Κατηγορία: ΤΟ ΕΥ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ

  • Επιτυχημένη Επικοινωνία Μέρος ΙΙ  Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc  Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος

    Επιτυχημένη Επικοινωνία Μέρος ΙΙ Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος

    Στο άρθρο με τίτλο «Επιτυχημένη Επικοινωνία Μέρος Ι», ορίσαμε την επιτυχημένη επικοινωνία ως μια διαδικασία κατά την οποία γίνεται ορθή και ολοκληρωμένη μετάδοση και λήψη ενός μηνύματος. Αυτό με απλά λόγια σημαίνει ότι το μήνυμα που θέλω να μεταδώσω εγώ (ο πομπός) το αντιλαμβάνεται όπως το εννοώ ο συνομιλητής μου (ο δέκτης). Θέλω να πω «είμαι έξαλλη γιατί άργησες» και ο συνομιλητής μου ακούει «η Σοφία είναι έξαλλη γιατί άργησα». Αυτή είναι μια επιτυχημένη επικοινωνία.

    Δυστυχώς, φαίνεται πως η επιτυχημένη επικοινωνία είναι πολύ δύσκολη και συχνά στις σχέσεις μας δημιουργούνται προβλήματα επικοινωνίας: στέλνουμε μπερδεμένα ή αντιφατικά μηνύματα, παρερμηνεύουμε τα μηνύματα που μας στέλνει ο άλλος, ή/και στέλνουμε μηνύματα για τα οποία αργότερα μετανιώνουμε. Η κακή επικοινωνία οδηγεί σε παρεξηγήσεις, σε καυγάδες, χειροτερεύει την ποιότητα των σχέσεών μας και μας βυθίζει στη μοναξιά.

    Το καλό νέο που έχω για εσάς σήμερα είναι ότι ο τρόπος που επικοινωνούμε μπορεί σχετικά εύκολα να βελτιωθεί. Δεν απαιτεί χρόνια ψυχοθεραπείας, ούτε ατελείωτα σεμινάρια και εκπαιδεύσεις. Απαιτεί μόνο να πάρουμε την συνειδητή απόφαση να βελτιώσουμε τον τρόπο με τον οποίο μιλάμε στους άλλους και τον τρόπο με τον οποίο τους ακούμε. Να το βάλουμε σαν στόχο και να κάνουμε συγκεκριμένα βήματα για να το πετύχουμε.

    Το πρώτο βήμα είναι να αναλάβουμε την προσωπική μας ευθύνη για να επικοινωνούμε με καλό τρόπο – άσχετα πώς λειτουργεί ο συνομιλητής μας. Αυτό πρακτικά σημαίνει «τέρμα οι δικαιολογίες». Δεν θα λέμε πια «παρασύρθηκα από  εκείνον που μου φώναζε και τον έβρισα». Ακόμα κι αν ο άλλος φέρεται λάθος, εμείς πρέπει να προσπαθούμε να φερόμαστε σωστά. Να λειτουργούμε ως ενήλικες που αναλαμβάνουν την ευθύνη για τη συμπεριφορά τους.

    Το δεύτερο βήμα είναι να σεβόμαστε τον συνομιλητή μας και το δικαίωμα του να εκφράζει την άποψή του. Μιλάμε συνέχεια για αποδοχή της διαφορετικότητας αλλά στην καθημερινότητά μας δεν αποδεχόμαστε πραγματικά την διαφορετική άποψη των άλλων. Πόσο συχνά δεν θιγόμαστε, απογοητευόμαστε, θυμώνουμε, καυγαδίζουμε με τους συνομιλητές μας μόνο και μόνο επειδή έχουμε διαφορετικές απόψεις; Και δεν είναι τελείως παράλογο αυτό. Γιατί να ενοχληθώ από τη διαφορετική άποψη του άλλου;

    Είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι με διαφορετικές εμπειρίες και είναι λογικό να βλέπουμε διαφορετικά τα πράγματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο ένας από εμάς έχει άδικο και ο άλλος δίκιο. Σημαίνει απλώς ότι βλέπουμε κάτι από άλλη οπτική γωνία και πιθανώς καταλήγουμε σε διαφορετικό συμπέρασμα. Πρέπει να μάθουμε να αντέχουμε τα διαφορετικά αυτά συμπεράσματα, τις διαφορετικές απόψεις και ιδέες αν θέλουμε να ζούμε σε μια δημοκρατική κοινωνία.

    Σημαντικό βήμα επίσης είναι να αλλάξουμε την στοχοθεσία μας: να μην έχουμε σαν στόχο να «νικήσουμε» τον άλλο στη συζήτηση. Όσο εστιάζουμε στο να δείξουμε πόσο δίκιο έχουμε, τόσο χάνουμε την επαφή με τον συνομιλητή μας και η επικοινωνία μας γίνεται όλο και χειρότερη. Στην επιτυχημένη επικοινωνία, ο στόχος είναι να μεταδοθεί και να ληφθεί σωστά ένα μήνυμα, και όχι να φανεί το δίκιο του ενός και το άδικο του άλλου. Στόχος μας δεν είναι να επικρατήσουμε αλλά να τον/την βοηθήσουμε να μας καταλάβει, και να τον/την καταλάβουμε εμείς.

    Τα βήματα αυτά είναι απαραίτητες προϋποθέσεις προκειμένου να βελτιώσουμε τον τρόπο που επικοινωνούμε. Πέρα από αυτές τις προϋποθέσεις, είναι πολύ σημαντικό να αποφεύγουμε κάποιες κακές συνήθειες που δυσκολεύουν πολύ την επικοινωνία, όπως:

    Τι να μην κάνουμε:

    • Να μην κάνουμε αυθαίρετες ερμηνείες (πχ. «το λες αυτό επειδή κατά βάθος….,»). Το πιθανότερο είναι πως η ερμηνεία μας δεν είναι σωστή, αλλά ακόμα κι αν είναι, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να δημιουργήσουμε άσχημο κλίμα και ο άλλος να πάρει αμυντική στάση
    • Να μην γενικεύουμε και να μην χρησιμοποιούμε μειωτικές εκφράσεις όπως: πάντα, ποτέ, δεν ξέρεις εσύ, δεν καταλαβαίνεις, εγώ ξέρω, εγώ θα σου πω, κα.
    • Να μην κολλάμε ταμπέλες στον άλλο: είσαι τεμπέλης, είσαι φανατικός, είσαι πουλημένος, είσαι πρόβατο, κα.
    • Να μην κάνουμε κριτική στον άλλον και ιδιαίτερα στα συναισθήματά του (πχ. «είναι παράλογο να αισθάνεσαι μόνη…»).
    • Να μην απαντάμε με ερωτήσεις ή με υπεκφυγές. Η επιτυχημένη επικοινωνία απαιτεί να πάρουμε θέση και να αναλάβουμε την ευθύνη για τη θέση αυτή.
    • Να μη διακόπτουμε. Δίνουμε στον συνομιλητή μας τον χρόνο να εκφραστεί και στον εαυτό μας τον χρόνο να τον κατανοήσουμε.

     

    Παράλληλα, βοηθάει πολύ να ακολουθούμε κάποιες καλές συνήθειες που συμβάλλουν στην επιτυχημένη  επικοινωνίας όπως:

    Τι να κάνουμε;                                    

    • Να εκφράζουμε την άποψή μας ή την επιθυμία μας στο πρώτο ενικό σαν προσωπική μας θέση και όχι σαν μια ευρύτερα αποδεκτή αλήθεια (πχ. «πιστεύω ότι ισχύει αυτό» και όχι «αυτό ισχύει»).
    • Να εκφραζόμαστε με μετριοπάθεια χωρίς υπερβολές και εντυπωσιασμούς.
    • Να εστιάζουμε σε ένα συγκεκριμένο θέμα και να μιλάμε γι’ αυτό χωρίς να πολυλογούμε.
    • Να ακούμε προσεκτικά τον συνομιλητή μας με πρόθεση να τον/την κατανοήσουμε.
    • Να βεβαιωνόμαστε ότι έχουμε καταλάβει καλά αυτό που λέει είτε επαναλαμβάνοντας αυτό που είπε, είτε κάνοντάς του διευκρινιστικές ερωτήσεις (πχ. «εννοείς ότι…»).

    Φυσικά, για να σταματήσουμε κάποιες κακές συνήθειες και να αποκτήσουμε κάποιες καλές χρειάζεται προσπάθεια και επανάληψη. Βοηθάει να γράψουμε ή να τυπώσουμε τη σχετική λίστα και να την κοιτάζουμε συχνά. Επίσης βοηθάει να κάνουμε αυτοκριτική μετά από μια συζήτηση/επικοινωνία για να εντοπίζουμε τι λάθη κάναμε και τι μπορούσαμε να είχαμε κάνει καλύτερα. Μπορούμε επίσης να μοιραστούμε τις σκέψεις αυτές με τα άτομα με τα οποία πιο συχνά συνομιλούμε για να προσπαθήσουμε μαζί να βελτιώσουμε την επικοινωνία μας. Χρειάζεται δουλειά – αλλά πραγματικά αξίζει τον κόπο!

     

     

  • Επιτυχημένη Επικοινωνία Μέρος Ι

    Επιτυχημένη Επικοινωνία Μέρος Ι

    Η επικοινωνία είναι μια λέξη που ακούγεται διαρκώς από τα χείλη όλων. Φαίνεται πως η επικοινωνία μας απασχολεί πολύ: όπου κι αν κοιτάξεις, θα βρεις άρθρα, βιβλία, webinars, σεμινάρια, διαλέξεις. Δεκάδες αναλύσεις, συμβουλές και προτάσεις για τη βελτίωση της επικοινωνίας. Κι ωστόσο, ενώ όλοι επιδιώκουμε διαρκώς να επικοινωνούμε με τους άλλους, φαίνεται πως συχνά νιώθουμε ότι η επικοινωνία μας αποτυγχάνει. Συχνά νιώθουμε ότι οι άλλοι δεν μας καταλαβαίνουν.

    «Μαζί μιλάμε και χώρια καταλαβαίνουμε», λέμε όταν νιώθουμε πως το άτομο με το οποίο μιλάμε δεν έχει κατανοήσει αυτό που θέλουμε να πούμε. Και πολύ συχνά πράγματι ενώ μιλάμε και μιλάμε και μιλάμε, τελικά νιώθουμε πως δεν έχουμε «ακουστεί», πως δεν μας έχουν καταλάβει – ή πως εμείς δεν καταλαβαίνουμε τους άλλους. Η έλλειψη επικοινωνίας μας κάνει να νιώθουμε μόνοι και ενίοτε αδικημένοι.

