερα πάει καλά στη ζωή μου και θα μπορούσα να το χαρώ, αύριο μπορεί να μην πηγαίνει πια καλά.

    Ωστόσο, το να μην χαρώ σήμερα δεν με προστατεύει για αύριο. Αν αύριο κάτι πάει στραβά, πάλι θα νιώσω άσχημα, πάλι θα υποφέρω. Αν, δηλαδή, δεν χαρώ την προαγωγή μου σήμερα, και αύριο απολυθώ, δεν θα στενοχωρηθώ με την απόλυση; Αν δεν χαρώ την καλή μου σχέση σήμερα, και αύριο η σχέση τελειώσει, δεν θα πονέσω; Αν δεν ευχαριστηθώ τις διακοπές μου σήμερα, αύριο που θα τελειώσουν δεν θα λυπηθώ;

    Η αποφυγή της χαράς δεν θα μειώσει την θλίψη όταν κάτι στραβώσει. Μάλιστα, συχνά κάνει πιο έντονα τα αρνητικά συναισθήματα – γιατί δεν έχουμε την ψυχική ανθεκτικότητα που χτίζει μια θετική στάση απέναντι στη ζωή. Έτσι, η κακή στιγμή μας βρίσκει ψυχικά καταπονημένους και χωρίς το κουράγιο για να τη διαχειριστούμε.

    Αντίθετα, σε πολλές έρευνες φαίνεται ότι άτομα που χάρηκαν αληθινά μια επιτυχία ή κάτι καλό στη ζωή τους, είχαν περισσότερες ψυχικές δυνάμεις για να διαχειριστούν την κακή φάση όταν τα πράγματα άλλαξαν. Η χαρά, η ικανοποίηση, τα θετικά συναισθήματα ενισχύουν τη λειτουργία του οργανισμού μας και μας δημιουργούν ψυχικές δυνάμεις που θα μας βοηθήσουν να επιδείξουμε ανθεκτικότητα στις δύσκολες στιγμές.

    Άλλωστε δεν είναι εξυπνότερο να χαρώ σήμερα και αν αύριο στραβώσει κάτι να στενοχωρηθώ τότε, από το να μην χαρώ ποτέ; Δεν είναι κρίμα να ζήσω μια ζωή χωρίς ικανοποίηση, χαρά, ευτυχία, μόνο και μόνο από φόβο μην τα χάσω; Όπως το είχε θέσει και η Σκάρλετ Ο’Χάρα στο Όσα παίρνει ο άνεμος, «θα κλάψω αύριο». Σήμερα θέλω να γελάσω και να χαρώ!

  • Το παιχνίδι της χαράς!

    Το παιχνίδι της χαράς!

    Όταν ήμουν μικρή, η αγαπημένη μου ηρωίδα ήταν η Πολυάννα – ένα έξυπνο κοριτσάκι με έντονη προσωπικότητα που ζούσε διάφορες περιπέτειες σε μια σειρά παιδικών βιβλίων.

    Η Πολυάννα μου έμαθε το παιχνίδι της χαράς το οποίο πραγματικά άλλαξε τη ζωή μου! Το παιχνίδι της χαράς είναι πολύ απλό για να το καταλάβεις και πολύ δύσκολο για να το εφαρμόσεις. Όμως έχει απίστευτη επίδραση στην ψυχική μας ζωή, στην σωματική μας υγεία, και στις σχέσεις μας. Αν αποφασίσετε να το παίξετε κι εσείς, ίσως αλλάξει και τη δική σας ζωή!

    Θέλετε να μάθετε για το παιχνίδι αυτό;

    Λοιπόν, η Πολυάννα ήταν επτά χρονών, ορφανή από μητέρα, και με έναν πατέρα που ήταν ιεραπόστολος . Έμεναν σε ένα πολύ φτωχό μέρος –δεν θυμάμαι πού, μάλλον στην Αφρική- και ο πατέρας της προσπαθούσε να βοηθήσει τους ντόπιους που περνούσαν πολύ δύσκολα. Κάποια μέρα, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, έφτασε στην ιεραποστολή ένα μεγάλο κιβώτιο γεμάτο με διάφορα πράγματα για το χωριό. Η Πολυάννα έτρεξε όλο προσμονή να δει τι είχε μέσα το κουτί με την ελπίδα ότι επιτέλους θα έπαιρνε την κούκλα που ονειρευόταν όλο τον χρόνο. Ο πατέρας της άρχισε να μοιράζει τα δώρα στα παιδιά του χωριού και τα τρόφιμα στους μεγάλους, και εκείνη την άφησε τελευταία. Όταν τελικά έφτασε η σειρά της, το μόνο που υπήρχε μέσα στο κουτί ήταν μια … πατερίτσα!!!

    Η καημένη η Πολυάννα έβαλε τα κλάματα απογοητευμένη και πικραμένη. Ο πατέρας της την αγκάλιασε και για να την παρηγορήσει, της έμαθε το παιχνίδι της χαράς. Τι ήταν αυτό; Απλούστατα, ήταν σε κάθετι να προσπαθεί να βρει μια θετική πλευρά ή να το βάλει σε ένα θετικό πλαίσιο. Να βρίσκει παντού κάποιο λόγο για να νιώθει κάπως καλά – αν όχι χαρά, τουλάχιστον να μην νιώθει και θλίψη ή πικρία.

    Μα, θα μου πείτε, πώς θα μπορούσε η καημένη η Πολυάννα να μην νιώσει άσχημα που αντί για κούκλα απέκτησε μια πατερίτσα; Τι θα μπορούσε να σκεφτεί; «Να χαίρεσαι που δεν την χρειάζεσαι», της είπε ο πατέρας της. Πράγματι, η Πολυάννα παρηγορήθηκε λίγο με τη σκέψη ότι τουλάχιστον ήταν τυχερή που τα πόδια της ήταν γερά και δεν χρειαζόταν την πατερίτσα.

    Σας φαίνεται υπερβολικό, απλοϊκό, αφελές ίσως; Κι όμως, η θετική ψυχολογία έχει ερευνητικά και εμπειρικά εδραιώσει την υπόθεση ότι ο άνθρωπος που βλέπει πιο θετικά τα πράγματα έχει καλύτερα υγεία, καλύτερη διάθεση, και καλύτερες σχέσεις. Παρότι το παιχνίδι αυτό είναι διατυπωμένο πολύ απλά, έτσι ώστε να μπορεί να το παίξει ένα παιδί, έχει ένα τεράστιο βάθος, κρύβει μέσα του μια μεγάλη αλήθεια:

    Σε όλα (ή σχεδόν σε όλα) τα πράγματα υπάρχει και μια θετική πλευρά – και θα είμαστε πολύ καλύτερα στη ζωή μας αν εκπαιδεύσουμε το μυαλό μας να την εντοπίζει και να εστιάζει σε αυτή.