    Πράγματι, η επικοινωνία, η επιτυχημένη επικοινωνία είναι εξαιρετικά σημαντική. Μόνο μέσα από την επιτυχημένη επικοινωνία μπορούμε να νιώσουμε πιο κοντά με τους άλλους ανθρώπους, να χτίσουμε γερές σχέσεις, να συνεργαστούμε, να βρούμε λύσεις. Χωρίς επιτυχημένη επικοινωνία δεν κατανοούμε ο ένας τον άλλο, απομακρυνόμαστε, νιώθουμε μόνοι και παρεξηγημένοι.

    Ωστόσο, παρότι ασχολούμαστε διαρκώς με την επικοινωνία, συχνά δεν κατανοούμε τι σημαίνει και τελικά ως έννοια είναι μάλλον παρεξηγημένη. Συνήθως η επικοινωνία ταυτίζεται με την συμφωνία και με τις αρμονικές σχέσεις. «Δεν επικοινωνούμε» λένε πολλές φορές κάποιοι για το/η σύντροφό τους. «Διαρκώς καυγαδίζουμε». Αλλά αν είμαστε και οι δυο θυμωμένοι, είναι καλή επικοινωνία το να καυγαδίσουμε!

    Θεωρητικά, ως επικοινωνία ορίζουμε τη μετάδοση από τον πομπό και τη λήψη από τον δέκτη ενός μηνύματος που γίνεται αντιληπτό από τον δέκτη με τον ίδιο τρόπο που το εννοεί ο πομπός. Συνεπώς, επιτυχημένη είναι η επικοινωνία στην οποία γίνεται ορθή και ολοκληρωμένη μετάδοση και λήψη ενός μηνύματος. Ουσιαστικά, επιτυχημένη ή λειτουργική επικοινωνία είναι όταν εγώ εκφράζω κάτι και εσύ το αντιλαμβάνεσαι όπως το εννοώ. Για παράδειγμα, εκφράζω ότι έχω θυμώσει μαζί σου γιατί δεν πλήρωσες τον λογαριασμό κι εσύ καταλαβαίνεις ότι έχω θυμώσει μαζί σου γιατί δεν πλήρωσες τον λογαριασμό.

    Επομένως, η επικοινωνία δεν ταυτίζεται με τη συμφωνία. Δύο άνθρωποι δεν επικοινωνούν επιτυχημένα αν συμφωνούν αλλά αν καταλαβαίνουν καθένας το μήνυμα που μεταδίδει ο άλλος. Ωστόσο, μπορεί να μη συμφωνούν με το μήνυμα που έχω καταλάβει, οπότε μέσα από την επιτυχημένη επικοινωνία τους απλώς θα διαπιστώσουν πως τελικά δεν συμφωνούν. «Συμφωνούμε ότι διαφωνούμε» όπως λέγεται καμιά φορά.

    Παράλληλα, η επιτυχημένη επικοινωνία δεν ταυτίζεται με την λεγόμενη «πολιτισμένη» συζήτηση (με ήρεμους τόνους, καλούς τρόπους, κλπ). Επιτυχημένη επικοινωνία μπορεί να υπάρξει και μέσα σε κακό κλίμα, με φωνές, με καυγά, κλπ. με την έννοια ότι κάθε εμπλεκόμενος μεταδίδει το μήνυμα ότι έχει θυμώσει και ο άλλος το αντιλαμβάνεται έτσι. Ασφαλώς οι φωνές δεν βοηθούν κανένα να κατανοήσει το μήνυμα του άλλου και επομένως δεν ενδείκνυνται για καλή επικοινωνία. Ωστόσο, η εκδήλωση θυμού από το ένα άτομο γίνεται αντιληπτή ως εκδήλωση θυμού από το άλλο – επομένως οι δύο έχουν επικοινωνήσει.

    Βέβαια, πρέπει να τονιστεί ότι επικοινωνία μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους: με τα λόγια, με τις εκφράσεις του προσώπου, με τις κινήσεις του σώματος, με συμβολικές πράξεις, κλπ. Αν, για παράδειγμα έχω θυμώσει με κάποιον, μπορεί να του μιλήσω ανοιχτά για το θυμό μου, να «κατεβάσω μούτρα», να κρατάω απόσταση από εκείνον ή να μην τον αγγίζω, μην του κάνω κάποιο χατίρι, κλπ. Με όλους αυτούς τους τρόπους μεταδίδω το μήνυμα ότι είμαι θυμωμένη.

    Συνήθως λειτουργούν ταυτόχρονα διάφορα επίπεδα επικοινωνίας. Λέω, για παράδειγμα, στον άντρα μου «σ’αγαπώ» με λέξεις, ταυτόχρονα παίρνω μια τρυφερή έκφραση στο πρόσωπό μου, τον αγκαλιάζω, και μετά πηγαίνω και του φτιάχνω φαγητό. Στην περίπτωση αυτή, υπάρχει μια θαυμάσια επικοινωνία επειδή προφανώς ο άντρας μου παίρνει το μήνυμα ότι τον αγαπάω επειδή του το δείχνω σε διάφορα επίπεδα: με λόγια, με εκφράσεις, με χειρονομίες, με πράξεις.

    Το πρόβλημα είναι όταν το ένα επίπεδο στέλνει διαφορετικό μήνυμα από το άλλο – όταν το ένα επίπεδο στέλνει το μήνυμα «σ’ αγαπώ» και το άλλο στέλνει το μήνυμα «δεν σε αντέχω». Στις περιπτώσεις αυτές δημιουργείται σύγχυση και δυσκολεύεται η επικοινωνία γιατί το άλλο άτομο (ο δέκτης) δεν ξέρει σε ποιο επίπεδο να ανταποκριθεί και δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει ποιο είναι τελικά το μήνυμα που του στέλνει ο πομπός.

    Η σύγχυση αυτή συνδέεται με μια συνηθισμένη συμπεριφορά που ονομάζεται παθητική επιθετικότητα: ένα άτομο είναι θυμωμένο αλλά αντί να εκφράσει καθαρά τον θυμό του/της, το κρύβει κάτω από ένα επιφανειακά θετικό μήνυμα που μπερδεύει τον άλλο. Έτσι η επιθετικότητα που κανονικά θα εκδήλωνε βγαίνει με έναν παθητικό τρόπο. Αυτό ωστόσο δημιουργεί μεγάλη σύγχυση που επιδεινώνει πολύ τη σχέση.

    Κλασικό παράδειγμα είναι η γυναίκα που νιώθει μόνιμα ένα παράπονο γιατί έχει φορτωθεί πολλές υποχρεώσεις και θεωρεί ότι ο άντρας της δεν τη βοηθάει, οπότε όταν πηγαίνει στο σούπερ μάρκετ συστηματικά «ξεχνάει» να του πάρει τα αγαπημένα του μπισκότα. Στο παράδειγμα αυτό, η γυναίκα νιώθει παράπονο και θυμό αλλά αντί να το εκφράσει ανοιχτά, το «κρύβει» κάτω από τη θετική πράξη ότι πηγαίνει για ψώνια – ωστόσο, εκφράζει έμμεσα τον θυμό της με το να ξεχνάει αυτό που θα ευχαριστούσε τον άντρα της. Ο άντρας της έτσι μπερδεύεται: νιώθει άσχημα γιατί εκείνη δεν τον σκέφτεται, αλλά δεν μπορεί και να θυμώσει μαζί της αφού έχει κάνει τόσο κόπο για τα ψώνια. Κι έτσι βρίσκεται μπροστά σε ένα αδιέξοδο όπου ό,τι και να κάνει θα είναι χαμένος. Αν της πει «γιατί δεν μου πήρες μπισκότα;» εκείνη θα αντιδράσει: «δεν φτάνει που κουβαλάω τόσες σακούλες, θα μου την πεις κι από πάνω;» Οπότε θα καταλήξουν σε καυγά. Αν πάλι επιλέξει να μην της πει τίποτα, τότε η κατάσταση δεν θα διορθωθεί γιατί η γυναίκα θα συνεχίσει να λειτουργεί με παθητική επιθετικότητα.

    Όμως, αυτή η μπερδεμένη αλληλεπίδραση, μόνο κακό κάνει στη σχέση τους. Καθένας βουλιάζει στα δικά του συναισθήματα, κανείς δεν καταλαβαίνει τον άλλο, κανένα πρόβλημα δεν λύνεται – και τελικά τα άτομα απομακρύνονται και ψυχραίνονται.

    Αν, λοιπόν, θέλουμε να χτίζουμε ουσιαστικές σχέσεις και να διορθώνουμε τα πράγματα που δεν πηγαίνουν καλά, είναι απαραίτητο να μάθουμε να επικοινωνούμε αληθινά και λειτουργικά. Τα «μυστικά» της επιτυχημένης επικοινωνίας θα τα μοιραστούμε σε επόμενο άρθρο με τίτλο: Επιτυχημένη Επικοινωνία Μέρος ΙΙ.

  • Ανοιξιάτικη μελαγχολία

    Ανοιξιάτικη μελαγχολία

    Παρά τα διαρκή σκαμπανεβάσματα του καιρού φέτος, η αλήθεια είναι ότι βρισκόμαστε στην καρδιά της άνοιξης. Η άνοιξη είναι μια υπέροχη εποχή που συνοδεύεται από μυρωδάτα λουλούδια, ήπιο καιρό, και άφθονο φως.

    Την άνοιξη οι άνθρωποι βγαίνουν περισσότερο, δουλεύουν λιγότερο (εκτός από όσους δίνουν εξετάσεις), και κάνουν σχέδια για το καλοκαίρι. Δυστυχώς όμως η άνοιξη είναι επίσης η εποχή που συχνά συνδέεται με μια μελαγχολική διάθεση, ακόμα και μια καταθλιπτική διάθεση, που κάποιοι ονομάζουν «ανοιξιάτικη μελαγχολία ή ανοιξιάτικη κατάθλιψη».

    Πολλοί άνθρωποι την άνοιξη νιώθουν πιο «βαρείς», πιο δύσθυμοι ή μελαγχολικοί, ορισμένοι μάλιστα βιώνουν συμπτώματα όπως άγχος, δυσκολίες ύπνου ή αϋπνία, ευερεθιστότητα, αυξημένη αίσθηση ζέστης κατά τη διάρκεια της νύχτας, άγχος, κα. Σε κάποιες περιπτώσεις, τα συμπτώματα είναι τόσο σοβαρά ώστε να μιλάμε για ανεστραμμένη εποχική κατάθλιψη (Reversed Seasonal Affective Disorder, RSAD) ή καλοκαιρινή κατάθλιψη (Summer SAD), οπότε ενδέχεται να υπάρχει έντονο αίσθημα ενοχής, απόγνωση, και ψυχοσωματικά συμπτώματα.

    Στην περίπτωση που κάποιος βιώνει τόσο σοβαρά συμπτώματα χρειάζεται σίγουρα βοήθεια από γιατρό ή ψυχολόγο για να τα διαχειριστεί. Εδώ επομένως δεν θα μας απασχολήσει η ανεστραμμένη εποχική κατάθλιψη, η οποία έτσι κι αλλιώς αφορά σε μικρό μέρος του πληθυσμού, αλλά η «απλή» ανοιξιάτικη μελαγχολία την οποία νιώθουν πολλοί άνθρωποι την άνοιξη.

    Η αλήθεια είναι ότι η ανοιξιάτικη μελαγχολία γίνεται χειρότερη επειδή μοιάζει παράλογη. «Πώς είναι δυνατόν να αισθάνομαι τόσο άσχημα όταν όλα γύρω είναι τόσο όμορφα;» μπορεί να αναρωτιέστε αν αισθάνεστε έτσι. Η μελαγχολική διάθεση μοιάζει τελείως αντίθετη από τον καλό καιρό και την ομορφιά της άνοιξης – και γι’ αυτό γίνεται πιο ανεξήγητη και λιγότερο ανεκτή. Πολλοί άνθρωποι μάλιστα θυμώνουν με τον εαυτό τους γιατί αντί να χαρεί την ομορφιά, γκρινιάζει και δυσθυμεί.

    Ωστόσο, υπάρχουν πολλοί λόγοι που έχουν συνδεθεί με την ανοιξιάτικη μελαγχολία και πιθανώς την εξηγούν.

    Οι αλλεργίες: την άνοιξη εκδηλώνονται αλλεργίες που ταλαιπωρούν πολύ ορισμένους ανθρώπους, επιδεινώνοντας τη διάθεσή τους, πιθανώς και λόγω της φλεγμονής.

    Μεταβολές στις περιβαλλοντικές συνθήκες: την άνοιξη έχει περισσότερη ζέστη, περισσότερη υγρασία, περισσότερο φως, μεγαλύτερες ημέρες. Όλα αυτά επηρεάζουν τους βιολογικούς μας ρυθμούς και το πρόγραμμά μας.

    Επιδείνωση του ύπνου: Επειδή η μέρα διαρκεί περισσότερο, τείνουμε να κοιμόμαστε αργότερα, και συνεπώς λιγότερο, και χειρότερα, πράγμα που επηρεάζει την ενεργητικότητα και τη διάθεσή μας.

    Αλλαγές στο πρόγραμμα: οι αλλαγές στις συνθήκες και στους βιολογικούς ρυθμούς επηρεάζουν το πρόγραμμά μας και αυτό με τη σειρά του μας αποσυντονίζει. Γενικά, το σταθερό πρόγραμμα βοηθάει πολύ στην αντιμετώπιση της κατάθλιψης, και αντίστοιχα οι αλλαγές στο πρόγραμμα επιδεινώνουν την κακή ψυχολογική κατάσταση.

    Κούραση: την άνοιξη πολλές φορές μας «βγαίνει» η κούραση του χειμώνα. Μετά από μήνες ολόκληρους με πίεση και σκληρή δουλειά, είναι φυσικό στο τέλος της άνοιξης και στις αρχές του καλοκαιριού να νιώθουμε εξουθενωμένοι και να μην έχουμε διάθεση για τίποτα.

    Απολογισμός του χειμώνα: για πολλούς η άνοιξη σηματοδοτεί το κλείσιμο του επαγγελματικού ή σχολικού έτους (Σεπτέμβριος μέχρι καλοκαίρι) και αυτό τους οδηγεί σε έναν απολογισμό που ενίοτε τους καταθλίβει. Ειδικά τον Μάιο, οπότε διάφορες αξιολογήσεις ή εξετάσεις γίνονται, πολλοί άνθρωποι νιώθουν άσχημα γιατί καταλήγουν σε δυσάρεστα συμπεράσματα: «δεν τα πήγα καλά φέτος, δεν πέτυχα τους στόχους μου, δεν έκανα αυτά που είχα αποφασίσει στην αρχή της χρονιάς», κλπ.

    Υψηλές προσδοκίες: την άνοιξη είναι σαν να «πρέπει» να απολαμβάνουμε την ομορφιά, να νιώθουμε πιο ωραία, να κάνουμε σχέδια για το καλοκαίρι. Οπότε όταν αντί να νιώθουμε υπέροχα, νιώθουμε άσχημα, αυτό προκαλεί σύγχυση και απογοήτευση.

    Σχέδια για καλοκαίρι: καθώς το καλοκαίρι πλησιάζει, οι περισσότεροι κάνουν κάποια σχέδια. Αυτό ωστόσο προκαλεί μελαγχολία σε όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν ευχάριστα σχέδια (πιθανώς γιατί δεν θα έχουν άδεια, δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα, ή δεν έχουν την κατάλληλη παρέα). Η επίγνωση ότι «οι άλλοι σχεδιάζουν υπέροχες διακοπές κι εγώ δεν μπορώ να σχεδιάσω τίποτα ωραίο» χαλάει τη διάθεση σε πολλούς ανθρώπους.

    Άγχος για εικόνα/εμφάνιση: η ανησυχία σχετικά με το πώς θα φαίνονται με μαγιό κάνει πολλούς ανθρώπους να υποφέρουν την άνοιξη και να μισούν το καλοκαίρι.

    Αν λοιπόν, αντί να χαίρεστε το φως και την ομορφιά γύρω σας, τι μπορείτε να κάνετε για να νιώσετε καλύτερα;

    • Κατ’ αρχήν, συνειδητοποιήστε ότι δεν είστε οι μόνοι. Μοιραστείτε την κακή σας διάθεση ή τις αγχωτικές σκέψεις σας με τους ανθρώπους γύρω σας.
    • Αποδεχθείτε ότι μερικές φορές νιώθουμε άσχημα στη ζωή (ακόμα κι αν έξω είναι υπέροχα, ακόμα κι αν δεν μας έχει συμβεί κάτι κακό) – και το αντέχουμε. Θα περάσει.
    • Αποφασίστε να είστε καλοί με τον εαυτό σας: φερθείτε του με συμπάθεια, με καλοσύνη, φροντίστε τον.
    • Περιορίστε την αυτοκριτική. Αν νομίζετε ότι έχετε κάνει κάτι λάθος, ή αν απογοητεύεστε γιατί δεν πετύχατε κάποιο στόχο, καθήστε μια ημέρα, αναλύστε τι έγινε, ρωτήστε τη γνώμη άλλων, και καταλήξετε στα συμπεράσματά σας. Στη συνέχεια, πείτε «τελείωσα με την αυτοκριτική μου. Τώρα δεν θα το ξανασκεφτώ».
    • Διορθώστε ό,τι μπορείτε να διορθώσετε. Αν νομίζετε πως μπορείτε να διορθώσετε ή να βελτιώσετε κάτι σε σχέση με ό,τι έχετε κάνει αυτό τον χειμώνα, κάντε το.
    • Αποδεχθείτε αυτό που δεν μπορείτε να διορθώσετε. Πείτε «ό,τι έγινε, έγινε. Αυτά μπόρεσα να κάνω. Του χρόνου θα τα καταφέρω καλύτερα». Και μετά σταματήστε να το σκέφτεστε.
    • Τονίστε στον εαυτό σας ότι αυτό που μετράει είναι αυτό που ζείτε και όχι αυτό που βλέπουν οι άλλοι. Δεν αξίζει να στερείτε από τον εαυτό σας την ευκαιρία να περάσει καλά, ή ακόμα και να τον βασανίζετε, από το φόβο τι θα σκεφτούν οι άλλοι όταν θα σας δουν με μαγιό.
    • Κάντε μια λίστα με πράγματα που έχετε κάνει καλά μέχρι τώρα ή για τα οποία νιώθετε περήφανοι.
    • Κάντε μια λίστα με πράγματα ευχάριστα ή εποικοδομητικά που μπορείτε να κάνετε το καλοκαίρι (ακόμα κι αν δεν είναι οι τέλειες διακοπές!)

    Αν όλα αυτά δεν βοηθήσουν, ε τότε…κάντε υπομονή. Άνοιξη είναι – θα περάσει!!!

    Σοφία Ανδρεοπούλου, ΜSc Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος

  • Διαφωνούμε – και αυτό είναι καλό! Η διαφωνία και τι μπορεί να μας προσφέρει

    Διαφωνούμε – και αυτό είναι καλό! Η διαφωνία και τι μπορεί να μας προσφέρει

    Τα τελευταία χρόνια παρατηρώ μια όλο και μεγαλύτερη δυσκολία των ανθρώπων να αντέξουν τη διαφωνία! Πάντα ως λαός νομίζω πως δυσκολευόμασταν στην ορθολογική συζήτηση/αντιπαράθεση, αλλά έχω την εντύπωση πως η δυσκολία μας αυτή διαρκώς μεγαλώνει.

    Μοιάζουμε όλοι να μην αντέχουμε καμία διαφωνία, καμία διαφορετική άποψη. Ενώ η διαφωνία είναι φυσική ανάμεσα σε διαφορετικούς ανθρώπους και πολύ χρήσιμη, εμείς την αντιμετωπίζουμε σαν να είναι προσβολή στο πρόσωπό μας ότι κάποιος άλλος βλέπει ένα θέμα με διαφορετική ματιά και καταλήγει σε διαφορετικά συμπεράσματα.

    Αρκεί ένας σύντομος περίπατος στο διαδίκτυο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να επιβεβαιώσετε ότι η παρατήρηση αυτή έχει μεγάλη δόση αλήθειας. Παντού θα βρείτε αρνητικά σχόλια, πολλά μάλιστα χυδαία, βίαια, ή απειλητικά για κάποια άποψη που κάποιος διατύπωσε. Κάποτε μου φαινόταν διασκεδαστικό να διατρέχω τα σχόλια που κάνουν κάποιοι για τα σχόλια που έκαναν κάποιοι άλλοι για κάτι που κάποτε έγραψε κάποιος τρίτος! Τώρα πια μου φαίνεται εμετικό!

    Άνθρωποι βρίζουν και απειλούν άλλος ανθρώπους που δεν τους γνωρίζουν καθόλου μόνο και μόνο επειδή διαφωνούν με μια θέση τους. Και αυτό συμβαίνει σε όλα τα επίπεδα και τις ηλικίες: έφηβοι, γονείς, καθηγητές πανεπιστημίου, επιστήμονες, νοικοκυρές, άνεργοι, πολιτικοί «αριστεροί» και πολιτικοί «δεξιοί», η Εκκλησία και διάφοροι ιερείς – αντιδρούν συχνά χυδαία ή βίαια σε αγνώστους που δεν τους έχουν βλάψει με κανέναν τρόπο μόνο και μόνο επειδή έχουν άλλη άποψη.