    Προφανώς δεν περιμένουμε να παίξει το παιχνίδι της χαράς κάποιος που βιώνει πόλεμο, σοβαρή ασθένεια, θάνατο, ακραία φτώχια. Προφανώς, ορισμένες καταστάσεις είναι τόσο τραγικές που μοιάζει σκληρό και μόνο να υπονοήσουμε ότι θα μπορούσε το άτομο που τις βιώνει να βρει κάτι θετικό σε αυτές.

    Ωστόσο, ευτυχώς στους περισσότερους ανθρώπους δεν συμβαίνουν τραγικά πράγματα. Κι όμως, πολλοί άνθρωποι είναι μέσα στην γκρίνια, στο άγχος, στους καυγάδες για τις μικρές καθημερινές αναποδιές. Αν το καλοσκεφθείτε, τις περισσότερες φορές που «πέφτουμε», που λέμε «δεν είμαι καλά», που αγχνωνόμαστε, που τσακωνόμαστε – δεν έχει συμβεί κάτι τραγικό. Ωστόσο, εμείς τα παίρνουμε όλα σαν να είναι τραγικά, σαν να αξίζει να υποφέρουμε για αυτά.

    Ε, λοιπόν όχι. Δεν αξίζει να υποφέρουμε για ασήμαντα πράγματα. Δεν αξίζει να γινόμαστε χάλια γιατί ο άντρας μας δεν μάζεψε τα πιάτα, το παιδί μας δεν διάβασε, ο προϊστάμενος μας έκανε μια παρατήρηση, ή πήραμε τρια κιλά. Όλα αυτά δεν είναι σημαντικά και δεν αξίζει να χαλάμε τη ζωή μας για αυτά.

    Σε αυτές τις περιπτώσεις λοιπόν, που δεν συμβαίνει κάτι σοβαρό αλλά που η διάθεσή μας χαλάει, αξίζει να παίζουμε το παιχνίδι της χαράς. Αξίζει να προσπαθούμε να βρίσκουμε κάτι θετικό ή παρηγορητικό έστω σε κάθε κατάσταση που μας δυσαρεστεί. Στα παρακάτω παραδείγματα αναφέρω τον αρνητικό τρόπο με τον οποίο συνήθως οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις καταστάσεις αυτές και τον θετικό τρόπο στον οποίο οδηγεί το παιχνίδι της χαράς.

    · Ο διευθυντής μου μού ανέθεσε μια καινούρια δουλειά.

    Αρνητικός τρόπος σκέψης: «Γιατί πάλι εγώ; Έχω ξεπατωθεί και οι άλλοι κάθονται».

    Παιχνίδι της χαράς: «Αυτό σημαίνει ότι με εμπιστεύεται και μου δίνει την ευκαιρία να ξεχωρίσω».

    · Βρέχει και δεν μπορώ να πάω τη βόλτα στην Πάρνηθα που σχεδίαζα.

    Αρνητικός τρόπος σκέψης: «Τι ατυχία! Έτσι και αποφασίσω να κάνω κάτι, θα γίνει κατακλυσμός. Πάει, χάλασε το Σάββατό μου».

    Παιχνίδι της χαράς: «Είναι ευκαιρία να απολαύσω και το σπίτι μου λιγάκι, να χαλαρώσω και να δω εκείνη την ταινία που δεν πρόλαβα μέσα στη βδομάδα».

    Προτείνω να αρχίσετε με μικρά πράγματα. Την επόμενη φορά που θα πιάσετε τον εαυτό σας να γκρινιάζει, πείτε από μέσα σας: «Τι θετικό ή παρηγορητικό μπορώ να πω στον εαυτό μου;» Και βάλτε το πείσμα, σε κάθε τέτοια φάση να προσπαθείτε να βρείτε κάτι θετικό. Αν επιμείνετε για λίγο, σιγά-σιγά θα γίνεται όλο και πιο εύκολο. Και θα αρχίσετε αυτόματα να παίζετε κι εσείς το παιχνίδι της χαράς!

  • Η καταστροφολογία συχνά προκαλεί την καταστροφή!

    Η καταστροφολογία συχνά προκαλεί την καταστροφή!

    Όπως είθισται στην αρχή κάθε χρόνου, έτσι και φέτος όλοι μα όλοι, ειδικοί και μη, άρχισαν τις προβλέψεις και τις προγνώσεις για το μέλλον: θα πέσει το χρηματιστήριο, θα γίνουν αυξήσεις, θα γίνει πόλεμος, θα…θα…θα… Προβλέψεις από οικονομολόγους, προβλέψεις από πολιτικούς, προβλέψεις από ιστορικούς…μέχρι και προβλέψεις από τη θεία μου τη Μαρίτσα ή οποία είναι απολύτως πεπεισμένη για τις φοβερές στιγμές που μας περιμένουν επειδή της το είπε ο αστρολόγος της!

    Πράγματι, φαίνεται πως πολλοί άνθρωποι δεν κάνουν άλλο πράγμα από το να φαντάζονται αρνητικές εξελίξεις και να υποφέρουν προκαταβολικά. Ωστόσο, όλη αυτή η εμμονή με το αρνητικό και με την καταστροφή μας κάνει μεγάλο κακό. Η καταστροφολογία κυριολεκτικά βλάπτει σοβαρά την υγεία μας!

    Στην ψυχολογία ο όρος καταστροφολογία είναι σχετικά καινούριος και αναφέρεται σε μια αγχώδη διαταραχή που συνδέεται με έναν τρόπο σκέψης, γνωστό ως «γνωστική διαστρέβλωση» καθώς οι πραγματικές διαστάσεις ενός ενδεχόμενου γεγονότος διαστρεβλώνονται και μεγαλοποιούνται. Γι’ αυτό άλλωστε η καταστροφολογία ονομάζεται συχνά «μεγέθυνση», επειδή το άτομο που καταστροφολογεί φαντάζεται μια κακή εξέλιξη και στη συνέχεια μεγεθύνει τη σοβαρότητά της, τις πιθανότητες να συμβεί, και τις συνέπειές της.

    Φυσικά, όλα αυτά τα αρνητικά σενάρια που φαντάζεται το άτομο κυριεύουν το μυαλό του και του προξενούν άγχος, το οποίο μπορεί να εξελιχθεί σε αληθινό τρόμο, ο οποίος μπορεί να συνοδεύεται από ταχυπαλμία, ψυχοσωματικά και αϋπνία.

    Το φοβερό δε με την καταστροφολογία είναι ότι συχνά λειτουργεί σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία, δηλαδή μια «προφητεία» που μας ωθεί να λειτουργούμε έτσι ώστε τελικά την επιβεβαιώνουμε. Τι εννοώ με αυτό; Ας δούμε ένα παράδειγμα.