    Τελικά, φοβάμαι ότι πολλοί άνθρωποι όταν μιλούν για αποδοχή της διαφορετικότητας και συμπερίληψη την εννοούν μονόπλευρα. Εννοούν «εσύ πρέπει να με αποδεχτείς και να με συμπεριλάβεις – εγώ δεν πρέπει να σε αποδεχτώ και να σε συμπεριλάβω. Αν εσύ δεν με αποδέχεσαι, είσαι φανατικός, ακραίος, παράλογος, μισαλόδοξος. Αν εγώ δεν σε αποδέχομαι, είμαι λογικός, δίκαιος, και απλώς αντιδρώ γιατί βλέπω το λάθος σου».

    Οπότε αυτό που βλέπουμε γύρω μας είναι δύο κατηγορίες ανθρώπων: κάποιοι (που δεν αντέχουν τη διαφωνία) διατυπώνουν πολύ έντονα τις απόψεις τους και ενδέχεται να φτάσουν μέχρι την απειλή και την εξύβριση. Άλλοι (που δεν θέλουν να τσακωθούν με τους πρώτους) απλώς κάνουν γαργάρα την άποψή τους και σταματούν να υποστηρίζουν τις θέσεις τους (ή τα δικαιώματά τους!) για να αποφύγουν τη σύγκρουση.

    Αυτή όμως η κατάσταση δεν ωφελεί καθόλου ούτε την κοινωνία, ούτε τις σχέσεις μας, ούτε την προσωπική μας ανάπτυξη. Είναι φυσικό να υπάρχουν διαφωνίες και δεν θα έπρεπε να το βλέπουμε αυτό σαν μια απειλή. Είμαστε όλοι διαφορετικοί με διαφορετικά βιώματα, διαφορετικά συμφέροντα, διαφορετικές απόψεις. Η διαφωνία δεν μας ακυρώνει, δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι ένας από τους δύο πρέπει να έχει άδικο. Μπορεί να σημαίνει απλώς ότι βλέπουμε το θέμα από διαφορετική οπτική γωνία. Και αυτό είναι χρήσιμο για να δούμε και οι δύο το θέμα πιο σφαιρικά και ίσως να βρούμε καλύτερο τρόπο διαχείρισής του. Η διαφωνία λοιπόν έχει πολλά οφέλη και δεν θα έπρεπε να την αποφεύγουμε.

    Η διαφωνία με κάποιον όταν τον/την ακούμε και μας ακούει:

    •  Μας βοηθάει να καταλάβουμε καλύτερα ο ένας τον άλλο – επομένως η σχέση μας γίνεται πιο στενή.
    • Μπορεί να κάνει τη σχέση πιο ενδιαφέρουσα. Σκεφθείτε πόσο βαρετό είναι α μιλάς με κάποιον με τον οποίο συμφωνείτε σε όλα. Τελικά, δεν θα έχετε τι να πείτε.
    • Αναπτύσσει τον καθένα μας χωριστά σε επίπεδο πνευματικό.
    • Δίνει και στους δύο πληροφορίες που ίσως δεν γνωρίζαμε ή επιχειρήματα που δεν είχαμε σκεφτεί
    • Διευρύνει την οπτική μας πάνω στο συγκεκριμένο θέμα και μας βοηθάει να το δούμε πιο σφαιρικά.
    • Διορθώνει την άποψή μας, αν τελικά πειστούμε για την ορθότητα της άποψης του συνομιλητή μας.
    • Βελτιώνει τα επιχειρήματά μας καθώς ακούσαμε τα επιχειρήματα του άλλου και προσπαθήσαμε να τα αντικρούσουμε.
    • Βοηθάει να καταλήξουμε σε «λύσεις» που να γίνουν πιο εύκολα αποδεκτές από όλους.

    Η διαφωνία, τόσο μέσα στις σχέσεις μας όσο και σε ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο είναι κάτι πολύ χρήσιμο και πρέπει πια να το αποδεχτούμε.

    Αν θέλουμε να διαφωνούμε με παραγωγικό τρόπο και να κάνουμε χρήσιμες τις διαφωνίες μας θα έπρεπε:

    • Να θυμόμαστε και να θυμίζουμε στον συνομιλητή μας ότι τον/τη σεβόμαστε και αποδεχόμαστε ότι μπορεί να διαφωνούμε.
    • Να πείσουμε τον εαυτό μας ότι η διαφορετική άποψη του συνομιλητή δεν μας μειώνει, δεν μας απειλεί, δεν μας ακυρώνει. Αντίθετα, ότι είναι χρήσιμη και είναι καλό να την ακούσουμε και να τη συζητήσουμε.
    • Να θυμίζουμε συνέχεια στον εαυτό μας ότι δεν έχουμε στόχο να επιβάλλουμε τη δική μας άποψη αλλά να συζητήσουμε με τον συνομιλητή μας.
    • Να δεχτούμε ότι στο τέλος της συζήτησης μπορεί να συνεχίσουμε να διαφωνούμε – και δεν πειράζει.
    • Να ακούμε τον συνομιλητή μας χωρίς να διακόπτουμε.
    • Να διατυπώνουμε την άποψή μας με αυτοσυγκράτηση και ηρεμία
    • Να μην βρίζουμε, προσβάλλουμε ή μειώνουμε τον συνομιλητή μας ή τις απόψεις του.
    • Να μην χρησιμοποιούμε υπερβολικές ή απόλυτες εκφράσεις όπως: πάντα, ποτέ, κλπ., ούτε να βάζουμε ταμπέλες.

    Αυτή η προεκλογική περίοδος είναι μια θαυμάσια ευκαιρία για να εξασκηθούμε στην παραγωγική διαφωνία. Αντί να καυγαδίζουμε ή να αποφεύγουμε τη συζήτηση για να μην καυγαδίσουμε, προτείνω να δοκιμάσουμε να συζητήσουμε ανοιχτά και με θετικό τρόπο για τα πράγματα που διαφωνούμε, να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλο, και ίσως να συνθέσουμε τις απόψεις μας. Αυτό πραγματικά θα μας εξελίξει σαν άτομα αλλά και σαν κοινωνία!

    Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος

     

  • Η Ανάσταση – και η Ελπίδα!

    Η Ανάσταση – και η Ελπίδα!

    Χαίρομαι πάντα όταν πλησιάζει το Πάσχα – όχι μόνο γιατί θα έχω διακοπές, αλλά κυρίως λόγω της Ανάστασης. Η ιδέα της Ανάστασης μου ζεσταίνει την καρδιά γιατί για μένα συμβολίζει την ελπίδα.

    Με την Ανάσταση φαίνεται πως υπάρχει συνέχεια σε κάτι που δείχνει αρχικά να είναι το τέλος, πως υπάρχει διέξοδος από το αδιέξοδο, πως υπάρχει ελπίδα εκεί που φαινόταν ότι υπήρχε μόνο απελπισία.

    Για τους Ορθόδοξους Χριστιανούς η Ανάσταση είναι πολύ σημαντική. Ωστόσο, νομίζω πως άσχετα από θρησκευτικές πεποιθήσεις, ακόμα και για κάποιον που δεν είναι Χριστιανός ή που δεν είναι καθόλου θρησκευόμενος, η Ανάσταση θα έπρεπε να είναι μια σημαντική ημέρα, μια ημέρα που θα έπρεπε όλοι να τιμούμε γιατί συμβολίζει την ελπίδα. Την ελπίδα πως μπορεί να υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ, πως μπορεί η χαρά να νικήσει τη θλίψη, η Ζωή να νικήσει τον Θάνατο.

    Η ελπίδα συνδέεται στενά με την αισιοδοξία καθώς θα λέγαμε ότι αισιοδοξία είναι να ελπίζεις ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε καλύτερα ακόμα κι αν αυτή τη στιγμή δεν πάνε καλά. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αισιοδοξία είναι ένας τρόπος σκέψης που γεννάει την ελπίδα, και η ελπίδα είναι η δύναμη που μας βοηθάει να επιβιώνουμε.

    Σκεφθείτε το – κανείς δεν μπορεί να επιβιώσει αν δεν ελπίζει. Στην πραγματικότητα, νομίζω ότι δεν υπάρχει πραγματικά απαισιόδοξος άνθρωπος, άνθρωπος που δεν έχει καμία ελπίδα. Γιατί αν κάποιος πράγματι περιμένει μόνο το άσχημο και δεν ελπίζει ότι θα το αποφύγει, τότε θα ήταν πολύ δύσκολο να επιβιώσει.

    Ουσιαστικά, όλοι είμαστε αισιόδοξοι και έχουμε ελπίδα , αλλιώς δεν θα μπορούσαμε να ζήσουμε. Ξέρουμε ότι η ζωή είναι γεμάτη απρόβλεπτα συμβάντα, ατυχίες, αδικίες, και καταστροφές. Ωστόσο, ελπίζουμε ότι θα αποφύγουμε μερικά από αυτά και ότι θα μας συμβούν κάποια καλά πράγματα – και έτσι συνεχίζουμε να ζούμε.

    Όταν παίρνω το αυτοκίνητό μου για να πάω στη δουλειά ενώ ξέρω ότι υπάρχουν πιθανότητες να μου συμβεί κάποιο τροχαίο, αυτό δεν δείχνει ελπίδα; Όταν παντρεύομαι ενώ ξέρω ότι τρεις στους τέσσερις γάμους διαλύονται, αυτό δεν δείχνει ελπίδα; Όταν καπνίζω ενώ ξέρω ότι είναι πολύ βλαβερό, αυτό δεν δείχνει ελπίδα (παρότι εδώ η ελπίδα καταλήγει να με ωθεί σε λάθος συμπεριφορά);

    Ωστόσο, συχνά, η βαθύτερη αυτή αισιοδοξία και ελπίδα κρύβονται κάτω από στρώσεις αρνητισμού. Εξωτερικά πολλοί άνθρωποι λειτουργούν σαν να περιμένουν πάντα το χειρότερο, σαν να είναι σε απόγνωση, σαν να μην υπάρχει καμία ελπίδα. Αυτή η στάση όμως μόνο κακό κάνει. Όταν κολλάει στο μυαλό μου ότι κάτι που κάνω θα πάει στραβά, τότε δεν προετοιμάζομαι καλύτερα γι’ αυτό – αντίθετα, εξουθενώνω τον εαυτό μου, τον μπερδεύω, και τον κάνω να μην μπορεί να αντιμετωπίσει ορθολογικά την κατάσταση.

    Αντίθετα, η αισιόδοξη στάση είναι πολύ πιο καλή για την ψυχική μου υγεία αλλά και για τις εξωτερικές μου επιδόσεις και αντιδράσεις. Διάφορες έρευνες δείχνουν ότι η αισιοδοξία μειώνει σημαντικά τις πιθανότητες να πάθει κανείς κατάθλιψη, να υποφέρει από κάποια αγχώδη διαταραχή, και να έχει ψυχοσωματικά προβλήματα. Είναι εύλογο ότι αν σκέφτομαι διαρκώς πως τα πράγματα θα εξελιχθούν άσχημα, νιώθω πιο ανήμπορη, πιο απελπισμένη και τελικά όλα μου φαίνονται πιο μαύρα. Αντίθετα, αν ακόμα και στις άσχημες στιγμές καταφέρνω να διατηρώ μια πιο αισιόδοξη στάση, τότε η ελπίδα ότι μπορούν τα πράγματα να βελτιωθούν θα με κάνει να νιώθω καλύτερα αλλά και θα με κινητοποιεί ώστε να κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να βελτιωθεί η κατάσταση.