    Έχω μια σχέση θαυμάσια. Αλλά είμαι άνθρωπος που όλο φαντάζομαι αρνητικά σενάρια, εστιάζω στο αρνητικό και καταστροφολογώ. Έτσι, μόλις φανεί το παραμικρό σύννεφο στην ατμόσφαιρα, φαντάζομαι ότι ο σύντροφός μου με απατάει, δεν με αγαπάει, θα με εγκαταλείψει! Αυτό το φανταστικό σενάριο με κάνει να νιώθω άσχημα, μου προξενεί άγχος, ψυχοσωματικά, και επιπλέον με ωθεί να αντιδρώ υπερβολικά ή δυσλειτουργικά στον σύντροφό μου. Αν αυτό το συνεχίσω για καιρό, ασφαλώς η σχέση μου θα πηγαίνει όλο και χειρότερα και στο τέλος είναι πιθανό να με εγκαταλείψει πράγματι ο σύντροφός μου, οπότε θα έχει «επιβεβαιωθεί» η αρνητική προφητεία, η καταστροφή που είχα προβλέψει. Η πρόβλεψη της καταστροφής προκάλεσε την καταστροφή!

    Βέβαια, το φαινόμενο της αυτοεκπληρούμενης προφητείας δεν λειτουργεί μόνο στις προσωπικές σχέσεις αλλά σε όλων των ειδών τις προφητείες για καταστροφές – χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το χρηματιστήριο, όπου ο πανικός που κάποιοι διασπείρουν με τις αρνητικές προβλέψεις τους μπορεί να ωθήσει άλλους να κάνουν σπασμωδικές κινήσεις που πράγματι θα τους καταστρέψουν.

    Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η καταστροφολογία είναι χρήσιμη γιατί μας προειδοποιεί για να προετοιμαστούμε για μια δυσάρεστη εξέλιξη ή ακόμα και μια ενδεχόμενη καταστροφή. Αυτό θα μπορούσε πράγματι να συνέβαινε αν εξετάζαμε κάθε φορά τα πιθανά αρνητικά σενάρια με ψυχραιμία και ορθολογισμό, παίρναμε τα μέτρα μας, και συνεχίζαμε τη ζωή μας.

    Δυστυχώς, οι άνθρωποι που καταστροφολογούν συνήθως δεν κάνουν τίποτα τέτοιο. Δεν παίρνουν τα μέτρα τους και δεν συνεχίζουν τη ζωή τους – αντίθετα, παθαίνουν εμμονή με το αρνητικό σενάριο που έχουν φανταστεί και αυτό τους μπλοκάρει από το να κάνουν οτιδήποτε. Ή τους ωθεί να αντιδράσουν σπασμωδικά και απερίσκεπτα. Φαίνεται πως η καταστροφολογία τις περισσότερες φορές δεν μας ωθεί να προετοιμαστούμε για μια καταστροφή – μάλλον προκαλεί την καταστροφή.

    Αν, λοιπόν, είστε άνθρωπος που συχνά κάνετε αρνητικά σενάρια για το μέλλον και μετά κολλάτε σε αυτά και υποφέρετε, θα σας πρότεινα να κάνετε μια συνειδητή προσπάθεια να αλλάξετε αυτόν τον τρόπο σκέψης σας.

    Τρόποι για να καταστροφολογείτε λιγότερο (ή καθόλου)

    • Πάρτε συνειδητή απόφαση ότι θα σταματήσετε να καταστροφολογείτε. Γράψτε μια υπόσχεση στον εαυτό σας: «Υπόσχομαι ότι θα δουλέψω για να καταφέρω να περιορίσω/κόψω την καταστροφολογία».
    • Διαλέξτε μια λέξη που θα τη λέτε στον εαυτό σας μόλις αρχίζει να φτιάχνει ένα αρνητικό σενάριο, πχ. «Στοπ!» ή «Σταμάτα!» ή «Κόφτο».
    • Προστατεύστε τον εαυτό σας από τις καταστροφολογίες των άλλων – αποφύγετε ειδήσεις, άρθρα με προγνώσεις, συζητήσεις για παρούσες ή ενδεχόμενες καταστροφές, κλπ.
    • Απαγορεύστε στον εαυτό σας να ψάξει στο διαδίκτυο μόλις αρχίσει να σχηματίζεται ένα αρνητικό σενάριο στο μυαλό σας.
    • Μάθετε τεχνικές διαλογισμού που μπορούν να σας βοηθήσουν να εστιάζετε σε θετικές σκέψεις.
    • Βάλτε κάποια ευχάριστα πράγματα μέσα στη μέρα σας, και βρείτε τρόπους να χαλαρώνετε

    Πώς θα διαχειριστείτε εποικοδομητικά τα αρνητικά σενάρια

    Όταν φτιάξετε ένα αρνητικό σενάριο με το μυαλό σας ή ακούσετε το σενάριο κάποιου άλλου και νιώσετε άσχημα, θα πρέπει να κάνετε τα παρακάτω:

    · Θα το αναλύσετε όσο μπορείτε πιο ψύχραιμα και λογικά. Αν δεν μπορείτε, ζητήστε βοήθεια από κάποιον για αυτό το στάδιο. Πόσο πιθανό είναι να συμβεί; Ποιες θα είναι οι συνέπειες; Τι μπορείτε να κάνετε εσείς γι’ αυτό;

    · Αν μπορείτε να κάνετε κάτι για να το αποφύγετε/αντιμετωπίσετε, το κάνετε. Και μετά, δεν το σκέφτεστε πια.

    · Αν δεν μπορείτε να κάνετε κάτι, το παίρνετε απόφαση. Και δεν το σκέφτεστε πια.

    Σε κάθε περίπτωση, δεν έχει κανένα νόημα να κολλήσετε εμμονικά στο σενάριο καταστροφής. Το πιο σπουδαίο απ’ όλα, είναι να το αφήσετε να φύγει και να εστιάσετε στο παρόν. Να θυμάστε πάντα ότι όλα αυτά τα σενάρια είναι φανταστικά – ενώ το παρόν είναι πραγματικό και αξίζει να ζούμε σε αυτό και να δουλεύουμε για να το κάνουμε καλύτερο (πράγμα που ενδεχομένως μας βοηθήσει και να αποφύγουμε την καταστροφή)!

  • Δύναμη για να αντέξω ή δύναμη για να αλλάξω;

    Δύναμη για να αντέξω ή δύναμη για να αλλάξω;

    Συχνά, τον τελευταίο καιρό, έρχονται στο γραφείο μου άνθρωποι που υποφέρουν. Και όταν, μετά από πολλές συζητήσεις και αναλύσεις, μπορεί εγώ να προτείνω να κάνουν κάτι για να αλλάξουν την κατάσταση που τους κάνει να υποφέρουν, τότε εκείνοι αναφωνούν με φρίκη: «Μα αυτό θέλει πολλή δουλειά! Δεν έχω τη δύναμη να το κάνω όλο αυτό!».

    Προτιμούν, δηλαδή, να βάζουν όλη τους τη δύναμη για να αντέξουν μια δυσάρεστη κατάσταση παρά για να την αλλάξουν – ή για να αλλάξουν τον τρόπο που οι ίδιοι τη βλέπουν και έτσι να νιώσουν καλύτερα.

    Γιατί βέβαια το να αντέχεις και να υπομένεις μια δυσάρεστη κατάσταση δεν είναι κάτι απλό – απαιτεί πολύ κόπο, πολλή ενέργεια. Δεν είναι εύκολο να νιώθεις συνέχεια άσχημα, να σέρνεσαι, να τα βάζεις με τους πάντες και τα πάντα, να γκρινιάζεις διαρκώς. Κι επειδή δεν είναι εύκολο να υπομένεις το δυσάρεστο, πολλοί άνθρωποι καταλήγουν σε κάποιον εθισμό για να αντέξουν. Άλλωστε, είμαστε μια κοινωνία που έχει σαν σύνθημα «όταν νιώθεις άσχημα, κάνε κάτι για να το ξεχάσεις»!

    Και βέβαια, όταν μιλάω για εθισμό, δεν αναφέρομαι απλώς στα σκληρά ναρκωτικά ή το αλκόολ, ούτε μόνο σε ουσίες που είναι παράνομες. Δυστυχώς στην εποχή μας υπάρχουν διάφορα αντικείμενα εθισμού που είναι νόμιμα και κοινωνικά αποδεκτά. Απολύτως αξιοσέβαστα άτομα εξαρτώνται από ένα νόμιμο χάπι για να ξυπνήσουν το πρωί, για να λειτουργήσουν, για να κοιμηθούν, ακόμα και για να κάνουν σεξ. Άλλα απολύτως αξιοσέβαστα άτομα, χρειάζονται να καπνίσουν νόμιμα τσιγάρα ή να πιούν νόμιμο αλκοόλ , ή ακόμα να τζογάρουν νόμιμα. Σήμερα υπάρχουν εθισμένοι στο σεξ, στο κινητό, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ακόμα και στη δουλειά! Πολλών ειδών διαφορετικοί εθισμοί για όλα τα γούστα.

    Δυστυχώς όμως όλοι αυτοί οι εθισμοί όχι μόνο έχουν πολλών λογιών παρενέργειες, αλλά επιπλέον παγιδεύουν τον χρήστη (του χαπιού, της ουσίας, κλπ.) στην κατάσταση ακριβώς εκείνη που τον κάνει να υποφέρει. Ο εθισμός εμποδίζει την αλλαγή και διατηρεί ίδια τη δυσάρεστη κατάσταση. Πώς συμβαίνει αυτό; Ας τα πάρουμε από την αρχή.

    Ένας άνθρωπος που υποφέρει δοκιμάζει κάτι (χάπι, ουσία, δραστηριότητα) για να νιώσει καλύτερα ή να ξεχαστεί. Αν αυτό το κάτι πράγματι τον βοηθήσει να νιώσει καλύτερα ή να ξεχαστεί, συνεχίζει να το κάνει μέχρι που εθίζεται σε αυτό. Ο εθισμός όμως κάνει τον άνθρωπο αυτό να νιώσει προσωρινά καλύτερα – οπότε δεν έχει την έντονη ανάγκη να βελτιώσει την κατάσταση. Ταυτόχρονα, δεν έχει και τη συγκρότηση για να σχεδιάσει και να επιφέρει μια πραγματική βελτίωση. Καθώς χρειάζεται όλο και περισσότερο από το αντικείμενο του εθισμού του για να νιώσει καλά, σύντομα αρχίζει να ασχολείται μόνο με την εξεύρεση του αντικειμένου αυτού. Οπότε, δεν υπάρχει πια ούτε κίνητρο, ούτε η ικανότητα για να λύσει το πρόβλημα που τον απασχολεί ή να βελτιώσει την κατάσταση που τον βασανίζει.

    Με αυτόν τον τρόπο, ο εθισμός, ο οποιοσδήποτε εθισμός, κάνει τα πράγματα να μένουν ίδια. Η γυναίκα που υποφέρει στο γάμο της και παίρνει αντικαταθλιπτικά είναι απίθανο να καταφέρει να βελτιώσει τον γάμο αυτό, αλλά επίσης είναι απίθανο να καταφέρει και να χωρίσει. Ο άντρας που υποφέρει στη δουλειά του και πίνει, είναι απίθανο να καταφέρει να βελτιώσει κάτι στη δουλειά αυτή, αλλά είναι και απίθανο να καταφέρει να παραιτηθεί και να βρει μια άλλη δουλειά. Οι άνθρωποι εθίζονται για να ξεχάσουν ότι υποφέρουν και έτσι διατηρούν ίδια την κατάσταση που τους κάνει να υποφέρουν.

    Γιατί όμως; Γιατί τόσοι άνθρωποι προτιμούν να υποφέρουν, να εθίζονται, να χαπακώνονται, παρά να αλλάζουν;

    Ίσως γιατί υπάρχει ένα φαινόμενο γνωστό ως αντίσταση στην αλλαγή. Όσο κι αν υποφέρουμε με μια κατάσταση, υπάρχει κάτι μέσα μας που αντιστέκεται σε οποιαδήποτε προσπάθεια να τη βελτιώσουμε. ‘Ένας λόγος που πιθανώς συμβαίνει αυτό είναι ότι το άγνωστο είναι τρομακτικό. Πολλοί άνθρωποι προτιμούν το γνωστό που δεν τους αρέσει παρά το άγνωστο που δεν ξέρουν αν θα τους αρέσει ή όχι.

    «Το έχω συνηθίσει πια», λένε. «Με αυτό ξέρω πώς να τα βγάλω πέρα. Με κάτι νέο, δεν θα ξέρω».

    Ναι, αλλά έτσι καταδικάζουμε τον εαυτό μας σε έναν αέναο φαύλο κύκλο, σε μια διαρκή επανάληψη των ίδιων δυσλειτουργικών μοτίβων. Και είναι κρίμα. Γιατί πολλές φορές, αυτά που μας κάνουν να υποφέρουμε μπορούν να βελτιωθούν – αρκεί να το αποφασίσουμε και να δουλέψουμε γι’ αυτό. Και πολλές φορές, το νέο, αν και άγνωστο, μπορεί να αποδειχθεί πολύ καλύτερο από το παλιό.