    Επιπλέον, οι άνθρωποι που καταβάλουν προσπάθεια για να πετύχουν κάτι έχοντας μια αισιόδοξη στάση έχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες να το πετύχουν από εκείνους που έχουν απαισιόδοξη στάση. Κι αυτό είναι λογικό γιατί ο άνθρωπος που προσπαθεί να πετύχει κάτι ενώ ταυτόχρονα πιστεύει πως δεν θα το καταφέρει υπονομεύει τον εαυτό του και δεν αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες του. Αντίθετα, η πεποίθηση ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε καλά, βοηθάει τον άνθρωπο να νιώθει καλύτερα, να λειτουργεί καλύτερα και τελικά να πετυχαίνει περισσότερα.

    Η αισιόδοξη αυτή στάση είναι κάτι που μπορούμε να επιλέξουμε να αποκτήσουμε. Δεν είναι πραγματικά δύσκολο γιατί όλοι μας βαθιά μέσα μας έχουμε μια τάση προς την ελπίδα (όπως είδαμε πιο πάνω). Επομένως, αρκεί να καλλιεργήσουμε και να εκφράσουμε περισσότερο αυτή τη βαθύτερη αισιοδοξία μας.

    Ωστόσο, νομίζω πως πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να το κάνουν επειδή έχουν κάποιες προκαταλήψεις ως προς την αισιοδοξία και την ελπίδα καθώς υπάρχουν διάφορες παρανοήσεις σχετικά. Ας δούμε μερικές από αυτές:

    Παρανόηση: Είναι αφέλεια να πιστεύω ότι όλα θα πάνε καλά όταν βλέπω πόσα πράγματα δεν πάνε καλά.

    Σχόλιο: ισχύει, αλλά επίσης υπάρχουν και πολλά που πάνε καλά. Δεν ξέρεις κάθε φορά σε ποια κατηγορία θα βρεθείς, οπότε είναι καλύτερα να ελπίζεις ότι θα βρεθείς στην καλή περίπτωση.

    Παρανόηση: Είναι τοξική θετικότητα να εστιάζω στο θετικό όταν τόσα πράγματα είναι αρνητικά.

    Σχόλιο: Τοξική θετικότητα είναι όταν αρνείσαι το αρνητικό και κάνεις σαν να μην υπάρχει. Αισιοδοξία είναι όταν βλέπεις το αρνητικό, το βιώνεις, το αντιμετωπίζεις, και προσπαθείς να καλλιεργήσεις περισσότερο το θετικό.

    Παρανόηση: αν ελπίζω ότι όλα θα πάνε καλά, δεν προετοιμάζομαι για την περίπτωση που πάνε άσχημα.

    Σχόλιο: αυτό δεν ισχύει. Σκέφτομαι το αρνητικό ενδεχόμενο, προετοιμάζομαι για αυτό, και τελικά εστιάζω περισσότερο στην σκέψη ότι είναι πιθανό να πάνε όλα καλά.

    Παρανόηση: οι άνθρωποι που είναι αισιόδοξοι και γεμάτοι ελπίδα, βλέπουν το θετικό οπότε δεν προσπαθούν να βελτιώσουν το αρνητικό.

    Σχόλιο: αυτό είναι ξεκάθαρα λάθος. Τόσο εμπειρικά όσο και ερευνητικά καταδεικνύεται ότι η απαισιοδοξία κάνει τους ανθρώπους να μην παίρνουν ευθύνη για να βελτιώσουν τίποτα και να γίνονται παθητικοί. Αντίθετα, η αισιοδοξία και η ελπίδα παρακινούν τους ανθρώπους να αγωνίζονται για να βελτιώσουν τα πράγματα. Καμία ανατροπή, καμία επανάσταση δεν θα γινόταν ποτέ αν οι άνθρωποι που την ξεκίνησαν δεν είχαν την ελπίδα ότι μπορεί να τα καταφέρουν.

    Αισιοδοξία και ελπίδα δεν είναι να λέω μηχανικά «όλα θα πάνε καλά» ενώ βλέπω την καταστροφή. Είναι να λέω «όλα μπορούν να πάνε καλά και θα κάνω ό,τι μπορώ για να το πετύχω». Και αν τελικά δεν πάνε καλά, να καταφέρνω να συνέλθω και να συνεχίζω να ελπίζω και να προσπαθώ. Άλλωστε «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία»!

    Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος

  • H «λοίμωξη» της αρνητικότητας και πώς θα θωρακιστούμε απέναντι στον «ιό» που την προκαλεί!

    H «λοίμωξη» της αρνητικότητας και πώς θα θωρακιστούμε απέναντι στον «ιό» που την προκαλεί!

    Είναι άνοιξη –ιώσεις κυκλοφορούν γύρω μας και όλοι ανησυχούμε μήπως κολλήσουμε κάτι. Όμως, ξέρετε ποιος ιός από όλους είναι ο πιο επικίνδυνος για εμάς;

    Ποιος επηρεάζει μόνιμα την υγεία μας, χαλάει τις σχέσεις μας και συχνά καταστρέφει τη ζωή μας;
    Ο ιός της αρνητικότητας! Πρόκειται για έναν τρόπο σκέψης που λειτουργεί σαν ιός και μεταδίδεται από τον ένα στον άλλο κάνοντας μεγάλο κακό. Τι προκαλεί όμως ο ιός αυτός;

    Μας κάνει να εστιάζουμε στο αρνητικό και να το μεγεθύνουμε στο μυαλό μας, ενώ παράλληλα υποβαθμίζουμε ή αγνοούμε το θετικό. Μας ωθεί να κολλάμε στις άσχημες ειδήσεις, να φτιάχνουμε αρνητικά σενάρια για το μέλλον, να βλέπουμε πολύ περισσότερο τα ελαττώματα –των άλλων ή του εαυτού μας– από τα προτερήματα.
    Και τι νομίζετε ότι συμβαίνει όταν σκεφτόμαστε και λειτουργούμε βλέποντας τα όλα μαύρα; Απλούστατα, σταδιακά γίνονται όλα όλο και πιο μαύρα.

    Όταν δηλαδή: Σκέφτομαι αρνητικά – νιώθω αρνητικά – φέρομαι αρνητικά = έχω αρνητικά αποτελέσματα στη ζωή μου.

    Η αρνητικότητα βλάπτει τη διάθεσή μας, τις σχέσεις, τις επιδόσεις μας, ακόμα και την υγεία μας, καθώς το άγχος προκαλεί την έκκριση ορμονών που ρίχνουν την άμυνα του ανοσοποιητικού μου και επομένως γινόμαστε πολύ πιο ευάλωτοι σε άλλους ιούς και διαταραχές.
    Δυστυχώς, ο ιός της αρνητικότητας κυκλοφορεί παντού και μεταδίδεται πολύ εύκολα: από τα ΜΜΕ, από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από τις συζητήσεις με άλλους ανθρώπους. Αφού, λοιπόν, δεν μπορούμε να τον αποφύγουμε τελείως, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να θωρακιστούμε απέναντί του, να ενισχύσουμε τις εσωτερικές μας άμυνες, ώστε να αντιδράσουμε σε αυτόν όταν έρθουμε σε επαφή μαζί του.
    Πώς μπορούμε να ενισχύσουμε την εσωτερική μας άμυνα έναντι της αρνητικότητας; Μειώνοντας την έμφαση στο αρνητικό και αυξάνοντας την έμφαση στο θετικό.

    Ας αρχίσουμε με τρεις συνειδητοποιήσεις τις οποίες θα ήταν καλό να γράψουμε με μεγάλα γράμματα σε ένα χαρτί και να τις κολλήσουμε κάπου που να τις βλέπουμε συχνά.
    ✤ Η πραγματικότητα έχει πολλά στοιχεία, και αρνητικά και θετικά (οι περιπτώσεις που κάτι είναι μόνο αρνητικό είναι ευτυχώς λίγες). Το ζήτημα είναι πού θα εστιάσουμε περισσότερο.
    ✤ Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα είναι υποκειμενικός, ανάλογα με τα βιώματά μας. Το ίδιο πράγμα μπορεί σε εμάς να φαίνεται αρνητικό και σε έναν άλλο θετικό.
    ✤ Μπορούμε να επιλέξουμε και να εκπαιδεύσουμε τον εαυτό μας να εστιάζει περισσότερο στο θετικό. Πώς μπορούμε να αλλάξουμε την εστίαση του νου μας και να ενισχύσουμε το θετικό; Κατά κάποιο τρόπο, είναι σαν να πρέπει να εγκαταστήσουμε στο μυαλό μας ένα νέο πρόγραμμα, μια νέα εφαρμογή. Για να το κάνουμε αυτό θέλει προσπάθεια και χρόνο –αλλά μπορεί να γίνει. Η μαγική λέξη γι’ αυτό είναι η επανάληψη. Μόνο με τη διαρκή και συστηματική επανάληψη θα εκπαιδεύσουμε το μυαλό μας να εστιάζει περισσότερο στο θετικό. Ας δούμε μερικές ιδέες:
    ✤ Περιορισμός αρνητικότητας: λιγότερη επαφή με άσχημες ειδήσεις, αρνητικά σχόλια, καταστροφολογία κ.λπ. Οριοθετήστε τον εαυτό σας σχετικά με το πόση ώρα ασχολείται με ειδήσεις, πόσο συζητάει για καταστροφές κ.λπ. Αποφύγετε συζητήσεις με ανθρώπους που είναι συνέχεια αρνητικοί ή γκρινιάζουν.
    ✤ «Βρες το θετικό»: βάλτε στον εαυτό σας την πρόκληση να προσπαθεί να βρίσκει το θετικό –ή έστω το λιγότερο αρνητικό– στην καθημερινότητα. Για παράδειγμα, δεν έρχεται ένας πελάτης σας στο ραντεβού σας –αντί να γκρινιάξετε πόσο ασυνεπής είναι, πείτε «τώρα έχω μια ώρα ελεύθερη να χαλαρώσω λίγο».
    ✤ Ημερολόγιο θετικών: κάθε βράδυ να γράφετε τρία θετικά πράγματα που βιώσατε μέσα στην ημέρα. Προσπαθήστε να εντοπίσετε τι θα μπορούσε να θεωρηθεί θετικό, ακόμα κι αν εσείς δεν το ευχαριστηθήκατε.
    Δοκιμάστε να εφαρμόσετε τα παραπάνω συστηματικά για αρκετό καιρό και θα δείτε –το μυαλό σας θα αρχίσει από μόνο του να στρέφεται περισσότερο στο θετικό, οπότε θα νιώθετε καλύτερα και θα ζείτε καλύτερα.