    Μάλιστα, είναι ενθαρρυντικό ότι συχνά, τα άτομα που έχουν πάρει την απόφαση να προσπαθήσουν να βελτιώσουν τη ζωή τους καταλήγουν να νιώθουν πιο καλά απλώς και μόνο λόγω της απόφασης αυτής. Το γεγονός ότι έχουν πάψει πια να βλέπουν τον εαυτό τους σαν ένα παθητικό άτομο που είναι καταδικασμένο να υποφέρει, και τον βλέπουν σαν ένα ενεργητικό άτομο που κρατάει τη ζωή του στα χέρια του, τους βοηθάει αυτόματα να νιώσουν καλύτερα έστω κι αν δεν έχει ακόμα βελτιωθεί πραγματικά η κατάσταση που τους έκανε να υποφέρουν.

    Αντί λοιπόν να βάζουμε δύναμη για να αντέξουμε μια δυσάρεστη κατάσταση, θα ήταν πολύ προτιμότερο να βάλουμε δύναμη για να την αλλάξουμε. Να πάρουμε τα πράγματα στα χέρια μας και να τολμήσουμε να δουλέψουμε για μια νέα κατάσταση που θα είναι καλύτερη – ή που έστω θα την νιώθουμε εμείς καλύτερη επειδή δεν θα είμαστε πια στη θέση του «θύματος» που υπομένει αλλά του ελεύθερου και δυνατού ανθρώπου που αλλάζει!

  • Περισσότερο φως! Συμφέρει!

    Περισσότερο φως! Συμφέρει!

    Τα τελευταία χρόνια έχω αρχίσει να νιώθω πως στον κόσμο αυτό υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων: εκείνοι που αυξάνουν το σκοτάδι, και εκείνοι που αυξάνουν το φως. Εντάξει, ξέρω – πρώτα απ’ όλα, δεν είναι σωστό να κάνουμε τέτοιους διαχωρισμούς ανάμεσα στους ανθρώπους και ύστερα αυτό είναι μια υπεραπλουστευμένη γενίκευση. Να παραδεχτώ λοιπόν ευθύς εξαρχής πως η κατηγοριοποίηση αυτή δεν είναι επιστημονικά τεκμηριωμένη και σίγουρα είναι αυθαίρετη και υπεραπλουστευμένη. Ωστόσο, ίσως κρύβει μέσα της κάποια αλήθεια.

    Σκεφθείτε το λίγο: από τη μια πλευρά, έχουμε όλους εκείνους τους ανθρώπους που αυξάνουν το σκοτάδι, άλλοι σε μικρότερη και άλλοι σε μεγαλύτερη κλίμακα, αρχίζοντας από τα αρνητικά σχόλια και τις κατάρες που καθημερινά διαβάζουμε στο διαδίκτυο, και φτάνοντας μέχρι τον εκφοβισμό, τη βία, την εγκληματικότητα, ακόμα και τον πόλεμο. Θεωρίες συνωμοσίας, καχυποψία, αρνητισμός, αδιαφορία για τον διπλανό, σκληρότητα, κακία, ανηθικότητα, μίσος, φανατισμός. Όλα αυτά που μοιάζουν να ξεφυτρώνουν παντού γύρω μας και να πνίγουν σαν αγριόχορτα την κοινωνία μας.

    Από την άλλη, έχουμε όλους εκείνους που αυξάνουν το φως. Όλους εκείνους που είναι καλοί άνθρωποι, έντιμοι, ανιδιοτελείς, ιδεολόγοι, που παράγουν, που δημιουργούν, που βοηθούν, που βάζουν το λιθαράκι τους για να γίνει ο κόσμος μας λίγο καλύτερος, η ζωή μας λίγο πιο όμορφη κάθε μέρα. Όλους εκείνους που αγαπούν, που φροντίζουν, που προσφέρουν, που πιστεύουν χωρίς φανατισμό, που αποδέχονται, που αγωνίζονται για να κάνουν καλύτερη τη ζωή τους και τη ζωή των ανθρώπων γύρω τους.

    Και έχει ενδιαφέρον ότι η διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές κατηγορίες, ανάμεσα στους ανθρώπους του σκοταδιού και στους ανθρώπους του φωτός δεν φαίνεται να συνδέεται με καμία άλλη παράμετρο – ούτε με κοινωνική τάξη, ούτε με χρήματα, ούτε με μόρφωση, ούτε με εθνική ή φυλετική καταγωγή, ούτε με σεξουαλικό προσανατολισμό, ούτε με πολιτική ιδεολογία ή θρησκευτική πίστη. Σε όλες τις κοινωνικές, εθνικές, θρησκευτικές κατηγορίες, σε όλα τα φύλα, τις φυλές και της ηλικίες υπάρχουν άνθρωποι του σκοταδιού και άνθρωποι του φωτός.

    Βλέπουμε ανθρώπους ευνοημένους από τη ζωή, νέους, ωραίους, πλούσιους, που θα έπρεπε να νιώθουν ευγνωμοσύνη για όσα έχουν και να εκπέμπουν κάτι θετικό στον κόσμο, οι οποίοι βουλιάζουν στο σκοτάδι, στο μίσος, στο φανατισμό, στην ανηθικότητα. Και από την άλλη, υπάρχουν άνθρωποι αδικημένοι, βασανισμένοι, άρρωστοι, φτωχοί, οι οποίοι ζουν με εντιμότητα, με καλοσύνη, με φως.

    Τι είναι λοιπόν αυτό που διαφοροποιεί τους μεν από τους δε; Τι ξεχωρίζει το σκοτάδι από το φως;

    Μια απόφαση, νομίζω. Η απόφαση που παίρνουν κάποιοι να λειτουργήσουν αρνητικά, η απόφαση που παίρνουν άλλοι να λειτουργήσουν θετικά. Φυσικά υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση αυτή, παράγοντες

    όπως η κληρονομικότητα, τα παιδικά χρόνια, οι συνθήκες ζωής, τα βιώματα, και χίλιοι άλλοι. Αλλά τελικά πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως δεν είναι παρά μια απόφαση. Μια επιλογή που πρέπει να κάνουμε συνειδητά.

    Το πραγματικό σημαντικό ερώτημα είναι αν θα επιλέξουμε να αυξήσουμε το σκοτάδι στον κόσμο ή το φως;

    Η έρευνα που γίνεται εδώ και χρόνια στην θετική ψυχολογία τεκμηριώνει την ιδέα ότι μας συμφέρει πολύ περισσότερο το φως παρά το σκοτάδι. Όλα εκείνα τα αρνητικά συναισθήματα που συνδέονται με τις συνωμοσίες, την παρανομία, τον φανατισμό, το μίσος – όλα αυτά βλάπτουν σοβαρά την υγεία μας. Όταν εστιάζουμε στο αρνητικό, όταν εκδικούμαστε, όταν κλέβουμε, όταν δέρνουμε, όταν πληγώνουμε – δεν κάνουμε μόνο κακό στον άνθρωπο που είναι απέναντι μας αλλά και σε εμάς τους ίδιους. Εγκλωβιζόμαστε μέσα σε δυσάρεστα συναισθήματα όπως το μίσος, η ζήλια, ο φόβος, βάζουμε τον εαυτό μας σε κίνδυνο, ενίοτε μάλιστα πληρώνουμε και δυσάρεστες συνέπειες. Η καχυποψία γεννά φόβο, η ανηθικότητα άγχος, η βια γεννά βια. Πολύ συχνά, ο θύτης μετατρέπεται σε θύμα.

    Αντίθετα, όταν επιλέγουμε το φως, το θετικό, την εντιμότητα, τη δημιουργικότητα, την καλοσύνη, κάνουμε μεγάλο καλό τόσο στην ψυχική όσο και στη σωματική μας υγεία. Όταν πάρουμε την απόφαση να εστιάσουμε περισσότερο στο θετικό που υπάρχει γύρω μας, να καλλιεργήσουμε περισσότερο το θετικό που υπάρχει μέσα μας, να εκφράσουμε περισσότερο την καλή μας πλευρά και να ενθαρρύνουμε τους άλλους να εκφράσουν τη δική τους καλή πλευρά – τότε νιώθουμε πιο όμορφα, η υγεία μας είναι καλύτερη, οι σχέσεις μας είναι πιο ουσιαστικές.

    Όσο λειτουργούμε πιο θετικά και έχουμε σχέσεις με ανθρώπους που είναι επίσης θετικοί, τόσο λιγότερο άγχος έχουμε, οπότε τόσο ισχυρότερο είναι το ανοσοποιητικό μας σύστημα, και τόσο λιγότερο αρρωσταίνουμε. Και όσο βλέπουμε πιο θετικά τα πράγματα τόσο πιο καλά αισθανόμαστε και τόσο περισσότερο κουράγιο έχουμε για να βελτιώσουμε ό,τι χρειάζεται να βελτιωθεί.

    Αν το καλοσκεφθούμε, όλα τα πράγματα που έχουν ουσιαστικά βελτιώσει τη ζωή του ανθρώπου στο πλανήτη δεν προήλθαν από επαναστάσεις και βια. Δεν έγιναν από ανθρώπους φανατικούς, βίαιους, ανήθικους. Έγιναν ειρηνικά, από ανθρώπους που δούλεψαν με αποφασιστικότητα και αυτοθυσία για να εξερευνήσουν, να ανακαλύψουν, να εφεύρουν, να καλλιεργήσουν, να δημιουργήσουν.

    Και παρότι οι τόσες αρνητικές ειδήσεις στο διαδίκτυο δημιουργούν την εντύπωση ότι ο κόσμος είναι γεμάτος με ανθρώπους του σκοταδιού, νομίζω πως χωρίς αμφιβολία οι άνθρωποι του φωτός είναι πολλοί περισσότεροι. Για κάθε έναν κλέφτη, ψεύτη, απατεώνα, υπάρχουν χιλιάδες άλλοι άνθρωποι που δεν είναι κλέφτες, ψεύτες και απατεώνες. Για κάθε έναν που δέρνει, βιάζει, σκοτώνει, υπάρχουν χιλιάδες άλλοι άνθρωποι που δεν δέρνουν, δεν βιάζουν, δεν σκοτώνουν. Για κάθε έναν φανατικό, υπάρχουν χιλιάδες άλλοι που δεν είναι φανατικοί. Για κάθε έναν «ηγέτη» που κάνει μια δικτατορία ή έναν πόλεμο, υπάρχουν χιλιάδες άλλοι ηγέτες που λειτυουργούν ειρηνικά και δημοκρατικά.

    Ναι, το φως είναι πολύ μεγαλύτερο από το σκοτάδι. Και καθώς βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο στον ευρωπαϊκό και ελληνικό πολιτισμό μας, καθώς διάφορα πολύπλοκα, ανησυχητικά, δυσάρεστα συμβαίνουν γύρω μας, τώρα είναι πιο σημαντικό από ποτέ να επιλέξουμε συνειδητά να γίνουμε άνθρωποι του φωτός.

    Άνθρωποι με ανεκτικότητα, με καλοσύνη, με εντιμότητα, άνθρωποι που θα καλλιεργούμε το θετικό και θα δουλεύουμε ενεργητικά για να βελτιώσουμε τη ζωή τη δική μας και των άλλων. Σήμερα πιο πολύ από ποτέ χρειαζόμαστε φως, περισσότερο φως. Φέτος, ας προσφέρουμε λοιπόν περισσότερο φως στον εαυτό μας και στους ανθρώπους γύρω μας!

  • Η δική μου συνταγή της ευτυχίας για τη νέα χρονιά!

    Η δική μου συνταγή της ευτυχίας για τη νέα χρονιά!

    Να λοιπόν που το 2023 έφτασε, γεμάτο κινδυνολογίες, αγωνίες, αλλά και κάθε λογής ελπίδες! Και όπως συνηθίζεται στην αρχή κάθε χρονιάς, τα ΜΜΕ κατακλύζονται από λίστες με στόχους που θα μπορούσαμε ή θα έπρεπε να θέσουμε για την χρονιά μας.

    Ατελείωτες λίστες γεμάτες με όλων των ειδών τους σημαντικούς και ασήμαντους στόχους: να χάσουμε βάρος, να κόψουμε κάποια βλαβερή συνήθεια, να τακτοποιήσουμε το σπίτι μας, να βρούμε ένα νέο χόμπι, να χωρίσουμε, να παντρευτούμε, να γεννήσουμε, να αλλάξουμε δουλειά, να…να….να…

    Γιατί όμως βάζουμε όλους αυτούς τους στόχους; Προφανώς επειδή θεωρούμε βαθιά μέσα μας πως αν τους πετύχουμε, όλα θα είναι τέλεια! Αν αδυνατίσουμε, αν μετακομίσουμε, αν αλλάξουμε δουλειά…ε, τότε θα είμαστε πραγματικά καλά! Θα είμαστε ικανοποιημένοι από τον εαυτό μας! Θα είμαστε ευτυχισμένοι!

    Σε τελική ανάλυση, πίσω από όλες τις αποφάσεις και τους στόχους που βάζουμε στην αρχή της χρονιάς κρύβεται το αιώνιο κυνήγι της ευτυχίας.