    Σοφία Ανδρεοπούλου, Ψυχολόγος, Παιδοψυχολόγος, Ψυχοθεραπεύτρια

    Άρθρο από το περιοδικό Women in Business & Science, τεύχος Απριλίου 2023

  • Υπάρχει τοξική θετικότητα;

    Υπάρχει τοξική θετικότητα;

    Την πρώτη φορά που άκουσα τη φράση «τοξική θετικότητα», δεν σας κρύβω ότι θύμωσα. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ακόμα και στην θετικότητα κάποιοι απέδιδαν μια αρνητική χροιά. Μου φαινόταν σαν ένα επιχείρημα υπερ της αρνητικότητας.

    Βασικά, μου φαινόταν σαν ένα κακόγουστο αστείο. Για πολλά χρόνια προσπαθούσα (και προσπαθώ ακόμα) να πείσω τους ανθρώπους να εστιάζουν περισσότερο στο θετικό. Και τώρα θα μου πει κάποιος ότι το έχω παρακάνει, ότι η θετικότητά μου είναι τοξική; Δηλαδή, σκεφτόμουν, θα έρχεται ένας θεραπευόμενός μου, θα γκρινιάζει με τις ώρες, και αν εγώ πάω να του πω «δες το θετικό», θα μου λέει «αυτό είναι τοξική θετικότητα»;;;;

    Όχι, φώναζα (από μέσα μου, βέβαια! Δεν θα ήταν ωραίο να με περάσουν και για τρελή, σωστά;). ΟΧΙ. Η θετικότητα δεν είναι ποτέ τοξική. Η θετικότητα είναι το καλύτερο πράγμα που υπάρχει και δεν μπορεί να έχει καμία αρνητική επίπτωση.

    Ωστόσο, όταν ηρέμησα λίγο, άρχισα να το σκέφτομαι. Υπάρχει περίπτωση η θετικότητα να έχει αρνητική επίδραση, αναρωτήθηκα. Πότε θα μπορούσε να είναι άσχημο το να βλέπω κάτι θετικά;

    Πράγματι, αν «θετικότητα» σημαίνει να μην αφήνουμε χώρο για τα αρνητικά συναισθήματα, τότε αυτό είναι στ’ αλήθεια βλαβερό. Αναμφίβολα είναι λάθος να πνίγουμε τα δυσάρεστα συναισθήματά μας ή να μην δίνουμε την ευκαιρία στους άλλους να εκφράσουν τα δικά τους δυσάρεστα συναισθήματα. Και αυτό πράγματι συμβαίνει όταν κάποιος έχει αυτή την επιφανειακά θετική στάση που ονομάζεται πια «τοξική θετικότητα».

    Η τοξική θετικότητα είναι η άποψη ότι όσο δύσκολη και να είναι μια κατάσταση, οι άνθρωποι πρέπει να διατηρούν πάντοτε θετική νοοτροπία, πρέπει να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν τα πάντα με χαμόγελο και θετικότητα. Αυτό βέβαια συχνά οδηγεί σε μια απώθηση ή αποφυγή των δυσάρεστων συναισθημάτων, σε μια απόκρυψη των δυσάρεστων καταστάσεων. Πολλοί άνθρωποι, προκειμένου να διατηρήσουν μια επιφανειακά ευχάριστη εικόνα, θα κρυφτούν πίσω από το δαχτυλάκι τους και θα αποφύγουν να εκφράσουν οτιδήποτε δυσάρεστο. Αυτό συχνά καταλήγει σε μια επίπλαστη εικόνα, σε επιδερμικές σχέσεις, σε μια νευρωτική προσπάθεια να διατηρηθεί αυτή η επίπλαστη θετική εικόνα. Με αυτή την έννοια, η τοξική θετικότητα συνδέεται με την άρνηση και την απώθηση – είναι ένας μηχανισμός άμυνας, ένας τρόπος για να αποφύγουμε τα αληθινά συναισθήματα, τα δικά μας και των άλλων.

    Οι άνθρωποι που επιδίδονται στην τοξική θετικότητα, αποφεύγουν να επεξεργαστούν αυτό που νιώθουν και αποφεύγουν να ακούσουν αυτό που οι άλλοι νιώθουν. Έτσι όμως, αφενός τα συναισθήματα αυτά φουντώνουν και αφετέρου, χάνεται όλη η λειτουργικότητα των συναισθημάτων. Γιατί τα συναισθήματα είναι μηχανισμοί πολύτιμοι για την επιβίωσή μας – και δεν θα έπρεπε να τα αγνοούμε. Ο θυμός, ο φόβος, όλα τα «δυσάρεστα» συναισθήματα μας δείχνουν ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά, και μας προετοιμάζουν για να δράσουμε. Αν, επομένως, τα αγνοούμε ή τα «κουκουλώνουμε» τότε δεν δρούμε – και η κατάσταση στη ζωή μας πιθανότατα θα χειροτερέψει.

    Ας υποθέσουμε ότι η Μαρία δουλεύει σε μια εταιρεία και έχει μια συνάδελφο που διαρκώς την υπονομεύει επειδή θέλει εκείνη να πάρει προαγωγή και όχι η Μαρία. Αν η Μαρία δει την αλήθεια και νιώσει θυμό, ο θυμός θα την ωθήσει να κάνει κάτι για να αντιμετωπίσει την κατάσταση – και επομένως, είτε η συνάδελφος θα σταματήσει να την υπονομεύει, είτε η Μαρία θα βρει τρόπο να εξουδετερώσει τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς της συναδέλφου πάνω της.

    Τι θα συμβεί όμως αν η Μαρία δεν νιώσει θυμό, αν αποφύγει το δυσάρεστο συναίσθημα με λίγη «τοξική θετικότητα»; Τότε, μόλις αρχίσει να ενοχλείται, θα πει στον εαυτό της: «μη δίνεις σημασία – όλα καλά! Να είσαι ευγνώμων που έχεις δουλειά και να μην θυμώνεις για ασήμαντα πράγματα». Έτσι, προσωρινά πράγματι θα ηρεμήσει. Όμως δεν θα αντιμετωπίσει την κατάσταση. Η συνάδελφος θα συνεχίσει να την υπονομεύει και στο τέλος ενδέχεται να της φάει και την προαγωγή.

    Ένα άλλο παράδειγμα τοξικής θετικότητας είναι οι κλισέ φράσεις δήθεν παρηγοριάς που πολλοί άνθρωποι λένε στους άλλους για να τους βοηθήσουν να νιώσουν καλύτερα. Ο Γιάννης έχασε τη δουλειά του και πέρασε μια πολύ δύσκολη περίοδο όπου ένιωθε πολύ άσχημα για τον εαυτό του. Οι φίλοι του, αντί να προσπαθήσουν να τον ακούσουν και να του δείξουν ότι είναι εκεί για εκείνον, προσπάθησαν να τον παρηγορήσουν με τόνους από τοξική θετικότητα. Καθημερινά τον βομβάρδιζαν με φράσεις-κλισέ που απλώς τον έκαναν να νιώθει χειρότερα: «καλύτερα, ποτέ δεν σου άρεσε αυτή η δουλειά έτσι κι αλλιώς», «μην το βλέπεις σαν αποτυχία αλλά σαν ευκαιρία», «κάθε κρίση είναι μια ευκαιρία», «μείνε θετικός για να προσελκύσει θετική ενέργεια»!

    Μπορεί όλα αυτά να τα έλεγαν με καλή πρόθεση, αλλά το αποτέλεσμα δεν ήταν καθόλου καλό για τον Γιάννη, ο οποίος ένιωθε άσχημα που ένιωθε άσχημα μετά από τόσες προσπάθειες των φίλων του. Η τοξική θετικότητα κάνει τον άνθρωπο που την εισπράττει να νιώθει ενοχές που νιώθει άσχημα, να νιώθει ότι είναι αγνώμων και αχάριστος – συχνά μάλιστα φοβάται ότι μπορεί να τιμωρηθεί γι’ αυτό!

    Βέβαια, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι: το πρόβλημα σε όλα αυτά δεν είναι η θετικότητα – το πρόβλημα είναι η αποφυγή των συναισθημάτων. Αν μπορούμε να αποδεχτούμε και να εκφράσουμε ΟΛΑ τα συναισθήματά μας, ευχάριστα και δυσάρεστα, αν μπορούμε να αποδεχτούμε και να ακούσουμε ΟΛΑ τα συναισθήματα των κοντινών μας προσώπων, ευχάριστα και δυσάρεστα, τότε είναι πολύ καλό να είμαστε θετικοί – και δεν κινδυνεύουμε καθόλου από τοξική θετικότητα.

    Το κλειδί είναι να δεχτούμε ότι ΟΛΑ τα συναισθήματα είναι πολύτιμα. Πρέπει να τα αντέχουμε, να τα μοιραζόμαστε, και να τα αξιοποιούμε. Όταν το κάνουμε αυτό, τότε είναι πολύ καλή ιδέα να είμαστε θετικοί, δηλαδή να προσπαθούμε να καταλήξουμε με μια όσο το δυνατόν πιο θετική αντίληψη για την κατάσταση. Η θετικότητα θα πρέπει να είναι η κατάληξη της διαδικασίας και όχι η αφετηρία της. Και τότε, είναι κάτι πολύτιμο που μας κάνει καλύτερη τη ζωή.

    Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc, Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος

  • Η υγεία μας και τα οφέλη της χαράς

    Η υγεία μας και τα οφέλη της χαράς

    Η υγεία είναι πολύ σημαντική για όλους. «Υγεία πάνω απ’ όλα» λένε συχνά. Και πολλοί αφιερώνουν χρόνο και χρήματα για να φροντίσουν την υγεία τους – σε γιατρούς, φάρμακα, εξετάσεις. Κι ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι ξεχνούν έναν παράγοντα εξαιρετικά σημαντικό για την υγεία: την ψυχολογική τους κατάσταση.

    Όχι μόνο η κοινή λογική, αλλά και πολλές επιστημονικές έρευνες καταδεικνύουν τη σχέση ανάμεσα στην ψυχολογική μας κατάσταση και τη σωματική μας υγεία. Όταν νιώθουμε άσχημα, εκκρίνονται στον εγκέφαλο ουσίες που επηρεάζουν τη λειτουργία του σώματος. Επιπλέον, το χρόνιο άγχος μειώνει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, πράγμα που μας καθιστά πιο ευάλωτους απέναντι σε διαφόρων ειδών παθήσεις.