    Και βέβαια καλά κάνουμε και κυνηγάμε την ευτυχία. Δεν πιστεύω όμως ότι το κάνουμε με τον σωστό τρόπο. Αν χάσετε δέκα κιλά ή αν αρχίσετε γυμναστική – τότε θα γίνετε ευτυχισμένοι; Αν πάρετε καινούριο αυτοκίνητο, αν τακτοποιήσετε την αποθήκη σας, αν κάνετε βλεφαροπλαστική – τότε θα γίνετε ευτυχισμένοι;

    Πολύ φοβάμαι πως όχι. Σίγουρα γνωρίζετε άτομα που έχουν ένα λεπτό σώμα, ένα ακριβό αυτοκίνητο, μια επιτυχημένη καριέρα – και όμως δεν είναι ευτυχισμένα. Σίγουρα και εσείς οι ίδιοι θα έχετε ζήσει περιόδους κατά τις οποίες τα πράγματα πήγαιναν καλά στη ζωή σας αλλά εσείς δεν νιώθατε καθόλου ευτυχισμένοι.

    Επομένως, η απάντηση στο κυνήγι της ευτυχίας δεν μπορεί να είναι τόσο απλή. Δεν αρκεί να αλλάξουν κάποιες εξωτερικές συνθήκες για να είμαστε καλά. Η ευτυχία, ή έστω η απλή ικανοποίηση από τη ζωή είναι κάτι που συνδέεται πολύ περισσότερο με την εσωτερική στάση μας παρά με τις συνθήκες της ζωής μας.

    Με αυτό δεν θέλω να πω πως κάποιος που είναι άστεγος στο δρόμο ή άρρωστος στο κρεβάτι του νοσοκομείου μπορεί να νιώσει ευτυχισμένος μόνο και μόνο επειδή έχει τη «σωστή εσωτερική στάση». Ασφαλώς η ευτυχία προϋποθέτει (σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό) κάποιες καλές εξωτερικές συνθήκες: καλή υγεία, καλή οικονομική κατάσταση, διαμονή σε ασφαλές και ελεύθερο περιβάλλον, ουσιαστικές σχέσεις, μια ενδιαφέρουσα δουλειά.

    Ναι, όλα τα παραπάνω είναι συνθήκες που βοηθούν να γίνουμε ευτυχισμένοι – δεν το εξασφαλίζουν όμως. Μπορούμε να τα έχουμε όλα αυτά και όμως να μην είμαστε ευτυχισμένοι. Όπως επίσης κάποιοι (ελάχιστοι!) άνθρωποι μπορούν να μην τα έχουν όλα αυτά και όμως να νιώθουν ευτυχισμένοι.

    Κι αυτό, επειδή πάνω απ’ όλα, για την ευτυχία δεν μετρούν οι εξωτερικές συνθήκες της ζωής μας αλλά ο τρόπος που εμείς βιώνουμε τις συνθήκες αυτές. Αυτό που έχει πραγματικά σημασία για την ευτυχία μας δεν είναι αυτό που ζούμε αλλά το πλαίσιο μέσα στο οποίο το αντιλαμβανόμαστε. Αν αυτό που ζω, το βλέπω μέσα σε ένα αρνητικό πλαίσιο, νιώθω χάλια. Αν το βλέπω μέσα σε ένα θετικό πλαίσιο, νιώθω καλύτερα.

    Έτσι, φέτος αντί να βάλουμε στόχο να βελτιώσουμε τις εξωτερικές συνθήκες (ή παράλληλα με αυτόν τον στόχο) ας βάλουμε στόχο να βελτιώσουμε τον τρόπο που βιώνουμε μέσα μας τις συνθήκες της ζωής μας. Φέτος, αντί για προθεσμίες και προϋποθέσεις, ας θέσουμε στον εαυτό μας ορισμένα ερωτήματα: τι είναι πραγματικά σημαντικό για μένα, πώς μπορώ να βλέπω με πιο θετικό τρόπο αυτό που ζω, τι θα με κάνει ευτυχισμένο/η; Ποια είναι η δική μου συνταγή της ευτυχίας;

    Τα ερωτήματα αυτά με απασχόλησαν πολύ κι εμένα – και τελικά κατέληξα σε πέντε πράγματα που θεωρώ πολύ σπουδαία για την ευτυχία μου. Έτσι, υποσχέθηκα στον εαυτό μου τη νέα χρονιά:

    • Να δίνω αγάπη και καλοσύνη στον εαυτό μου και στους άλλους
    • Να βλέπω περισσότερο τα θετικά (παρά τα αρνητικά) και να τα καλλιεργώ
    • Να αλλάζω τα αρνητικά που μπορώ να αλλάξω και να αποδέχομαι (χωρίς γκρίνια) τα αρνητικά που δεν μπορώ να αλλάξω
    • Να ζω περισσότερο το τώρα (και όχι να σκέφτομαι πάντα το παρελθόν με νοσταλγία ή το μέλλον με ανησυχία).
    • Να δίνω μια μικρή χαρά στην κάθε μέρα μου

    Αυτή είναι η δική μου συνταγή της ευτυχίας. Η δική σας ποια είναι;

  • Η μελαγχολία των Χριστουγέννων – και πώς θα την θεραπεύσουμε!

    Η μελαγχολία των Χριστουγέννων – και πώς θα την θεραπεύσουμε!

    Οι γιορτές έφτασαν και φέτος! Πώς νιώθετε λοιπόν; Κάνετε σχέδια γεμάτοι ανυπομονησία, ενθουσιασμό, χαρά; Ή μήπως βυθίζεστε στο άγχος, στη μοναξιά, στη μελαγχολία; Μήπως βιώνετε κι εσείς την περίφημη μελαγχολία των Χριστουγέννων – τα «Christmass blues» για τα οποία έχει αρχίσει να γίνεται πολύς λόγος;

    Αν νιώθετε έτσι, μην ανησυχείτε – δεν είστε οι μόνοι. Η αλήθεια είναι ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι βιώνουν τις γιορτές αρνητικά. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις γιορτές με ένα μείγμα άγχους και θλίψης, το οποίο συχνά πασπαλίζεται με θυμό και κάνει έναν εκρηκτικό συνδυασμό. Σε πολλά σπίτια στις γιορτές επικρατεί ένα κλίμα κάθε άλλο παρά γιορτινό: άνθρωποι μουτρωμένοι, βιαστικοί, αγχωμένοι, που γκρινιάζουν διαρκώς και καυγαδίζουν με την πρώτη ευκαιρία.

    Γιατί αλήθεια συμβαίνει αυτό;

    Νομίζω πως ο σημαντικότερος λόγος είναι οι προσδοκίες μας. Εδώ και πολλά χρόνια, τα Χριστούγεννα έχουν συνδεθεί με εξαιρετικά υψηλές προσδοκίες: υποτίθεται πως πρέπει να είμαστε όλοι χαρούμενοι, λαμπεροί, και να περνάμε υπέροχα αγκαλιά με τους αγαπημένους μας.

    Αυτή ωστόσο είναι μια υπερβολική προσδοκία η οποία για τους περισσότερους ανθρώπους είναι άπιαστη. Αν όλο τον χρόνο δεν είμαι χαρούμενη και λαμπερή, τι θα με κάνει ξαφνικά να γίνω; Και πώς θα περάσω υπέροχα με τους «αγαπημένους μου» αν όλο το χρόνο τσακωνόμουν μαζί τους, τους γκρίνιαζα, ή απλώς δεν τους συναντούσα ποτέ;

    Από την άλλη, όλες αυτές οι εικόνες και οι ιστορίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιδεινώνουν την κατάσταση γιατί ωθούν τους ανθρώπους να κάνουν διαρκώς συγκρίσεις ανάμεσα στη δική τους μελαγχολική κατάσταση και στην τέλεια εικόνα που οι άλλοι παρουσιάζουν.

    Συχνά μας φαίνεται πως για τους άλλους γύρω μας τα πράγματα είναι τέλεια και δεν είναι μόνο για εμάς, οπότε συχνά νιώθουμε άτυχοι, αδικημένοι, ή κατηγορούμε τον εαυτό μας. Το αποτέλεσμα είναι ότι καταλήγουμε να νιώθουμε χειρότερα για τον εαυτό μας και για τη ζωή μας απ’ όσο πριν από τις γιορτές. Μας φαινόμαστε πιο χοντροί, πιο άσχημοι, πιο μίζεροι, πιο μόνοι σε σύγκριση με όλους εκείνους τους λεπτούς, ωραίους, ευτυχισμένους ανθρώπους που υποτίθεται πως κυκλοφορούν γύρω μας.

    Επιπλέον, στις γιορτές τα έξοδα και η κόπωση αυξάνονται καθώς θεωρείται δεδομένο πως πρέπει να αγοράσουμε ένα σωρό δώρα και να κάνουμε διάφορα καλέσματα. Η «απαίτηση» αυτή καταλήγει να κάνει όλους τους ενήλικες να νιώθουν άσχημα: όσοι έχουν λεφτά, αγχώνονται γιατί θεωρούν πως πρέπει να βρουν το τέλειο δώρο και να κάνουν το τέλειο κάλεσμα – και ανησυχούν ότι δεν θα τα καταφέρουν. Όσοι δεν έχουν λεφτά, αγχώνονται πώς θα τα βγάλουν πέρα και πώς θα καταφέρουν να δημιουργήσουν μια ψευδαίσθηση έστω των λαμπερών γιορτών που θα έπρεπε να ζήσουν οι ίδιοι ή τα παιδιά τους.

    Τελικά, και λυπάμαι που το λέω, αλλά για πάααρα πολλούς ανθρώπους οι γιορτές φέρνουν μαζί τους περισσότερα έξοδα, περισσότερη κούραση, περισσότερους καυγάδες, και περισσότερες απογοητεύσεις!

    Ωστόσο, αυτό θα μπορούσε να αλλάξει. Μπορούμε να μειώσουμε τη μελαγχολία των Χριστουγέννων, ίσως ακόμα και να τη μετατρέψουμε σε γαλήνη και χαρά – αρκεί να αποδεχτούμε ότι νιώθουμε έτσι και να αποφασίσουμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό. Δείτε ορισμένες σκέψεις που έχουν βοηθήσει πολλούς ανθρώπους:

    • Αποδεχθείτε ότι ίσως νιώθετε άγχος ή μελαγχολία και δεν είστε οι μόνοι. Δεν είναι αφύσικο και δεν φταίτε εσείς.
    • Δείτε τις γιορτές σαν αυτό που είναι: μια θρησκευτική γιορτή για τους Χριστιανούς, μια αργία για τους μη Χριστιανούς – και όχι μια παράσταση στην οποία πρέπει να παίξετε το ρόλο της λαμπερής, επιτυχημένης και ευτυχισμένης περσόνας.
    • Μην κάντε συγκρίσεις ανάμεσα σε εσάς και στους ανθρώπους γύρω σας. Δεν έχει σημασία αν οι άλλοι περνάνε καλά ή όχι – σημασία έχει εσείς πώς περνάτε.
    • Αποφύγετε όσο μπορείτε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και αν μπαίνετε σε αυτά, θυμηθείτε ότι όλα όσα βλέπετε είναι μια ωραιοποιημένη εκδοχή της «πραγματικότητας». Μην τα παίρνετε τοις μετρητοίς.
    • Μην αγχώνεστε για να βρείτε το τέλειο δώρο. Το σημαντικό είναι ότι σκέφτεστε τους άλλους. Άλλωστε, το πιο πολύτιμο δώρο (ειδικά μάλιστα για τα παιδιά) είναι ο χρόνος και η καλή διάθεση, που μπορούν να μετατρέψουν κάθε στιγμή σε γιορτή.
    • Μην κάνετε προσκλήσεις ή μην πηγαίνετε σε προσκλήσεις αν δεν το θέλετε. Το να καλείτε ή να επισκέπτεστε ανθρώπους μόνο επειδή «πρέπει» θα οδηγήσει σε κακή διάθεση και πιθανώς ακόμα και σε καυγάδες – και δεν αξίζει τον κόπο.
    • Δώστε προτεραιότητα στις πραγματικές ανάγκες σας και στις ανάγκες των ανθρώπων γύρω σας (και όχι στις επίπλαστες «ανάγκες» που δημιουργούν τα μέσα): κοιμηθείτε περισσότερο, φάτε χωρίς τύψεις, αθληθείτε, παίξτε, κάντε πράγματα χαλαρωτικά, δημιουργήστε μικρές ευχάριστες στιγμές είτε για εσάς μόνο, είτε για τα άτομα με τα οποία ζείτε μαζί.
    • Πείτε έναν καλό λόγο – τόσο σε εσάς όσο και στους ανθρώπους γύρω σας. Τώρα χρειάζεστε περισσότερο από ποτέ ενθάρρυνση, επιβράβευση, θετική στάση. Αυτό είναι το σημαντικότερο δώρο.
    • Βοηθήστε κάποιον που χρειάζεται κάτι. Η προσφορά σε ανθρώπους που είναι σε δύσκολη θέση θα σας κάνει να νιώσετε ότι κάνετε κάτι χρήσιμο, θα δώσει νόημα στις ημέρες αυτές – και θα σας βοηθήσει να συνειδητοποιήσετε τι είναι πραγματικά σημαντικό στη ζωή.

    Σας εύχομαι ολόψυχα Χριστούγεννα γεμάτα ουσία, γαλήνη και καλοσύνη – για εσάς και για τους ανθρώπους γύρω σας