    Η ψυχολογική μας κατάσταση, όμως, επηρεάζεται πολύ από τη στάση που έχουμε, από τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας, τους άλλους και την ίδια τη ζωή. Η στάση αυτή είναι μια εσωτερική οπτική γωνία που διαμορφώνεται στην παιδική μας ηλικία και συνήθως την κουβαλάμε αμετάβλητη σε όλη μας τη ζωή. Είναι σαν ένα φίλτρο που μας κάνει να βλέπουμε τον κόσμο με ένα ορισμένο τρόπο – αρνητικό ή θετικό.

    Ας μην ξεχνάμε πως σχεδόν στα πάντα υπάρχει και θετική και αρνητική πλευρά. Καθένας μας αποκτά νωρίς στη ζωή του την τάση να αντιλαμβάνεται περισσότερο, να δίνει μεγαλύτερη έμφαση στη μία από τις δύο αυτές πλευρές.

    Το άτομο που έχει αρνητική στάση ζωής, φοράει μαύρα γυαλιά και βλέπει πιο έντονα την αρνητική πλευρά στο καθετί, βλέπει το ποτήρι μισοάδειο. Τα μαύρα του γυαλιά τον κάνουν να αντιλαμβάνεται το χειρότετρο στο παρόν και να περιμένει το χειρότερο από το μέλλον. Από την άλλη μεριά, αν έχω μια θετική στάση, αντιλαμβάνομαι περισσότερο τη θετική πλευρά στα πάντα κι έτσι βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο. Τα εσωτερικά μου γυαλιά μού δείχνουν έναν καλύτερο κόσμο, έναν κόσμο στον οποίο συμβαίνουν καλά πράγματα, στον οποίο υπάρχουν θετικές εξελίξεις..

    Ο θετικός και ο αρνητικός άνθρωπος

    Ανάλογα με την εσωτερική τους στάση, λοιπόν, διακρίνουμε τους ανθρώπους σε θετικούς ή αρνητικούς.

    Ο αρνητικός άνθρωπος βλέπει κυρίως το πρόβλημα – ο θετικός τη λύση. Ο αρνητικός άνθρωπος βλέπει περισσότερο αυτό που του λείπει – ο θετικός αυτό που έχει. Ο αρνητικός άνθρωπος βλέπει τι μπορεί να πάει στραβά – ο θετικός τι μπορεί να πάει καλά.  Ο αρνητικός άνθρωπος βλέπει το κομμάτι που δεν λειτουργεί – ο θετικός αυτό που λειτουργεί.  Ο αρνητικός άνθρωπος βλέπει τι του έχουν κάνει – ο θετικός βλέπει τι μπορεί ο ίδιος να κάνει.

    ‘Ετσι τελικά ο θετικός άνθρωπος βιώνει λιγότερο αρνητικά τα άσχημα που του συμβαίνουν, συνέρχεται πιο γρήγορα και έχει μια δυναμική στάση που τον ωθεί να βρίσκει λύσεις. Καθώς νιώθει λιγότερα αρνητικά συναισθήματα και λιγότερο άγχος, έχει καλύτερη σωματική υγεία. ‘Εχει γενικά καλύτερη διάθεση, μεγαλύτερη ψυχική ανθεκτικότητα και λειτουργικότερες αντιδράσεις στα ερεθίσματα του περιβάλλοντος.

    Και όμως, η στάση ζωής αλλάζει: Το Παιχνίδι της Χαράς

    «Αλλάζει η στάση ζωής;», πιθανώς αναρωτιέστε. Αν συνειδητοποιήσω ότι είμαι αρνητικός άνθρωπος, τι μπορώ να κάνω για να αλλάξω τα γυαλιά με τα οποία βλέπω τον κόσμο;

    Ασφαλώς και αλλάζει, απαντούν οι ειδικοί. Η στάση ζωής είναι κάτι που έχω μάθει – όπως το έμαθα, μπορώ και να το «ξεμάθω». ‘Η, καλύτερα, μπορώ να μάθω κάτι άλλο, κάτι πιο λειτουργικό που θα συμπληρώσει αυτό που ήδη ξέρω. ‘Οπως «διδάχτηκα» από το περιβάλλον μου να βλέπω αρνητικά τα πράγματα, έτσι μπορώ να «διδάξω» τον εαυτό μου να τα βλέπει θετικά. Αρκεί να αποφασίσω να δουλέψω συστηματικά πάνω σε αυτό τον στόχο. Και υπάρχουν πολλοί τρόποι για να το κάνω αυτό – είτε μόνος μου, είτε με τη βοήθεια της ψυχοθεραπείας.

    ‘Ενας τρόπος που έχει λειτουργήσει πολύ για μένα, είναι το παιχνίδι της χαράς. Το παιχνίδι της χαράς -που το έπαιζε η Πολυάννα, η ηρωίδα ενός βιβλίου που διάβασα όταν ήμουν παιδί- είναι πολύ απλό: προσπαθείς σε καθετί που σου συμβαίνει να βρεις τη θετική πλευρά. Βλέπεις και βιώνεις την αρνητική πλευρά αλλά μετά εστιάζεις την προσοχή σου στη θετική. Έτσι βρίσκεις πάντα κάτι που θα σε παρηγορήσει και θα σου δώσει κάποια χαρά. 

    Παίρνεις, για παράδειγμα, μια κλήση για παράνομο παρκάρισμα και σκέφτεσαι «ευτυχώς που δεν μου πήραν τις πινακίδες.» ‘Ερχεται ένας τεράστιος ΕΝΦΙΑ και σκέφτεσαι «ευτυχώς που έχω σπίτι να μένω κι ας πληρώνω φόρους». Σε απολύουν από τη δουλειά και σκέφτεσαι «τώρα θα έχω περισσότερο χρόνο με το παιδί μου».

    Σας φαίνονται παρατραβηγμένα όλα αυτά; Κι όμως, δεν είναι. Είναι σκέψεις που κάποιοι άνθρωποι τις κάνουν, νιώθουν καλύτερα και διαχειρίζονται καλύτερα τη ζωή τους. Γιατί να μην τις κάνουμε κι εμείς;

    Ασφαλώς, θέλει χρόνο και επανάληψη για να λειτουργήσει το παιχνίδι της χαράς. Δείτε το σαν να μαθαίνετε μια ξένη γλώσσα. Αγοράστε ένα τετράδιο και όποτε συμβαίνει κάτι που σας αναστατώνει, προσπαθήστε να βρείτε κάτι θετικό ή έστω παρηγορητικό και να το σημειώσετε. Στην αρχή θα χρειαστεί να πιεστείτε πολύ για να βρείτε κάτι. Σταδιακά όμως, το μυαλό σας θα εκπαιδευτεί και θα αρχίσετε πραγματικά να αισθάνεστε τη διαφορά.

    Πιστέψτε με, αξίζει τον κόπο να κάνετε την προσπάθεια αυτή. Το Παιχνίδι της Χαράς θα σας βοηθήσει να ξεπεράσετε πιο γρήγορα τη θλίψη και την απογοήτευση. Θα μειώσει το άγχος σας και θα τονώσει έτσι το ανοσοποιητικό σας σύστημα. Θα βελτιώσει τις σχέσεις σας. Θα κάνει πιο ικανοποιητική τη ζωή σας και θα σας βοηθήσει να τη χαίρεστε περισσότερο. Είναι στο χέρι σας να επιλέξετε μια καλύτερη στάση. Στο κάτω κάτω «δεν έχει σημασία τι σου έχει κάνει η ζωή, αλλά τι κάνεις εσύ με αυτό που σου έχει κάνει».

    Σοφία Ανδρεοπούλου, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια

  • Απέτυχα – και δεν πειράζει! Ο φόβος της αποτυχίας και πώς θα τον ξεπεράσουμε!

    Απέτυχα – και δεν πειράζει! Ο φόβος της αποτυχίας και πώς θα τον ξεπεράσουμε!

    «Το άγχος φταίει! Μην αγχώνεσαι!» λένε όλο και πιο συχνά οι γιατροί στην εποχή μας. Φαίνεται πως το άγχος προκαλεί νέα προβλήματα στην υγεία μας, επιδεινώνει προϋπάρχοντα προβλήματα, και επιβραδύνει την αποθεραπεία μας.

    Και ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες στο άγχος, ένας από τους πιο συνηθισμένους λόγους που οι άνθρωπο αγχώνονται είναι ο φόβος της αποτυχίας και του λάθους. Πολύ συχνά, αγχωνόμαστε γιατί φοβόμαστε μήπως δεν καταφέρουμε κάτι, μήπως κάνουμε κάποιο λάθος, μήπως αποτύχουμε. Άλλωστε, ουσιαστικά αυτό είναι το άγχος: η δυσφορία που νιώθουμε όταν σκεφτόμαστε ότι δεν μπορούμε να τα καταφέρουμε καλά σε κάτι. Έτσι στο μυαλό μας εκτυλίσσεται αέναα ο εξής φαύλος κύκλος:

    • Σκέφτομαι ότι είναι πολύ κακό να αποτύχω.
    • Σκέφτομαι ότι δεν μπορώ να τα καταφέρω και είναι πιθανό να αποτύχω.
    • Φαντάζομαι ένα σενάριο κατά το οποίο αποτυγχάνω.
    • Νιώθω δυσφορία και αγχώνομαι.
    • Μπλοκάρω – και αυξάνω τις πιθανότητες να αποτύχω.
    • Αν τελικά αποτύχω, αυτό θα ενισχύσει τον φαύλο κύκλο την επόμενη φορά που θα πρέπει να κάνω κάτι ανάλογο.

    Είναι λοιπόν φανερό ότι πολύ συχνά κάτω από το άγχος μας κρύβεται ο φόβος της αποτυχίας. Αν δεν υπήρχε αυτός, δεν θα αγχωνόμασταν τόσο. Γιατί όμως φοβόμαστε τόσο την αποτυχία; Τι σημαίνει για εμάς;

    Φαίνεται πως η αποτυχία σημαίνει για πολλούς ανθρώπους φοβερά πράγματα. Πρόσφατα έθεσα σε 36 άτομα ηλικίας 30-60 χρονών το ερώτημα αυτό και πήρα τις εξής απαντήσεις:

    Αποτυχία σημαίνει:

    – ότι δεν είμαι καλός σε αυτό που κάνω

    – ότι μπορεί να υποστώ κάποιες κακές συνέπειες

    – ότι οι άλλοι θα με κοιτάζουν αρνητικά, με περιφρόνηση, δεν θα με υπολογίζουν

    – ότι δεν αξίζω

    Οι σκέψεις αυτές λοιπόν προφανώς κάνουν τους ανθρώπους να φοβούνται πολύ την αποτυχία και να αγχώνονται τόσο με την πιθανότητα να αποτύχουν. Ωστόσο, έχει ενδιαφέρον ότι η μοναδική τελείως ρεαλιστική απάντηση («μπορεί να υποστώ κακές συνέπειες») είναι αυτή που λιγότερο απασχολεί συνήθως τους ανθρώπους. Προφανώς, είναι λογικό να αγχωθώ με κάτι αν φοβάμαι πως αν αποτύχω μπορεί να υποστώ μια κακή συνέπεια. Είναι καταπληκτικό όμως ότι πολύ συχνά οι άνθρωποι φοβούνται την αποτυχία παρότι δεν κινδυνεύουν από καμία κακή συνέπεια. Συχνά αγχώνονται μην αποτύχουν παρότι ξέρουν ότι δεν θα πάθουν τίποτα κακό αν αποτύχουν. Γιατί;

    Μάλλον λόγω της τελευταίας απάντησης – σκέφτονται: «Αν αποτύχω, σημαίνει ότι δεν αξίζω». Δεν αξίζω σαν επαγγελματίας, σαν γονιός, σαν άνθρωπος.

    Όμως είναι έτσι; Είναι δυνατόν όλη μας η αξία να εξαρτάται αποκλειστικά από κάθε αποτυχία ή επιτυχία μας; Αν δηλαδή μου καεί το φαγητό, αν δεν κάνω μια καταπληκτική παρουσίαση, αν δεν πετύχω έναν πελάτη – σημαίνει πως δεν αξίζω σαν άνθρωπος;

    Ασφαλώς όχι. Η αξία μας δεν εξαρτάται από την επιτυχία ή την αποτυχία μας – είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο και μονιμότερο. Η αξία μας είναι αυτό που είμαστε σαν άνθρωποι – η ηθική μας, οι ιδέες μας, οι επιλογές μας, οι συμπεριφορές μας, οι σχέσεις μας, οι προσπάθειές μας, οι εμπειρίες μας, τα όνειρά μας. Έχουμε μια αξία σαν άνθρωποι και μια σημασία πάνω στον πλανήτη – και αυτό δεν μπορεί να αλλάζει μέσα στο μυαλό μας κάθε φορά που κάτι δεν κάναμε καλά.

    Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μια αποτυχία δεν εξαρτάται πάντα απόλυτα από εμάς. Υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες που ίσως δεν μπορούμε εμείς να ελέγξουμε οι οποίοι παίζουν ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα. Μπορεί να έχουμε προσπαθήσει πολύ για να λειτουργήσουμε καλά σε κάποια κατάσταση αλλά οι εξωτερικές συνθήκες, οι άλλοι άνθρωποι, διάφοροι ανεξέλεγκτοι ή τυχαίοι παράγοντες ενδέχεται να παρεμβληθούν και να χαλάσουν το αποτέλεσμα.

    Η αλήθεια είναι πως οι αποτυχίες και τα λάθη είναι αναπόφευκτα σε αυτή τη ζωή και πρέπει να τα αποδεχτούμε. Όσο καλά κι αν προετοιμαστούμε, όσο κι αν προσπαθήσουμε υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο κάτι να μην πάει καλά. Υπάρχει πάντα η πιθανότητα να αποτύχουμε. «Δεν αποτυγχάνει μόνο όποιος δεν κάνει» μου είχε πει κάποτε ένα πολύ επιτυχημένος επιχειρηματίας. Αν κάνουμε, αν επιλέγουμε να προσπαθούμε για οτιδήποτε, πρέπει να αποδεχτούμε ότι ενδέχεται να μην πάει καλά. Και να πούμε: «Δεν πειράζει».

    Η ικανότητα να συνερχόμαστε μετά από μια αποτυχία και να προχωρούμε λέγεται ψυχική ανθεκτικότητα και είναι πολύ σπουδαία ιδιότητα. Πολλοί μάλιστα ισχυρίζονται ότι για να γίνεις επιτυχημένος, πρέπει πρώτα να έχεις αποτύχει και να έχεις συνέλθει από την αποτυχία αυτή.

    «Επιτυχία είναι να προχωράς από αποτυχία σε αποτυχία χωρίς να χάνεις τον ενθουσιασμό σου», έλεγε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ.

    Αντί λοιπόν να φοβόμαστε τόσο μια πιθανή αποτυχία, και να καταρρέουμε αν συμβεί, μπορούμε να αρχίσουμε να αποδεχόμαστε την πιθανότητα της αποτυχίας και να αποφασίσουμε ότι αν συμβεί θα την αξιοποιήσουμε: θα την αξιολογήσουμε, θα καταλάβουμε τι πήγε στραβά, και θα μάθουμε κάτι από αυτό. Αντί να φοβόμαστε την αποτυχία, είναι καλύτερο να την αξιοποιούμε για να γίνουμε καλύτεροι την επόμενη φορά!

    Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc, Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος

  • Η καλοσύνη μας κάνει καλό!

    Η καλοσύνη μας κάνει καλό!

    Μέσα σε όλη τη μαυρίλα που απλώθηκε πάνω σε όλους μας μετά το δυστύχημα των τραίνων στα Τέμπη, υπήρξε για μένα και μια αχτίδα φωτός και ελπίδας: η υπέροχη ανθρωπιά πολλών ανθρώπων.

    Ανθρώπων που φέρθηκαν με γενναιότητα, με ανιδιοτέλεια, με αυτοθυσία, με καλοσύνη.  Ανθρώπων που μόλις είχε γίνει η σύγκρουση, αντί να κοιτάξουν μόνο να σώσουν τον εαυτό τους, προσπάθησαν να σώσουν και άλλους. Ανθρώπων που μετά το δυστύχημα, περίμεναν σε ουρές για να προσφέρουν αίμα. Ανθρώπων που μέρες μετά πασχίζουν με κάθε τρόπο να στηρίξουν όλους εκείνους που πληγώθηκαν από το τόσο τραγικό αυτό περιστατικό.

    Ζούμε σε μια εποχή που προβάλει πολύ το κακό, το άσχημο, το βίαιο. Κι όμως, ευτυχώς υπάρχει και το καλό. Υπάρχουν όλοι αυτοί οι ήρωες που στις δύσκολες στιγμές σκέφτονται και τους άλλους εκτός από τον εαυτό τους. Όλοι αυτοί οι εθελοντές που καθημερινά προσφέρουν χρόνο, ενέργεια, χρήματα για να βοηθήσουν άλλους. Όλοι αυτοί που φέρονται με ευγένεια και με καλοσύνη στους συνανθρώπους τους και κάνουν την ζωή μας τόσο μα τόσο καλύτερη.

    Πραγματικά, η καλοσύνη βελτιώνει πολύ την ποιότητα της ζωής όλων. Πολλές έρευνες δείχνουν ότι ο εθελοντισμός όχι μόνο ωφελεί εκείνους που «παίρνουν» αλλά και εκείνους που «δίνουν». Όταν βοηθάμε έναν άλλο άνθρωπο νιώθουμε πολλά θετικά πράγματα ταυτόχρονα. Πρώτα απ’ όλα νιώθουμε ότι είμαστε σε αρκετά καλή κατάσταση ώστε να μπορούμε να βοηθήσουμε κάποιον άλλο. Επομένως, δίνουμε ένα θετικό feedback στον εαυτό μας για την ίδια μας την κατάσταση. Επιπλέον, νιώθουμε ότι είμαστε καλοί και χρήσιμοι άνθρωποι, άρα εκτιμάμε περισσότερο τον εαυτό μας. Τελικά, νιώθουμε ότι  ζωή μας έχει νόημα και αυτό μας γεμίζει με μια αίσθηση πληρότητας και ικανοποίησης.

    Η πληρότητα αυτή μας κάνει να έχουμε καλύτερη διάθεση, λιγότερο άγχος, λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουμε κατάθλιψη, λιγότερο μόνιμο θυμό. Επίσης, ο εθελοντισμός φαίνεται πως βοηθάει και το σώμα μας καθώς διάφορες έρευνες δείχνουν πως οι εθελοντές έχουν χαμηλότερη θνησιμότητα από συνομηλίκους τους που δεν λειτουργούν ως εθελοντές, υποφέρουν λιγότερο από χρόνιο πόνο, και έχουν μειωμένες πιθανότητες για καρδιακές παθήσεις.

    Παράλληλα, ο εθελοντισμός βοηθάει να συνδεόμαστε περισσότερο με τους ανθρώπους γύρω μας, να νιώθουμε ότι ανήκουμε σε ένα κοινωνικό πλαίσιο, και να κάνουμε νέους φίλους με τους οποίους μάλιστα θα έχουμε και πολλά κοινά. Ο εθελοντισμός διευρύνει την οπτική μας και ανοίγει το μυαλό μας. Ο εθελοντισμός κάνει τεράστιο καλό σε όλους μας.

    «Ωραία όλα αυτά – αλλά ποιος προλαβαίνει να κάνει εθελοντισμό;» ίσως να σκέφτεστε.

    Πρώτα απ’ όλα, ο εθελοντισμός δεν απαιτεί πολύ χρόνο. Μπορείτε να αποφασίσετε και να διαθέσετε τον χρόνο που εσείς έχετε. Ακόμα και μια ώρα τον μήνα, ακόμα και μέσα από το σπίτι σας, μέσα από κάποια οθόνη ή κάποιο τηλέφωνο, θα ωφελήσει τόσο εσάς όσο και κάποιον άλλο άνθρωπο. Επίσης, αν δεν έχετε χρόνο, μπορείτε να προσφέρετε χρήματα, αντικείμενα, γνώσεις. Οτιδήποτε προσφέρετε σε άλλους ανιδιοτελώς, θα επιστραφεί σε εσάς με τόκο.

    Ωστόσο, καλοσύνη δεν σημαίνει μόνο «σώζω τους άλλους» ούτε σημαίνει μόνο «είμαι εθελοντής». Η καλοσύνη είναι μια στάση ζωής, μια νοοτροπία. Δεν είναι ανάγκη να είμαστε εθελοντές για χρόνια, ούτε ήρωες που σώζουν ζωές. Μπορούμε να φερόμαστε με καλοσύνη στην καθημερινότητά μας – και αυτό ήδη θα κάνει τεράστιο καλό τόσο σε εμάς όσο και στους ανθρώπους γύρω μας.

    Σκεφθείτε πόσο πιο ωραία θα ήταν η ημέρα μας αν φερόμαστε με καλοσύνη και ευγένεια ο ένας στον άλλο. Αν χαμογελούσαμε στον υπάλληλο του καταστήματος, αν δίναμε τη θέση μας στο λεωφορείο στον ηλικιωμένο, αν βοηθούσαμε κάποιον που δεν ένιωθε καλά, αν παραχωρούσαμε προτεραιότητα στο σταυροδρόμι. Σκεφθείτε πόσο πιο ωραία θα ήταν η ζωή μας αν φερόμαστε με καλή πίστη και καλή διάθεση στου άλλους.

    Αυτές οι μικρές καθημερινές πράξεις καλοσύνης μπορούν πραγματικά να κάνουν καλύτερη τη ζωή όλων μας – και είναι τόσο εύκολο να τις κάνουμε. Αρκεί να το αποφασίσουμε!

    Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc, Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος